Πολλοί επιστήμονες και αναλυτές έχουν καταπιαστεί με σκέψεις, αναλύσεις και εκπόνηση σχεδίων αντίδρασης του λαού απέναντι στα αντιλαϊκά μέτρα που παίρνει η παρούσα κυβέρνηση. Άλλοι μιλούν για επανάσταση, άλλοι για αναθεώρηση του Συντάγματος, άλλοι για θεσμοθέτηση υποχρεωτικών δημοψηφισμάτων, ενώ άλλοι καλούν τον κόσμο γενικά και αόριστα σε απειθαρχία….
Κοινό γνώρισμα όλων, η αγωνία για το μέλλον. Κοινό λάθος όλων: το ότι ξεκινούν τον συλλογισμό τους από το τέλος και όχι από την αρχή. Γιατί αν ξεκινούσαν από την αρχή, πριν σπεύσουν να προτείνουν τρόπους αντίδρασης, θα έπρεπε πρώτα να προσεγγίσουν- αναλύσουν το πολίτευμα που έχουμε. Το πολίτευμα καθορίζει πάντα και τον τρόπο αντίδρασης. Άλλη η αντίδραση του λαού στην Μοναρχία και άλλη στην Δημοκρατία.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. Η ιστορία μας έδειξε ότι ΟΛΕΣ οι μορφές των πολιτευμάτων που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα συγκεκριμενοποιούνται σε 2 βασικές κατηγορίες: τα μοναρχικά πολιτεύματα και τα δημοκρατικά. Δηλαδή, δύο είναι οι βασικές μορφές οργάνωσης της εξουσίας σε ένα σύνολο, η Μοναρχία και η Δημοκρατία. Στην Μοναρχία η εξουσία πηγάζει από πάνω προς τα κάτω (πυραμιδοειδώς), και στην Δημοκρατία από κάτω προς τα πάνω (αντιπροσώπευση).
Η δε Ολιγαρχία, δεν αποτέλεσε ποτέ σταθερό πολίτευμα, αλλά ήταν πάντα ένα προστάδιο της Μοναρχίας, ή αποτελούσε κεκαλυμμένη Μοναρχία (βλ. τους τοποτηρητές Μεγάλων Δυνάμεων σε αποικιακά κράτη).
Αφού καταλάβουμε αυτά και αφού επιστρέψουμε στην ελληνική πραγματικότητα, θα συνειδητοποιήσουμε ότι το πολίτευμά μας είναι Δημοκρατικό: εκλογή αντιπροσώπων στο κοινοβούλιο, κριτική στην Κυβέρνηση από την αντιπολίτευση, ενότητα του λαού στον θεσμό του Πρ. Δημοκρατίας και εποπτεία τήρησης εφαρμογής των νόμων από την Δικαιοσύνη. Επομένως, συνθήματα τύπου «η χούντα δεν τελείωσε το 73» και «η Δημοκρατία αποκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1981», δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Φυσικά, όλες οι ελληνικές Κυβερνήσεις από το 1974 και μετά έχουν κάνει αρκετά λάθη. Όμως ο ίδιος ο λαός τις ανέβασε στην εξουσία με την ψήφο του.
Ας προχωρήσουμε λίγο περισσότερο τον συλλογισμό μας και ας πάμε στις έννοιες της εκπροσώπησης και της αντιπροσώπευσης. Στην Δημοκρατία υπάρχει αντιπροσώπευση: η δήλωση βούλησης της Κυβέρνησης γίνεται στο όνομα του λαού, δηλαδή η εκάστοτε Κυβέρνηση εκφράζει την θέληση της πλειοψηφίας που την ψήφισε. Η δε Κυβέρνηση είναι αυτή που θα εξειδικεύσει την αόριστη νομική έννοια του Δημοσίου Συμφέροντος. Επομένως, το Δημόσιο συμφέρον στην Δημοκρατία ταυτίζεται με την θέληση της πλειοψηφίας και μπορεί να αποτελέσει το ο,τιδήποτε θελήσει ο λαός.
Αντιθέτως, σε Μοναρχικά καθεστώτα το Δημόσιο συμφέρον δεν είναι απροσδιόριστο αλλά συγκεκριμένο: αυτό που θέλει ο Μονάρχης. Ο δε λαός δεν μπορεί να στείλει στην εξουσία αντιπροσώπους του, αλλά απλούς εκπροσώπους, οι οποίοι θα δέχονται παθητικά (η με κάποιες χλιαρές αντιδράσεις) αυτό που θέλει ο Μονάρχης, για να το μεταφέρουν στις τοπικές κοινωνίες.
