Προσχέδιο Ισλανδικού Συντάγματος

ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΙΣΛΑΝΔΙΚΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

*Μετάφραση: Απόλλων Κωστόπουλος – Μπαζάντε, Δικηγόρος

Προοίμιο

Ἐμεῖς, οἱ κάτοικοι τῆς Ἰσλανδίας, ἐπιθυμοῦμε νὰ δημιουργήσουμε μία δίκαιη κοινωνία ὅπου καθένας θὰ ἔχει ἴσες εὐκαιρίες. Ἡ ποικιλία στὴν καταγωγή μας ἐμπλουτίζει τὴν κοινωνία μας καὶ ὅλοι μαζὶ εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ ὅ,τι κληρονομήσαμε ἀπὸ τὶς [προηγούμενες] γενεές, γιὰ τὴν χώρα μας καὶ τὴν ἱστορία της, τὴν φύση, τὴν γλώσσα καὶ τὸν πολιτισμό της.

Ἡ Ἰσλανδία εἶναι ἕνα ἐλεύθερο καὶ κυρίαρχο κράτος μὲ τὴν ἐλευθερία, τὴν ἰσότητα, τὴν δημοκρατία καὶ

καὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα ὡς ἀκρογωνιαίους λίθους του.

Ἐπιδίωξη τῆς Πολιτείας εἶναι νὰ στεριώσει ἡ εὐημερία τῶν κατοίκων τῆς χώρας, νὰ ἐνθαρρύνει τὸν πολιτισμό τους καὶ νὰ σεβασθεῖ τὴν ποικιλομορφία τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, τῆς χώρας καὶ τῆς βιόσφαιρας.

Ἐπιθυμοῦμε νὰ προαγάγουμε τὴν ἁρμονικὴ συμβίωση, τὴν ἀσφάλεια καὶ τὴν εὐτυχία ἀνάμεσά μας καὶ στὶς ἐπερχόμενες γενεές. Εἴμαστε ἀποφασισμένοι νὰ δουλέψουμε ὑπὲρ τῆς εἰρήνης μὲ τὰ ἄλλα ἔθνη καὶ τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τὴν Γῆ καὶ ὅλην την ἀνθρωπότητα.

Ἐν ὄψει τούτων, θεσπίζουμε νέο Σύνταγμα, τὸν ὑπέρτατο νόμο τῆς χώρας, στὸ ὁποῖο ὀφείλουν ὅλοι νὰ ὑπακούουν.


Κεφάλαιο Α.  Θεμελιώδεις ρχές

Ἄρθρο 1.  Μορφ το Πολιτεύματος

Ἡ Ἰσλανδία εἶναι κοινοβουλευτικὴ δημοκρατία.

Ἄρθρο 2.  σκηση τν ξουσιν

Τὸ Κοινοβούλιο (Alþingi) ἀσκεῖ τὴν νομοθετικὴ ἐξουσία ἐκπροσωπῶντας τὸ ἔθνος.

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας, οἱ ὑπουργοὶ καὶ τὸ ὑπουργικὸ συμβούλιο, ὡς ἐπίσης καὶ οἱ ἄλλες κυβερνητικὲς ἀρχὲς ἀσκοῦν τὴν ἐκτελεστικὴ ἐξουσία.

Τὸ Ἀνώτατο Δικαστήριο καὶ τὰ ἄλλα δικαστήρια ἀσκοῦν τὴν δικαστικὴ ἐξουσία.

Ἄρθρο 3.  δαφος

Τὸ ἔδαφος τῆς Ἰσλανδίας εἶναι ἀδιαίρετο. Τὰ ὅρια τοῦ θαλάσσιου καὶ ἐναέριου χώρου καὶ τῆς οἰκονομικῆς ζώνης [σ.τ.μ. μᾶλλον ἐννοοῦν καὶ τὴν ΑΟΖ] θὰ καθορισθοῦν μὲ νόμο.

Ἄρθρο 4.  θαγένεια/πηκοότητα (διότητα το Πολίτη)

Ὅποιος γεννιέται ἀπὸ Ἰσλανδὸ πολίτη ἔχει δικαίωμα νὰ εἶναι Ἰσλανδὸς πολίτης.

Ἰθαγένεια γιὰ ἄλλες αἰτίες θὰ ἀποδίδεται μὲ νόμο.

Κανεὶς δὲν ἐπιτρέπεται νὰ στερηθεῖ τοῦ δικαιώματος νὰ (μπορεῖ νὰ) εἶναι Ἰσλανδὸς πολίτης.

Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀπαγορευθεῖ σὲ Ἰσλανδὸ πολίτη ἡ εἴσοδος στὴν χώρα οὔτε νὰ ἀπελαθεῖ ἀπὸ τὴν χώρα. Τὸ δικαίωμα σὲ ἀλλοδαποὺς νὰ εἰσέρχονται καὶ νὰ κατοικοῦν στὴν χώρα θὰ καθορισθεῖ μὲ νόμο, ὡς καὶ τὸ γιὰ ποιά παραπτώματα θὰ δύνανται νὰ ἀπελαθοῦν.

Ἄρθρο 5. ποχρεώσεις τν πολιτν

Ἡ πολιτεία ἐξασφαλίζει ὅτι σὲ ὅλους ἀπονέμονται τὰ δικαιώματα καὶ οἱ ἐλευθερίες ποὺ ἐνσωματώνονται στὸ παρὸν Σύνταγμα.

Ὅλοι ὀφείλουν νὰ σέβονται τὸ παρὸν Σύνταγμα καθ’ ὁλοκληρίαν, ὡς καὶ τοὺς νόμους, τὶς ὑποχρεώσεις καὶ τὰ δικαιώματα ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ αὐτό.

