Του Γιώργου Κακαρελίδη*
Αυτή ήταν η απλή ερώτηση, που εξέφραζε όλο τον απλό κόσμο, τής Βασίλισσας Ελισσάβετ, σε σχετική ημερίδα, τον Νοέμβριο τού 2008, στην Οικονομική Σχολή τού Λονδίνου (L.S.E.), ‘διακόπτοντας’ την ομιλία τού καθηγητού Λουϊς Γκαρισάνο, με θέμα την οικονομική κρίση, που μόλις είχε ξεσπάσει.
Και τους κούφανε όλους. Τους περισσότερους από ντροπή, γιατί ο τρόπος εκφορά τής φράσης από την γηραιά Βασίλισσα, δεν άφηνε περιθώρια για υπεκφυγές. Πώς αυτοί Νομπελίστες, οικονομολόγοι, Σύμβουλοι κυβερνήσεων και τού Στέμματος, διοικητές Κεντρικών Τραπεζών , σπουδαίοι αυτοκρατορικοί βιομήχανοι, Κομισιονάριοι και επίτροποι, ακαδημαϊκοί, υπουργοί, εκπρόσωποι τού Σίτυ, με τοίχους ολάκερους από περγαμηνές δεν μπόρεσαν όχι να προβλέψουν, αλλ’ ούτε κάν να σκεφθούν μην τυχόν και δεν είναι στραβός ο γιαλός, αλλά στρβά αρμενίζουν.
Πως όμως, απαντάς στην Αρχηγό τού κράτους, που με αυτές τις 6 λέξεις-σφαίρες, τους είχε στήσει στο Βρεττανικό και παγκόσμιο Γουδί; Οι καθηγητές οι ίδιοι είχαν ξεμπροστιαστεί. Η κυβέρνηση έτριβε ακόμα το μάγουλό της από το χαστούκισμα. Το Σίτυ πτώχευε μέρα με την ημέρα, οπότε ανέλαβε η Βρετανική Ακαδημία να σώσει τα προσχήματα με καθαρά αγγλικό τρόπο, χωρίς να εκτεθεί. Μετά από 9-μηνη κυοφορία, οργάνωσε μια μάζωξη ακαδημαϊκών, καθηγητών, κυβερνητικών, οικονομολόγων και χρηματοοικονομικάριων για να συντάξουν απαντητική επιστολή.
Πράγματι, όπως αναφέρει ο καθηγητής, τού Πανεπιστημίου Καίμπριτζ, Χα-Τζουν Τσανγκ, στο καλό βιβλίο του ‘Αλήθειες που δεν μας λένε στον καπιταλισμό’ (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011), εκ μέρους της σύναξης, απέστειλαν τον Ιούλιο τού 2009, υπογράφοντας την επιστολή, ο καθηγητής οικονομικών Τιμ Μπέσλεϋ (LSE) και ο ιστορικός Πήτερ Χένεσι (Queen Mary University).
Τί απήντησαν; Μην ανησυχείτε δεν θα σας κουράσω με κατεβατά γιατί πρακτικά δεν απάντησαν τίποτε. Ψέλλισαν ότι όλοι έκαναν καλά τη δουλειά τους, έβαλαν και λίγο Σαιξπηρικό (αν και μάλλον το είπε ο Christoph Martin Wieland τον 18ο αιώνα και απαντάται και στον Εγκελς) στυλ ότι ‘κοιτώντας το δέντρο έχασαν το δάσος’ και κατέληξαν ότι ‘ ..[η όλη κρίση] ήταν μια αποτυχία της συλλογικής φαντασίας (sic) πολλών ευφυέστατων ατόμων [διεθνώς] να κατανοήσουν τούς κινδύνους τού συστήματος εν όλω’.
Και ... ξεμπέρδεψαν. Με αυτές τις μωρίες δικαιολόγησαν ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά ανθρώπων και λαών, σε παγκόσμιο επίπεδο. Εγκλήματα υφαρπαγής αποταμιεύσεων, σπιτιών, μισθών, συντάξεων, κοινωνικών ασφαλίσεων, χάσιμο εργασιών, εξώθηση σε αυτοκτονίες δηλαδή εγκλήματα δολοφονίας, στρίψιμο μυαλών και τρέλλας.
Όλη η ιστορία, θέλουν λοιπόν να μάς πείσουν ότι ήταν θέμα ...λιγώτερης φαντασίας. Φαντασίας συλλογικής και ατομικής αυτών τών εγκεφάλων, ξένων και δικών μας, περιλαμβανομένων κυβερνήσεων, κεντρικών και εμπορικών τραπεζών, ρυθμιστικών αρχών, συμβούλων κατά νόμον και λοιπών, που ήταν χωμένοι ως τα αφτιά μές τα διεθνή χρηματιστικά κόπρανα (παράγωγα, ομόλογα συλλογικών χρεών δανειοληπτών σε φέτες -τα λεγόμενα τοξικά και πάσης φύσεως διαστροφικά χαρτιά τζόγαρίσματος ) που μπροστά τους η πόκα μοιάζει με παιχνίδι κατηχητικού σχολειού. Πάντα με την αγαστή συμπόρευση τών εξωνημένων ΜΜΕ.
