Ο πολλαπλασιασμός των ψαριών και των άρτων από τον Χριστό ωχριά μπροστά στο σύγχρονο «θαύμα» του δεσπόζοντος χρηματοοικονομικού συστήματος. Και αν ο δύσπιστος άνθρωπος θα αμφέβαλε για τα θαύματα του Χριστού, εντούτοις θα θεωρούσε αυτονόητο τον τρόπο με τον οποίο παράγεται σήμερα το χρήμα. Διότι, με την πάροδο των ετών, έχουμε εκπαιδευτεί να θεωρούμε ως δεδομένη και αδιαμφισβήτητη την εξουσία των τραπεζών να δανείζουν παράγοντας χρήμα από το μηδέν και στην ουσία να αντλούν υπερκέρδη προσφέροντας στην κοινωνία ένα ανύπαρκτο προϊόν.
Η αντίληψη μας, όμως εν μέρει μπορεί να αποδοθεί σε ανεπαρκή κατανόηση λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και άγνοια του καθοριστικού ρόλου που επιτελεί στην προσφορά χρήματος. Η τράπεζα μπορεί κυριολεκτικά να δημιουργεί χρήμα από το μηδέν μέσω της πίστωσης και εξαιτίας της δυνατότητας να διατηρεί ως ρευστά διαθέσιμα στο ταμείο της και στην Κεντρική Τράπεζα ένα μόνο κλάσμα των υποχρεώσεων της έναντι των καταθετών (μέθοδος κλασματικού αποθέματος). Αν λ.χ. επιτρέπεται σε μία τράπεζα να έχει ελάχιστο αποθεματικό 10% στα ταμεία της, της δίνεται η δυνατότητα να δημιουργήσει πολλαπλάσια ποσότητα χρήματος μέσω της πίστωσης και βέβαια να αποκομίσει σημαντικά κέρδη από τη διαφορά επιτοκίων καταθέσεων-δανεισμού.
Ας λοιπόν υποθέσουμε ότι μια τράπεζα έχει καταθέσεις 10.204 ευρώ. Τα 204 ευρώ (δηλ. το 2%) κατατίθενται σε λογαριασμό αποθεματικού στην Κεντρική Τράπεζα και από τα υπόλοιπα 10.000, τα 1.000 παραμένουν ως ρευστά διαθέσιμα στα ταμεία της τράπεζας ενώ τα υπόλοιπα 9.000 παρέχονται λ.χ. ως δάνειο στον Χρήστο για να αγοράσει ένα αυτοκίνητο. Αν στο παράδειγμα μας υφίσταται μια μόνο τράπεζα ο Χρήστος έχει δύο επιλογές. Ή να πάρει απευθείας τα μετρητά και να τα δώσει στον πωλητή του αυτοκινήτου ή –το πιθανότερο- να λάβει μια τραπεζική επιταγή την οποία θα μεταβιβάσει στον πωλητή. Στην περίπτωση που παραδοθούν τα μετρητά στον πωλητή και εκείνος αποφασίσει να τα κρατήσει στην τσέπη του, τότε η πιστωτική επέκταση διακόπτεται καθώς η τράπεζα δε θα έχει επαρκή διαθέσιμα για περαιτέρω δανεισμό. Αν όμως ο πωλητής επανακαταθέσει τα χρήματα στην τράπεζα σε λογαριασμό ή, εφόσον πληρώθηκε με επιταγή, την εμφανίσει και ζητήσει να ανοιχθεί τραπεζικός λογαριασμός, τότε το σύνολο των καταθέσεων στην τράπεζα θα ανέλθει σε 19.000 ευρώ (αρχικός καταθέτης 10.000, πωλητής αυτοκινήτου 9.000). Θεωρητικά, αν παραμείνει το αρχικό ποσό στα ταμεία της Τράπεζας και οι καταθέτες της διακινούν τα ποσά των λογαριασμών τους μέσω επιταγών, καρτών ή ηλεκτρονικώς τότε θα δοθεί σε αυτήν η δυνατότητα να δημιουργήσει χρήμα υπό μορφή καταθέσεων από το μηδέν μέσω της πίστωσης μέχρι και 100.000 ευρώ!