Κεφάλαιο Β.  νθρώπινα δικαιώματα κα φύση

Ἄρθρο 6.  σα δικαιώματα

Εἴμαστε ὅλοι ἴσοι ἐνώπιον τοῦ νόμου καὶ θὰ ἀπολαύουμε τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα ἀδιακρίτως φύλου, ἡλικίας, γενετικῆς συστάσεως, τόπου κατοικίας, οἰκονομικῆς καταστάσεωσ﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽τικνομνομς, ἀναπηρίας, σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ, φυλῆς, χρώματος, ἀπόψεων, πολιτικοῦ προσανατολισμοῦ, θρησκείας, γλώσσας, καταγωγῆς καὶ θέσεως ἀπὸ ἄλλες ἀπόψεις.

Ἄνδρες καὶ γυναῖκες θὰ ἀπολαύουν ἴσων δικαιωμάτων ἀπὸ κάθε ἄποψη.

Ἄρθρο 7.  Δικαίωμα στν ζωή

Ἕκαστος κληρονομεῖ τὸ δικαίωμα στὴν ζωὴ κατὰ τὴν γέννησή του.

Ἄρθρο 8.  νθρώπινη ξιοπρέπεια

Τὸ δικαίωμα σὲ ἀξιοπρεπῆ ζωὴ διασφαλίζεται γιὰ ὅλους. Ἡ ἀνθρώπινη διαφορετικότητα θὰ γίνεται σεβαστὴ μὲ κάθε τρόπο.

Ἄρθρο 9.  Διαφύλαξη τν δικαιωμάτων

Οἱ δημόσιες ἀρχὲς ὀφείλουν ἀνὰ πάσα στιγμὴ νὰ προστατεύουν τοὺς πολίτες ἀπὸ παραβιάσεις κατὰ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, προερχόμενες εἴτε ἀπὸ τοὺς ἀσκοῦντες τὴν κρατικὴ ἐξουσία εἴτε ἀπὸ τρίτους.

Ἄρθρο 10.  Δικαίωμα στν σφάλεια

Ὅλοι ἔχουν δικαίωμα στὴν ἀσφάλεια τοῦ προσώπου τους καὶ στὴν προστασία ἀπὸ παντὸς εἴδους βία, ὅπως ἡ σεξουαλικὴ (γενετήσια) βία, ἐντὸς ἢ ἐκτὸς τῆς οἰκίας των.

Ἄρθρο 11.  παραβίαστον τς διωτικς ζως

Τὸ ἀπαραβίαστον τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς, τοῦ οἴκου καὶ τῆς οἰκογένειας ἐξασφαλίζονται.

Τὸ σῶμα, ἡ κατοικία ἢ τὰ προσωπικὰ ἀντικείμενα τινὸς δὲν δύνανται νὰ ἐρευνῶνται, εἰ μὴ μόνον μὲ δικαστικὴ διαταγὴ ἢ μὲ εἰδικὴ ἐξουσιοδότηση ἀπὸ τὸν νόμο. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν ἔρευνα ἐγγράφων, ἀλληλογραφίας, τηλεφωνικῶν κλήσεων ἢ ἄλλων μέσων ἐπικοινωνίας, ὡς καὶ γιὰ κάθε ἄλλη ἀνάλογη συρρίκνωση τῆς ἰδιωτικότητας.

Παρὰ τὴν ἰσχὺ τῆς πρώτης παραγράφου, δύνανται νὰ τεθοῦν ὅρια στὸ ἀπαραβίαστον τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς, τοῦ οἴκου ἢ τῆς οἰκογένειας ἐὰν αὐτὸ εἶναι ἐπειγόντως ἀναγκαῖο χάριν τῶν δικαιωμάτων τῶν ἄλλων.

Ἄρθρο 12.  Δικαιώματα τν παιδιν

Διὰ νόμου ἐξασφαλίζονται ὑπὲρ τῶν παιδιῶν οἱ ἀπαιτούμενες γιὰ τὴν εὐημερία τους προστασία καὶ φροντίδα.

Τὸ συμφέρον τοῦ παιδιοῦ θὰ εἶναι τὸ πρώτιστο μέλημα σὲ ἀποφάσεις ἐπὶ ζητημάτων ποὺ ἀφοροῦν σὲ αὐτό.

Διασφαλίζεται τὸ δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ νὰ ἐκφράζει τὶς ἀπόψεις του σὲ κάθε περίπτωση ποὺ τὸ ἀφορᾷ καὶ ἡ δέουσα βαρύτητα θὰ ἀποδίδεται στὴν γνώμη τοῦ παιδιοῦ σύμφωνα μὲ τὴν ἡλικία καὶ τὴν ὡριμότητά του.

Ἄρθρο 13.  Δικαίωμα στν διοκτησία

Τὸ δικαίωμα στὴν ἰδιοκτησία εἶναι ἀπαραβίαστο. Οὐδεὶς θὰ ὑφίσταται ἀναγκαστικὴ ἀπαλλοτρίωση, ἐκτὸς ἐὰν αὐτὸ ἀπαιτεῖται ἀπὸ τὸ δημόσιο συμφέρον. Σὲ τοιαύτη περίπτωση, ἀπαιτεῖται νομοθετικὴ πρόβλεψη καὶ πλήρης αποζημίωση.

Τὸ δικαίωμα στὴν ἰδιοκτησία ὑπόκειται σὲ βάρη καὶ σὲ περιορισμοὺς σύμφωνα μὲ τὸν νόμο.