Το χειρότερο, ο κόσμος είναι τόσο μπερδεμένος, που όταν ακούει τέτοιες τρίχες από την πνευματική του ηγεσία δεν ξέρει τι να πιστέψει. Και δεν αντιδρά. Αυτό βέβαια το γνωρίζουν πολύ καλά τα καθεστώτα και εκεί ποντάρουν. Εμείς τα φάγαμε, σού λένε, εσύ θα τα πληρώσεις. Και κάτσε καλά μη σού τραβήξουμε καμμία πτώχευση.
Θα μου πείτε, τι να κάνουμε, να καταργήσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα, με άλλα λόγια το δανεισμό κεφαλαίων και εν τέλει τον καπιταλισμό; Αυτό συνήθως το διατυπώνουν οι εκπρόσωποι του συστήματος αυτού, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι οι περισσότεροι, έστω και απρόθυμα, δεν θα πούν ναι.
Το ερώτημα όμως είναι παραπειστικό. Είναι σαν να ρωτάνε αν θα πρέπει να καταργήσουμε το ηλεκτρικό αφού … το ρεύμα σκοτώνει. Ουδείς είναι ενάντιος στην ύπαρξη χρηματοπιστωτικού συστήματος, εφ όσον η δουλειά του θα είναι να υποβαστάζει την μοναδική πραγματική οικονομία κάθε χώρας, ώστε να μπορέσουν οι επιχειρήσεις, βιομηχανίες, πανεπιστήμια κλπ να διαφοροποιηθούν, επεκταθούν, λύσουν κάποιες προσωρινές δυσκολίες ή ατυχίες και να αποκτήσουν ρευστότητα ικανή να εγγυηθεί την συνέχιση της παραγωγής, την διατήρηση της εργασίας και την συμμετοχή στην οικονομία τού κράτους.
Όμως η πραγματική οικονομία, χρειάζεται ανθρώπινους χρόνους για την λειτουργία της, ενώ η χρηματιστική μόλις δεκατα δευτερολέπτων. Γι αυτό και η τελευταία λειτουργεί όπως οι ακρίδες. Δεν αφήνει τίποτε όρθιο. Εξαιρετικά προβληματισμένος ο Νομπελίστας (1981) οικονομολόγος Τζέημς Τόμπιν, από τότε προειδοποιούσε για την ανάγκη να φρενάρουν τα κράτη τις διεθνείς χρηματαγορές. Το ίδιο και ο επενδυτής Warren Buffet, αλλά και ο Έλληνας καθηγητής Γιάνης Βαρουφάκης από το 2006.
Αντ’ αυτού γκρέμισαν και ότι ρυθμίσεις υπήρχαν, πρωτοστατούντος τού μεγαλοποιημένου Γκρίσπαν πρώην κεντρικού τραπεζίτη τών ΗΠΑ. Που αφού είδε τι καταστροφή επέφερε αφήνοντας αχαλίνωτες τις αγορές, απολογήθηκε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λέγοντας ως ‘μετανοούσα Μαγαδαληνή’ ότι ‘ανεκάλυψε ένα σφάλμα στο μοντέλο που θεωρούσε ότι προσδιορίζει πώς λειτουργεί ο κόσμος’ (από το εξαιρετικά κατατοπιστικό βιβλίο τού Γιάνη Βαρουφάκη ‘Παγκόσμιος Μινώταυρος’, Εκδόσεις Λιβάνη, 2012).
Δηλαδή η Οικονομία τού κόσμου εξαρτάται καθοριστικά από την φαντασία και από τα προσωπικά μοντέλα κοσμικής θεώρησης. Και το λένε ξεδιάντροπα χωρίς φυσικά να παραιτούνται ή να επιστρέφουν έστω και μια δραχμή από τους παχυλούς μισθούς τους.
Και έχει τις εγχώριες ολίγιστες εκδοχές τύπων Γκρίσπαν και Βρετανών κυβερνητικάριων και ‘επιστημόνων’, να λένε κατευχαριστημένοι με τον εαυτό τους- δηλαδή την ατομική τους μπάζα, να σφίξει ο κόσμος το ζωνάρι, να χώσει μέσα το κεφάλι για να ξεχρεώσει τα χρέη που αυτοί μας δημιούργησαν.
Μήπως χρειάζεται εδώ, απλή εφαρμογή της Αρχαίας Αθηναϊκής Νομοθεσίας (δήμευση, εξορία, θάνατος) που τόσο υμνούν όλοι αυτοί;
* Ο Γιώργιος Κακαρελίδης είναι Καθηγητής Εφαρμογών στην Επιχ. Ερευνα & Στατιστική τού ΤΕΙ Πατρών
gkakarel@gmail.com
κανένα σχόλιο