Τα ίδια ισχύουν και με την ύπαρξη περισσοτέρων τραπεζών, που χάρη σε ένα εξελιγμένο σύστημα διακανονισμών συμψηφίζουν λογιστικά τις μεταφορές ποσών από τη μία τράπεζα στην άλλη, χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά που μεταφέρεται ένας λογαριασμός να μεταφέρεται αναγκαστικά και το αντίστοιχο κεφάλαιο σε νόμισμα.
Έτσι, ενώ στο παράδειγμα μας η τράπεζα λαμβάνει 10.000 πραγματικά ευρώ, κερδίζει εισπράττοντας τόκους δανείων ύψους 90.000 ευρώ. Συνολικά, σήμερα ένα πολύ μικρό μέρος του κυκλοφορούντος χρήματος είναι πραγματικό νόμισμα (4-5%) ενώ το μεγαλύτερο της προσφοράς χρήματος οφείλεται στη λειτουργία των ιδιωτικών τραπεζών.
Η λειτουργία αυτή του χρηματοοικονομικού συστήματος αναφέρεται από τα οικονομικά εγχειρίδια ως «πολλαπλασιαστής χρήματος» και εξαρτάται από τα ρευστά διαθέσιμα που διατηρεί στο ταμείο της μια τράπεζα, είτε από επιλογή είτε λόγω νομικής υποχρέωσης, καθώς επίσης και από την ποσότητα του χαρτονομίσματος που τα άτομα επιλέγουν να έχουν σε κυκλοφορία. Έτσι, η ποσότητα του χρήματος είναι πολλαπλάσια της νομισματικής βάσης, δηλαδή του νομίσματος και χαρτονομίσματος που έχει πράγματι εκδοθεί και κινείται στην αγορά ή βρίσκεται στα ταμεία των τραπεζών. Αν λοιπόν έχουν τυπωθεί 10.000 ευρώ από τα οποία οι ιδιώτες επιλέγουν να έχουν το 5% στην τσέπη τους από τα χρήματα που διαθέτουν ενώ οι τράπεζες διατηρούν το 10% στα ταμεία τους (δανείζοντας το υπόλοιπο, όπως προαναφέραμε), τότε η προσφορά χρήματος βρίσκεται από τον τύπο:
M = H * [(Cp+1)/(Cp+Cb)]
(Εισαγωγή στην Οικονομική, Begg,Fischer, Dornbusch, 1998, σελ. 152), όπου Μ είναι η προσφορά χρήματος, Η είναι η νομισματική βάση, Cp το ποσοστό των ρευστών διαθεσίμων που η αγορά επιθυμεί να έχει σε κυκλοφορία σε σχέση με τις καταθέσεις και Cb το ποσοστό επί των καταθέσεων που διατηρούν οι τράπεζες ως ρευστά διαθέσιμα. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η προσφορά χρήματος είναι:
Μ = 10.000*[(0,05+1)/(0,05+0,1)]=70.000 ευρώ.
Δηλαδή, στο παράδειγμα αυτό, το τραπεζικό σύστημα μέσω του δανεισμού επταπλασιάζει την προσφορά χρήματος.
Εφαρμόζοντας τον ίδιο τύπο αντίστροφα, αντιλαμβανόμαστε τι θα συμβεί αν από τα 10.000 ευρώ, φύγουν στο εξωτερικό τα 1.000 ή αποδοθούν στους ξένους πιστωτές της χώρας. Τότε, για αυτά τα 1.000 πραγματικά ευρώ που διαρρέουν η αγορά στερείται 7.000 ευρώ. Αν πάλι από τον φόβο της πτώχευσης των τραπεζών οι καταναλωτές αποφασίσουν να έχουν στην τσέπη τους το 6% (και όχι το 5%) από τα χρήματα που διαθέτουν, τότε για αυτό το επιπλέον 1% μειώνεται η ποσότητα χρήματος κατά ποσοστό 5,4%. Το δεύτερο σενάριο δείχνει πως λανθάνει ο κοινός νους όταν θεωρεί ότι ενισχύεται η αγορά με την άντληση ρευστού από τους τραπεζικούς λογαριασμούς για να τεθεί σε κυκλοφορία, ενώ επιτυγχάνεται ακριβώς το αντίθετο!