Ἄρθρο 14.  Δικαίωμα στν γνώμη κα στν κφρασή της

Ἅπαντες εἶναι ἐλεύθεροι νὰ ἔχουν τὶς ἀπόψεις καὶ τὶς πεποιθήσεις των καὶ δικαιοῦνται νὰ ἐκφράζουν τὶς σκέψεις των.

Λογοκρισία καὶ ἄλλα ἀνάλογα ἐμπόδια στὴν ἐλευθερία τῆς γνώμης οὐδέποτ’ ἐπιτρέπεται νὰ νομοθετηθοῦν. Περιορισμοὶ στὴν ἔκφραση τῆς γνώμης δύνανται, ὡστόσο, νὰ ἐπιβληθοῦν μὲ νόμο ὑπὲρ τῆς προστασίας τῶν παιδιῶν, τῆς ἀσφάλειας, τῆς ὑγείας, τῶν δικαιωμάτων ἢ τῆς ὑπόληψης τῶν ἄλλων, ὅπως αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο σὲ μία δημοκρατικὴ κοινωνία [σ.τ.μ. γιὰ τὴν φράση «δημοκρατικὴ κοινωνία» βλ. Νομολογία ΕΔΔΑ].

Οἱ δημόσιες ἀρχὲς ἐγγυῶνται τὶς προϋποθέσεις γιὰ ἀνοικτὴ καὶ τεκμηριωμένη συζήτηση. Ἡ πρόσβαση στὸ Διαδίκτυο καὶ στὴν πληροφορικὴ τεχνολογία δὲν θὰ περιορίζεται, εἰ μὴ μόνον ἀπὸ δικαστικὴ ἀπόφαση, καὶ θὰ ὑπόκειται στὶς ἴδιες προϋποθέσεις οἱ ὁποῖες ἰσχύουν στοὺς περιορισμοὺς κατὰ τὴν ἔκφραση τῆς γνώμης.

Ἅπαντες εὐθύνονται γιὰ τὴν ἔκφραση τῶν ἀπόψεών τους ἐνώπιον δικαστηρίου.

Ἄρθρο 15.  Δικαίωμα στν πληροφόρηση

Ἅπαντες εἶναι ἐλεύθεροι νὰ συλλέγουν καὶ διαδίδουν πληροφορίες.

Ἡ δημόσια διοίκηση θὰ διέπεται ἀπὸ διαφάνεια καὶ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἔγγραφου τύπου, ὅπως κατὰ τὴν διαδικασιά ἀκροάσεως, καὶ θὰ καταχωρεῖ σὲ ἀρχεῖο καὶ θὰ «ἐγγραφοποιεῖ» αἰτήματα καὶ ὑποθέσεις, τὴν προέλευσή τους, τὸν χειρισμό τους καὶ τὴν τελικὴ ἀπόφαση ἐπ’ αὐτῶν. Τέτοια ἔγγραφη τεκμηρίωση δὲν δύναται νὰ διαγραφεῖ εἰ μὴ μόνον κατὰ τὸν νόμο.

Πληροφορίες καὶ ἔγγραφα τηρούμενα ἀπὸ τὶς δημόσιες ἀρχὲς θὰ εἶναι προσιτὰ δίχως ἐξαίρεση καὶ ἡ πρόσβαση τοῦ κοινοῦ σὲ ὅλα τὰ ἔγγραφα τὰ ὁποῖα συλλέγουν ἢ γιὰ τὰ ὁποῖα πληρώνουν οἱ δημόσιες ἀρχὲς θὰ διασφαλίζεται μὲ νόμο. Κατάλογος ὅλων τῶν τηρούμενων ἀπὸ τὶς δημόσιες ἀρχὲς ὑποθέσεων καὶ ἐγγράφων, ἡ προέλευση καὶ τὸ περιεχόμενό τους θὰ εἶναι ἀνοιχτὰ σὲ ὅλους.

Ἡ συλλογή, διάδοση καὶ παράδοση ἐγγράφων, ἡ διατήρηση καὶ ἡ δημοσίευσή τους δύνανται ὅπως συντομευθοῦν ἢ περικοποῦν διὰ νόμου γιὰ δημοκρατικοὺς σκοπούς, ὡς εἶναι ἡ προστασία τῆς προσωπικῆς ἰδιωτικότητας [σ.τ.μ. μᾶλλον ἐννοεῖ πράγματα ὅπως αὐτὸ ποὺ λέμε «προσωπικὰ δεδομένα»], τὸ ἀπαραβίαστον τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς, ἡ ἀσφάλεια τοῦ κράτους εἴτε ἡ σύννομη δραστηριότητα ἐλεγκτικῶν ὑπηρεσιῶν. Περιορισμοὶ προσβάσεως σὲ ἐνεργὰ ἔγγραφα μποροῦν νὰ ἐπιβληθοῦν, ὑπὸ τὸν ὅρον ὅτι τέτοιοι περιορισμοὶ δὲν ἐκτείνονται πέραν τῶν ἀναγκαίων γιὰ τὴν προστασία τῆς ὁμαλῆς λειτουργίας τῶν δημοσίων ἀρχῶν.

Πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὶς αἰτίες καὶ τὰ χρονικὰ ὅρια τοῦ ἀπορρήτου θὰ παρέχονται γιὰ ὅλα τὰ συννόμως ἀπόρρητα ἔγγραφα.

Ἄρθρο 16.  λευθερία τν μέσων νημέρωσης

Ἡ ἐλευθερία τῶν μέσων, ἡ ἀνεξαρτησία τῶν ἀρχισυντακτῶν τους καὶ ἡ διαφάνεια περὶ τὸ ἰδιοκτησιακό τους καθεστὼς θὰ διασφαλίζονται μὲ νόμο.