Κατανοώντας την διαφορά εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης και πως αυτές συνδέονται με την εξειδίκευση του Δημοσίου συμφέροντος στην Μοναρχία και την Δημοκρατία, φτάνουμε στο πολύ βασικό συμπέρασμα ότι: η Μοναρχία σαν πολίτευμα δεν απαιτεί πάντα κάποιο συγκεκριμένο Μονάρχη-δικτάτορα για να υπάρξει. Μοναρχικό πολίτευμα (δηλαδή πυραμιδοειδές σύστημα διακυβέρνησης) μπορεί να υπάρξει και όταν η έννοια του Δημοσίου Συμφέροντος είναι εκ των προτέρων προαποφασισμένη και ο λαός δεν μπορεί να την αλλάξει.
Όταν λοιπόν έχουμε ένα πολίτευμα, το οποίο (για παράδειγμα) αναγορεύει σε Δημόσιο συμφέρον το Κράτος και καταπίνει τον ιδιώτη, και ο λαός στέλνει εκπροσώπους στην Κυβέρνηση για να παλέψουν μόνο για το πώς το συμφέρον του Κράτους (κρατισμός) θα ικανοποιηθεί καλύτερα, τότε έχουμε ένα Μοναρχικό πολίτευμα. Δεν αφήνεται ο λαός ελεύθερος να αποφασίσει μήπως θέλει ως Δημόσιο συμφέρον κάτι διαφορετικό από τον κρατισμό.
Το ίδιο συμβαίνει και αντίστροφα, όταν εκ των προτέρων έχει καθοριστεί ότι Δημόσιο συμφέρον αποτελεί μόνο ο ιδιώτης - «αγορές», και στο όνομα των αγορών καταπίνονται κράτη ολόκληρα. Έτσι και η ΕΕ, έχοντας προκαθορίσει ως Δημόσιο συμφέρον της Ένωσης την ελευθερία του κεφαλαίου (ΣΛΕΕ αρ. 3, 26, 107 κτλ) και την «αειφόρο ανάπτυξη», αποτελεί ένα Μοναρχικό σύστημα διακυβέρνησης, όπου το Δημόσιο συμφέρον είναι ήδη προκαθορισμένο και ο λαός μπορεί να στείλει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όχι αντιπροσώπους του (όπως λανθασμένα αναφέρεται στο αρ. 10 ΣΕΕ), αλλά απλούς εκπροσώπους σε ήδη προαποφασισμένη πορεία για το μέλλον του.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
1) Επαναστάσεις ανατρέπουν μόνο Μονάρχες και όχι Δημοκρατικά εκλεγμένες Κυβερνήσεις.
2) Η θεσμοθέτηση υποχρεωτικών δημοψηφισμάτων που θα μπλοκάρουν μία αυθαίρετη κυβερνητική απόφαση μπορεί να γίνει μόνο σε Μοναρχικά καθεστώτα και όχι σε Δημοκρατικά. Βλ. ακριβώς και την λειτουργεία του veto στο Μοναρχικό σύστημα διακυβέρνησης της ΕΕ.
3) Η αντίδραση σε Δημοκρατικά πολιτεύματα μπορεί να γίνει μόνο με αλλαγή Κυβέρνησης με εκλογές. Ποιος θα τις προκαλέσει..;; Ο Πρ. Δημοκρατίας με παραίτηση, η Δικαιοσύνη με απόρριψη ως αντισυνταγματικού του νόμου που καταργεί ΣΣΕ και μετατρέπει το δικαίωμα στην εργασία σε σκλαβοπάζαρο και τέλος οι ίδιοι οι βουλευτές που υποστηρίζουν την Κυβέρνηση, αν παραιτηθούν κατόπιν πίεσης από τις τοπικές κοινωνίες.
4) Δυστυχώς, όλα τα ανωτέρω μέσα αντίδρασης (σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα) δεν ισχύουν έναντι του Μοναρχικού συστήματος διακυβέρνησης της ΕΕ. Εκεί χωρεί μόνο διαπραγμάτευση με κόκκινες γραμμές, και αν αυτές ξεπεραστούν αποχώρηση. Αγωνιζόμαστε να τους αποδείξουμε το πόσο αξιόπιστοι είμαστε. Μήπως ήλθε η ώρα να αναζητήσουμε εμείς πιο αξιόπιστους συμμάχους..;;
κανένα σχόλιο