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές, ότι σε ένα οικονομικό σύστημα στηριγμένο στον τραπεζικό δανεισμό, είναι πολύ εύκολο να αφαιμαχθεί η αγορά από το χρήμα μόλις αφαιρεθεί από το ενδο-τραπεζικό σύστημα ένα τμήμα της νομισματικής βάσης του (δηλ. του διαθέσιμου πραγματικού χρήματος). Τα αποτελέσματα της οικονομικής αφαίμαξης είναι εφιαλτικά καθώς εξαιτίας της μείωσης της προσφοράς χρήματος, οι οφειλέτες σταδιακά θα περιέλθουν σε αδυναμία να αποπληρώσουν το κεφάλαιο και τους τόκους των δανείων που έλαβαν από τις τράπεζες, που με τη σειρά τους θα μειώσουν τις χορηγήσεις προκειμένου να μειώσουν τον πιστωτικό κίνδυνο τους. Έτσι, η οικονομία περιέρχεται σε μια δίνη θανάτου, από την οποία μπορεί να βγει μόνο με ενέσεις ρευστότητας.
Υπό το καθεστώς, όμως, της αφανούς δικτατορίας του τραπεζιτικού κεφαλαίου αυτή η επιπλέον ρευστότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αύξηση του εξωτερικού δανεισμού και τη διαιώνιση της εξάρτησης της χώρας μας από τους Διεθνείς Πιστωτές. Επίσης μπορεί να επιτευχθεί με τη μείωση της κυκλοφορίας του πραγματικού χρήματος και την πλήρη κυριαρχία του πλαστικού και λογιστικού χρήματος, έτσι ώστε οι τράπεζες να συνεχίσουν ανεμπόδιστες να δανείζουν «αέρα» και να κερδοσκοπούν ρυθμίζοντας κατά το δοκούν την προσφορά χρήματος. Δεν είναι επομένως τυχαίες οι δηλώσεις της «κυρίας Μπίλντεμπεργκ» στο κεντρικό δελτίο του ΑΛΤΕΡ στις 4/3/2010 ότι «θα περιορίσουμε στο ελάχιστο την κίνηση του ρευστού χρήματος» με το πρόσχημα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής:
Καταλήγοντας, πρέπει να τονίσουμε ότι η Ελλάδα έχει ένα μικρό μόνο μερίδιο στην κρίση χρέους που μαστίζει τον ανεπτυγμένο κόσμο και οδηγεί μοιραία στην πλήρη κυριαρχία των Διεθνών Τραπεζιτών στην οικονομική και πολιτική ζωή των χρεωμένων και εντός ολίγου χρεωκοπημένων χωρών. Μερικές θαρραλέες φωνές έχουν υποβάλει προτάσεις για μια ριζική νομισματική μεταρρύθμιση για την απαλλαγή από το φαύλο κύκλο του δανεισμού και της εξάρτησης από τους μεγαλοτραπεζίτες. Δυστυχώς, η απόλυτη εξάρτηση των Μ.Μ.Ε. και των πολιτικών ηγεσιών από το κατεστημένο των τραπεζών δεν επιτρέπουν οι φωνές αυτές να φθάσουν στην κοινή γνώμη και να εξελιχθούν σε ένα κίνημα που μπορεί να αναμορφώσει τις σύγχρονες κοινωνίες.
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αριστοτέλης Κατράνης είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ. Έχει ασχοληθεί ενεργά με το ζήτημα της ελληνικής ιθαγένειας και την προωθούμενη απαγόρευση των μετρητών χρημάτων στις συναλλαγές.
23 Σεπτεμβρίου 2010 στις 11:39 π.μ.
ΕΥΓΕ!Αυτο ακριβως ειναι το νοημα
Παραπεμπω και τους αναγνωστες σας και εσας στο βιντεο "Money as Debt" που κυκλοφορει δωρεαν στο ιντερνετ. Θα καλυψει τυχον κενα που εχετε.
Καλη σας μερα!
8 Οκτωβρίου 2010 στις 1:30 π.μ.
[...] προηγούμενο άρθρο μου ανέφερα συνοπτικά πως το χρηματοοικονομικό μας [...]
28 Απριλίου 2011 στις 4:37 μ.μ.
[...] της χρήσης μετρητών στις συναλλαγές. Προσωπικώς, σε παλαιότερο άρθρο μου είχα τονίσει ότι αυτό αποτελεί την διακηρυγμένη [...]