Ἡ προστασία τῶν δημοσιογράφων, πηγῶν καὶ πληροφοριοδοτῶν θὰ διασφαλίζεται μὲ νόμο. Τὸ ἀπόρρητο τῶν πηγῶν δὲν αἴρεται χωρὶς τὴν συγκατάθεση τοῦ πληροφοριοδότη, εἰ μὴ μόνον κατὰ τὴν ποινικὴ διαδικασία καὶ μὲ ἀπόφαση δικαστηρίου.

Ἄρθρο 17.  Πολιτιστικ κα καδημαϊκ λευθερία

Ἡ ἐπιστημονική, ἀκαδημαϊκὴ καὶ καλλιτεχνικὴ ἐλευθερία διασφαλίζονται ἀπὸ τὸν νόμο.

Ἄρθρο 18.  Θρησκευτικ λευθερία

Διασφαλίζεται γιὰ ὅλους τὸ δικαίωμα στὸ θρησκεύεσθαι καὶ σὲ κοσμοθεωρία, συμπεριλαμβανομένων τοῦ δικαιώματος ἀλλαγῆς θρησκείας ἢ προσωπικῶν πεποιθήσεων καὶ τοῦ δικαιώματος τοῦ μή θρησκεύεσθαι.

Ἅπαντες εἶναι ἐλεύθεροι νὰ ἀσκοῦν τὴν θρησκεία τους, ἀτομικὰ ἢ ἀπὸ κοινοῦ μὲ ἄλλους, δημοσίως ἢ κατ’ ἰδίαν.

Ἡ ἐλευθερία ν’ ἀσκεῖται ἡ θρησκεία ἢ νὰ ἐκδηλώνονται οἱ προσωπικὲς πεποιθήσεις θὰ περιορίζεται ἀπὸ τὸν νόμο στὸν βαθμὸ ποὺ εἶναι ἀναγκαῖο σὲ μία δημοκρατικὴ κοινωνία [σ.τ.μ. βλ. σημ. Ἄρθρου 14].

Ἄρθρο 19.  κκλησιαστικ ργάνωση

Ἡ ὀργάνωση τῆς ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἐπικράτεια δύναται νὰ καθορισθεῖ μὲ νόμο.

Σὲ περιπτώσεις ὅπου τὸ Alþingi (Κοινοβούλιο) τροποποιεῖ τὸ ἐκκλησιαστικὸ καθεστώς, τὸ ζήτημα θὰ παραπέμπεται σὲ δημοψήφισμα ὅλων τῶν δικαιουμένων ἐκλογέων γιὰ ἔγκριση ἢ ἀπόρριψη [σ.τ.μ. μᾶλλον ἐννοεῖ τοὺς δηλωθέντες ὡς συμμετέχοντες στὴν (λουθηρανική) ἐκκλησία τῆς Ἰσλανδίας πολίτες καὶ ἀναφέρεται σὲ θέματα ἐνοριῶν, χρηματοδότησης κ.λπ., ὡς εἴθισται στὸν εὐρωπαϊκὸ βορρά].

Ἄρθρο 20. Δικαίωμα το συνεταιρίζεσθαι

Διασφαλίζεται γιὰ ὅλους τὸ δικαίωμα ἱδρύσεως ἑταιριῶν [σ.τ.μ. δὲν ἐννοεῖ μόνον τὶς ἐμπορικές, ἀλλὰ καὶ σωματεῖα κ.λπ.] γιὰ σύννομο σκοπὸ συμπεριλαμβανομένων πολιτικῶν κομμάτων καὶ συνδικάτων, χωρὶς νὰ χρειάζεται αἰτηθοῦν ἀδείας. Ἑταιρία δὲν δύναται νὰ διαλυθεῖ μέσῳ κυβερνητικοῦ μέτρου.

Οὐδεῖς μπορεῖ νὰ ὑποχρεωθεῖ νὰ εἶναι μέλος ἑταιρίας. Τέτοια ὑποχρέωση μπορεῖ νὰ ἐπιβληθεῖ μὲ νόμο ἐὰν ἀποδεικνύεται ἀναγκαῖο προκειμένου μία ἑταιρία νὰ ἐπιτύχει τὸν σύννομο προορισμό της χάριν τοῦ δημοσίου συμφέροντος ἢ τῶν δικαιωμάτων τῶν ἄλλων.

Ἄρθρο 21.  Δικαίωμα το συνέρχεσθαι.

Διασφαλίζεται γιὰ ὅλους τὸ δικαίωμα τοῦ συνέρχεσθαι χωρὶς εἰδικὴ ἄδεια, ὡς γιὰ νὰ συναντηθοῦν ἢ νὰ διαμαρτυρηθοῦν. Τὸ δικαίωμα αὐτὸ δὲν θὰ περιορίζεται εἰ μὴ μόνον διὰ νόμου καὶ κατὰ τὰ ἀναγκαῖα σὲ μία δημοκρατικὴ κοινωνία.

Ἄρθρο 22. Κοινωνικ δικαιώματα

Διασφαλίζεται γιὰ ὅλους τὸ δικαίωμα σὲ ἕνα ἐπαρκὲς ἐπίπεδο διαβίωσης καὶ σὲ κοινωνικὴ ἀσφάλιση.

Γιὰ ὅσους εὑρίσκονται σὲ τοιαύτη ἀνάγκη θὰ εἶναι διὰ νόμου ἐγγυημένο τὸ δικαίωμα σὲ δημόσια κοινωνικὴ ἀσφάλιση καὶ δημόσια ἀρωγή, ὅπως ἐξ αἰτίας ἀνεργίας, τοκετοῦ, τρίτης ἡλικίας, πενίας, ἀνημπόριας, ἀσθενείας ἢ μόνιμης ἀναπηρίας ἢ παρόμοιων περιστάσεων.

Ἄρθρο 23.  πηρεσίες γείας

Ἅπαντες θὰ δικαιοῦνται διανοητικῆς καὶ σωματικῆς ὑγείας στὸ ὑψηλότερο δυνατὸ ἐπίπεδο.

Ἅπαντες διὰ νόμου θὰ ἔχουν τὸ δικαίωμα σὲ προσβάσιμες, κατάλληλες καὶ ἐπαρκεῖς ὑπηρεσίες ὑγείας.

Ἄρθρο 24.  κπαίδευση

Ἅπαντες διὰ νόμου θὰ δικαιοῦνται γενικῆς ἐκπαίδευσης βάσει τῶν ἱκανοτήτων τους.

Ὅσοι ὑπόκεινται σὲ ὑποχρεωτικὴ ἐκπαίδευση θὰ τὴν λαμβάνουν χωρὶς ἐπιβάρυνση.

Ἡ ἐκπαίδευση θὰ προσαρμόζεται στὴν γενικὴ ἱκανότητα τοῦ κάθε ἀτόμου καὶ θὰ εὐθυγραμμίζεται μὲ τὴν κριτικὴ ἐπίγνωση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, τῶν δημοκρατικῶν δικαιωμάτων καὶ ὑποχρεώσεων.

Ἄρθρο 25. λευθερία ργασίας

Ἅπαντες εἶναι ἐλεύθεροι νὰ ἐπιδιώξουν τὴν ἐργασιακὴ ἀπασχόληση ποὺ ἐπιλέγουν. Ἡ ἐλευθερία αὐτὴ μπορεῖ νὰ περιοριστεῖ διὰ νόμου χάριν τοῦ δημοσίου συμφέροντος.

Ἀξιοπρεπεῖς συνθῆκες ἐργασίας θὰ ἐπιβάλλονται διὰ νόμου, ὅπως σχετικὰ μὲ τὰ χρονικὰ διαστήματα ἀναπαύσεως, τὶς διακοπὲς καὶ τὶς ὧρες διαλείμματος. Σὲ ὅλους ἀπονέμεται τὸ δικαίωμα σὲ δίκαιη ἀμοιβὴ καὶ ἄλλα ἐργατικὰ δικαιώματα.

Ἄρθρο 26.  Δικαίωμα κατοικίας κα κινήσεως

Ἅπαντες εἶναι ἐλεύθεροι νὰ ἐπιλέξουν τὸν τόπο κατοικίας των καὶ εἶναι ἐλεύθεροι νὰ κινοῦνται, ἐντὸς τῶν ὁρίων τοῦ νόμου.

Σὲ οὐδένα μπορεῖ νὰ ἀπαγορευθεῖ ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴν χώρα εἰ μὴ μόνον μὲ δικαστικὴ ἀπόφαση. Ἡ ἀναχώρηση τινὸς ἀπὸ τὴν χώρα μπορεῖ νὰ ἀνασταλεῖ μὲ σύννομη σύλληψη.

Ὁ νόμος θὰ καθορίζει τὸ δικαίωμα τῶν προσφύγων καὶ τῶν αἰτούντων ἀσύλου σὲ δίκαιη καὶ ταχεία ἐξέταση τῶν ὑποθέσεών τους.

Ἄρθρο 27.  Στέρηση τς λευθερίας

Οὐδεῖς στερεῖται τῆς ἐλευθερίας του εἰ μὴ μόνον ὅπως ἐξουσιοδοτεῖ πρὸς τοῦτο ὁ νόμος.

Ὅποιος στερήθηκε τὴν ἐλευθερία του, δικαιοῦται ἀμελλητὶ νὰ πληροφορηθεῖ τὸν λόγο.

Ὅποιος συνελήφθῃ μὲ τὴν ὑπόνοια τελέσεως ἐγκλήματος, πρέπει ἀνεξαιρέτως νὰ ὁδηγηθῇ ἐνώπιον δικαστοῦ. Ἐὰν ὁ συλληφθεὶς δὲν ἀπελευθερωθῇ ἄμεσα, θὰ πρέπει ὁ δικαστής, ἐντὸς 24 ὡρῶν, νὰ ἐκδόσει αἰτιολογημένη ἀπόφαση περὶ τοῦ ἂν θὰ πρέπει ὁ συλληφθεὶς νὰ ὁδηγηθῇ σὲ προσωρινὴ κράτηση. Προσωρινὴ κράτηση ἐπιβάλλεται μόνον σὲ ἐγκλήματα γιὰ τὰ ὁποῖα προβλέπεται ποινὴ φυλάκισης. Τὸ δικαίωμα ἐφέσεως κατὰ προσωρινῆς κρατήσεως διασφαλίζεται διὰ νόμου. Οὐδεῖς τίθεται σὲ προσωρινὴ κράτηση γιὰ χρόνο πλείονα τοῦ ἀναγκαίου. Ὅποιος γιὰ λόγους πέραν τοῦ ποινικοῦ ἀδικήματος ὑφίσταται στέρηση τῆς ἐλευθερίας του, δικαιοῦται νὰ ἀποφανθῇ δικαστήριο σχετικὰ μὲ τὴν νομιμότητα αὐτῆς τὸ συντομώτερο δυνατόν. Ἐὰν ἡ στέρηση τῆς ἐλευθερίας κάποιου ἀποδειχθῇ παράνομη, αὐτὸς ἀπελευθερώνεται.

Ἐὰν κάποιος ἔχει στερηθῇ τῆς ἐλευθερίας του ἀναίτια, θὰ ἔχει τὸ δικαίωμα σὲ ἀποζημίωση.

Ἄρθρο 28. Δικαίωμα δικαστικς προστασίας

Ἅπαντες ἔχουν δικαίωμα σὲ δικανικὴ κρίση ἐπὶ τῶν δικαιωμάτων καὶ ὑποχρεώσεών τους καὶ νὰ εἶναι ὑποκείμενα δίκαιης δίκης σὲ περιπτώσεις ποινικῆς δίωξης ἐντὸς εὐλόγους χρόνου ἐνώπιον ἀνεξάρτητου καὶ ἀμερόληπτου δικαστηρίου. Τὰ ἀκροατήρια τῶν δικῶν θὰ εἶναι ἀνοιχτά, ἐκτὸς ἂν ὁ δικαστὴς ἀποφανθῇ ἄλλως, σύμφωνα μὲ τὸν νόμο προκειμένου νὰ διαφυλάξει τὴν δημόσια εἰρήνη, τὴν ἀσφάλεια τοῦ κράτους ἢ τὰ ἔννομα συμφέροντα τῶν διαδίκων μερῶν καὶ τῶν μαρτύρων.

Ὅποιος κατηγορεῖται γιὰ τέλεση ποινικοῦ ἀδικήματος, θὰ θεωρεῖται ἀθῶος μέχρις ἀποδείξεως τῆς ἐνοχῆς του.

Ἄρθρο 29. παγόρευση πάνθρωπης μεταχείρισης

Ἡ θανατικὴ ποινὴ δὲν μπορεῖ νὰ εἰσαχθῇ στὴν ἔννομη τάξη.

Οὐδεῖς ἐπιτρέπεται νὰ βασανίζεται ἢ ἄλλως πως νὰ ὑποβάλλεται σὲ ἀπάνθρωπην ἢ ἐξευτελιστικὴ μεταχείριση ἢ ποινή.

Οὐδεῖς ἐπιτρέπεται νὰ ὑποβάλλεται σὲ καταναγκαστικὴ ἐργασία.

Ἄρθρο 30. παγόρευση ναδρομικς ποινς

Οὐδεῖς θὰ ὑπόκειται σὲ ποινικὴ τιμώρηση, εἰ μὴ μόνον ἐὰν ἔχει βρεθῆ ἔνοχος ἀξιόποινου ἀδικήματος σύμφωνα μὲ νόμο ἰσχύοντα κατὰ τὸν χρόνο τῆς πράξεως ἢ νόμο προβλέποντα πράξη ἀπόλυτα συγκρίσιμη μὲ τὴν διαπραχθεῖσα. Ἡ ποινὴ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπαχθέστερη ἀπὸ τὴν προβλεπόμενη κατὰ τὸν χρόνο τελέσεως.

Ἄρθρο 31. παγόρευσις ποχρεωτικς στρατιωτικς θητείας

Ὑποχρεωτικὴ στρατιωτικὴ θητεία οὐδέποτ’ ἐπιτρέπεται νὰ εἰσαχθῇ στὴν ἔννομη τάξη.

Ἄρθρο 32. Πολιτιστικο θησαυροί

Πολύτιμοι ἐθνικοὶ θησαυροὶ ἀνήκοντες στὴν πολιτιστικὴ κληρονομιὰ τῆς Ἰσλανδίας, ὅπως ἀντικείμενα ἐθνικῆς ἀξίας καὶ ἀρχαῖα χειρόγραφα, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ καταστραφοῦν μήτε νὰ παραχωρηθῇ μόνιμα ἡ κυριότητα ἢ ἡ χρήση τους, νὰ ἐκποιηθοῦν ἢ ἐνεχυρασθοῦν.

Ἄρθρο 33.  Φύση κα περιβάλλον τς σλανδίας

Ἡ φύση τῆς Ἰσλανδίας συνιστᾷ τὸ θεμέλιο γιὰ τὴν ζωὴ στὴν χώρα. Ὀφείλουν ὅλοι νὰ τὴν σέβονται καὶ νὰ τὴν προστατεύουν.

Σὲ ὅλους θὰ ἀπονέμεται διὰ νόμου τὸ δικαίωμα σὲ ὑγιὲς περιβάλλον, καθαρὸ νερό, ἀμόλυντο ἀέρο καὶ ἄσπιλη φύση. Τοῦτο συνεπάγεται ὅτι ἡ ποικιλότητα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ τοπίου θὰ πρέπει νὰ διατηρηθοῦν καὶ ὅτι οἱ φυσικοὶ θησαυροί, ἀκατοίκητες περιοχές, ἡ βλάστηση καὶ τὸ χῶμα θὰ ἀπολαμβάνουν προστασίας. Παλαιότερες καταστροφὲς θὰ θεραπεύονται κατὰ τὸ δυνατόν.

Ἡ χρήση τῶν φυσικῶν πόρων θὰ εἶναι τέτοια ὥστε μακροπρόθεσμα νὰ ἐλαχιστοποιεῖται ἡ ἐξάντλησή τους καὶ τὰ δικαιώματα τῶν ἑπόμενων γενεῶν στὴν φύση νὰ εἶναι σεβαστά.

Θὰ διασφαλίζεται διὰ νόμου τὸ δικαίωμα τοῦ κοινοῦ νὰ ταξιδεύει ἀνὰ τὴν χώρα γιὰ σύννομους σκοποὺς μὲ σεβασμὸ πρὸς τὴν φύση καὶ τὸ περιβάλλον.

Ἄρθρο 34. Φυσικο πόροι

Οἱ φυσικοὶ πόροι τῆς Ἰσλανδίας, ποὺ δὲν εἶναι ἰδιωτικὴ περιουσία, θὰ ἀποτελοῦν τὸ κοινὸ καὶ ἀέναο κτῆμα τοῦ ἔθνους. Οὐδεῖς δύναται νὰ ἀποκτήσει τοὺς φυσικοὺς πόρους, ἢ δικαιώματα συνδεδεμένα πρὸς αὐτούς, ὡς ἰδιοκτησία ἢ γιὰ μόνιμη χρήση καὶ δὲν δύνανται νὰ πωληθοῦν ἢ ἐνεχυρασθοῦν.

Οἱ φυσικοὶ πόροι ὡς δημόσια περιουσία συμπεριλαμβάνουν θαλάσσια ἀποθέματα ἁλιείας, ἄλλους πόρους τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τοῦ πυθμένα ἐντὸς τῆς Ἰσλανδικῆς οἰκονομικῆς ζώνης, τὶς ὑδάτινες πηγὲς καὶ δικαιώματα ἀξιοποίησης τοῦ νεροῦ, τὰ δικαιώματα στὴν γεωθερμικὴ ἐνέργεια καὶ ὁ ὀρυκτὸς πλοῦτος. Ἡ δημόσια κυριότητα ἐπὶ τῶν φυσικῶν πόρων κάτω ἀπὸ ὁρισμένο βάθος ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς, καθορίζεται διὰ νόμου.

Κατὰ τὴν χρήση τῶν φυσικῶν πόρων, ἡ βιώσιμη ἀνάπτυξη καὶ τὸ δημόσιο συμφέρον θὰ ἀποτελοῦν ὁδηγό.

Οἱ δημόσιες ἀρχές, ἀπὸ κοινοῦ μὲ ὅσους χρησιμοποιοῦν τοὺς φυσικοὺς πόρους, θὰ εἶναι ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν προστασία τους. Οἱ δημόσιες ἀρχὲς θὰ μποροῦν, ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ νόμου, νὰ ἐκδίδουν ἄδειες γιὰ τὴν χρήση τῶν φυσικῶν πόρων ἢ ἄλλων πεπερασμένων δημοσίων ἀγαθῶν, ἔναντι πλήρους χρηματικοῦ ἀνταλλάγματος καὶ γιὰ λελογισμένο χρονικὸ διάστημα σὲ κάθε περίπτωση. Τέτοιες ἄδειες θὰ ἐκδίδονται στὴν βάση τῆς ἰσότιμης ἀντιμετώπισης τῶν αἰτούντων καὶ δὲν θὰ πρέπει νὰ ὁδηγοῦν σὲ δικαίωμα κυριότητας ἢ ἀμετάστρεπτου ἐλέγχου τῶν φυσικῶν πόρων.

Ἄρθρο 35. Πληροφόρηση γι τ περιβάλλον κα τ μπλεκόμενα μέρη

Οἱ δημόσιες ἀρχὲς θὰ ἐνημερώνουν τὸ κοινὸ σχετικὰ μὲ τὴν κατάσταση τοῦ περιβάλλοντος καὶ τῆς φύσεως καὶ σχετικὰ μὲ τὴν ἐπίπτωση τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας ἐπ’ αὐτῶν. Οἱ δημόσιες ἀρχὲς καὶ ἄλλοι θὰ πρέπει νὰ παρέχουν πληροφορίες σχετικὰ μὲ ἐπικείμενο κίνδυνο γιὰ τὴν φύση, ὅπως μία περιβαλλοντικὴ μόλυνση.

Ὁ νόμος θὰ διασφαλίζει τὸ δικαίωμα τοῦ κοινοῦ νὰ ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ συμμετέχει στὴν προετοιμασία τῶν ἀποφάσεων οἱ ὁποῖες ἔχουν ἐπίπτωση ἐπὶ τοῦ περιβάλλοντος καὶ τῆς φύσεως, ὡς ἐπίσης νὰ ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀναζητεῖ ἀνεξάρτητες γνωμοδοτήσεις ἐπ’ αὐτῶν.

Κατὰ τὴν λήψη ἀποφάσεων σχετικῶν μὲ τὴν φύση καὶ τὸ περιβάλλον τῆς Ἰσλανδίας, οἱ δημόσιες ἀρχὲς θὰ πρέπει νὰ βασίζουν τὶς ἀποφάσεις τους στὶς κύριες ἀρχὲς τοῦ περιβαλλοντικοῦ δικαίου.

Ἄρθρο 36. Προστασία τν ζώων

Ἡ προστασία τῶν ζώων ἀπὸ τὴν κακομεταχείριση, ὡς ἐπίσης τῶν ὑπὸ ἐξαφάνισιν εἰδῶν, θὰ ἐξασφαλίζεται διὰ νόμου.

Κεφάλαιο Γ.  Alþingi (Κοινοβούλιο)

Ἄρθρο 37. ποστολ το Alþingi

Τὸ Alþingi (Κοινοβούλιο) εἶναι περιβεβλημένο μὲ τὴν νομοθετικὴ ἐξουσία καὶ τὴν ἐξουσία νὰ διαχειρίζεται τὶς δημοσιονομικὲς ὑποθέσεις τοῦ κράτους καὶ ἐπιβλέπει τὸν ἐκτελεστικὸ βραγχίονα ὅπως διευκρινίζεται περαιτέρω στὸ παρὸν Σύνταγμα καὶ σὲ ἄλλους νόμους.

Ἄρθρο 38.  παραβίαστο

Τὸ Alþingi εἶναι ἀπαραβίαστο. Ἡ ὁμαλὴ λειτουργία καὶ ἡ ἐλευθερία του θὰ εἶναι ἀδιατάρακτες.

Ἄρθρο 39.  κλογς γι τ Alþingi

Τὸ Alþingi θὰ ἔχει 63 μέλη ἐκλεγόμενα μὲ μυστικὴ ψηφοφορία γιὰ περίοδο τεσσάρων ἐτῶν.

Ἡ ψῆφος τῶν ἐκλογέων ὁπουδήποτε στὴν χώρα θὰ ἔχει ἴση βαρύτητα.

Ἡ χώρα μπορεῖ νὰ διαιρεθῇ σὲ ἐκλογικὲς περιφέρειες. Θὰ εἶναι τὸ μέγιστον ὀκτώ.

Σύνδεσμοι ὑποψηφίων προτείνουν ψηφοδέλτιο ἀνὰ περιφέρεια ἢ γιὰ ὅλην τὴν ἐπικράτεια ἢ καί τὰ δύο. Ὑποψήφιος μπορεῖ νὰ περιλαμβάνεται ταυτόχρονα σὲ ψηφοδέλτιο ἐπικρατείας ἢ σὲ ψηφοδέλτιο περιφερείας τοῦ ἴδιου συνδέσμου.

Ὁ ἐκλογέας ἐπιλέγει ὑποψηφίους ὡς ἄτομα εἴτε ἀπὸ τὰ ψηφοδέλτια τῆς περιφερείας ὅπου ὑπάγεται εἴτε ἀπὸ τὰ ψηφοδέλτια ἐπικρατείας εἴτε ἀπὸ ἀμφότερα. Ἐναλλακτικά, θὰ μπορεῖ νὰ ψηφίζει ἕνα ψηφοδέλτιο περιφερείας ἢ ἕνα ψηφοδέλτιο ἐπικρατείας, ὁπότε θὰ ἔχει ψηφίσει ἐξίσου ὅλους τοὺς ὑποψηφίους τοῦ ψηφοδελτίου. Θὰ μπορεῖ νὰ ὁρισθῇ μὲ νόμο, ἡ ἐπιλογὴ νὰ περιορίζεται στὸ ψηφοδέλτιο περιφερείας ἢ στὸ ψηφοδέλτιο ἐπικρατείας τοῦ ἴδιου συνδέσμου.

Οἱ ἕδρες στὸ Alþingi θὰ κατανέμονται στοὺς συνδέσμους τῶν ὑποψηφίων οὕτως ὥστε καθένας νὰ λαμβάνει ἀριθμὸ μελῶν σὲ ἀκριβὲς ποσοστὸ πρὸς τὸν συνολικὸ ἀριθμὸ ψήφων.

Θὰ ὁρισθῇ διὰ νόμου ὁ τρόπος ποὺ οἱ ἕδρες θὰ κατανέμονται στοὺς ὑποψηφίους βάσει τῶν ψήφων ποὺ ἔλαβαν.

Θὰ μπορεῖ νὰ ὁρισθῇ διὰ νόμου ὅτι συγκεκριμένος ἀριθμὸς ἑδρῶν θὰ δεσμεύεται στὶς περιφέρειες καθ’ αὑτές, ἀλλὰ δὲν θὰ ὑπερβαίνει τὶς 30 συνολικά. Ὁ ἀριθμὸς ψηφοφόρων στὸν ἐκλογικὸ κατάλογο τῆς κάθε δεσμευμένης ἕδρας δὲν θὰ εἶναι κατώτερος τοῦ μέσου ἀριθμοῦ [ἐκλογέων, ὅπως αὐτὸς προκύπτει] μὲ βάση τὸ σύνολο τῶν 63 ἑδρῶν.

Στὸν ἐκλογικὸ νόμο θὰ καθορίζεται τὸ πῶς ἡ ἀναλογία γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν μελῶν στὸ Alþingi θὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ὅσο τὸ δυνατὸν ἴση.

Ἀλλαγὲς στὶς ἐκλογικὲς περιφέρειες, ἡ κατανομὴ τῶν ἑδρῶν στὸ Alþingi καὶ κανόνες [θέσεως κ.λπ.] ὑποψηφιότητας ὡς τίθενται διὰ νόμου μποροῦν νὰ τροποποιοῦνται μόνον μὲ τὴν συναίνεση τῶν δύο-τρίτων τῶν ψήφων στὸ Alþingi. Τέτοιες τροποποιήσεις δὲν ἐπιτρέπεται νὰ περάσουν ἐὰν ὑπολείπονται λιγότεροι τῶν ἕξι μηνῶν μέχρι τὶς ἑπόμενες ἐκλογὲς καὶ δὲν θὰ ἐφαρμόζονται ἐὰν προκηρυχθοῦν ἐκλογὲς ἐντὸς ἑξαμήνου ἀπὸ τὴν ἐπικύρωσή τους.

Ἄρθρο 40. Περίοδος θητείας

Οἱ τακτικὲς ἐκλογὲς γιὰ τὸ Alþingi θὰ λαμβάνουν χώρα ὄχι ἀργότερα ἀπὸ τὸ τέλος τῆς περιόδου θητείας του.

Ἡ περίοδος θητείας εἶναι τέσσερα χρόνια.

Ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς περιόδου θητείας θὰ εἶναι στὴν ἴδια ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος τοῦ ἴδιου μῆνα, ὑπολογιζομένης ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ μῆνα.

Ἄρθρο 41.  Δικαίωμα ψήφου

Ὅλοι οἱ ἄνω τῶν 18 ἐτῶν κατὰ τὸν χρόνο τῶν ἐκλογῶν πολίτες τῆς Ἰσλανδίας θὰ ἔχουν δικαίωμα ψήφου στὶς ἐκλογὲς γιὰ τὸ Alþingi. Ἡ νόμιμη κατοικία στὴν Ἰσλανδία κατὰ τὸν χρόνο τῶν ἐκλογῶν εἶναι ὁμοίως προϋπόθεση γιὰ τὸ δικαίωμα ψήφου, ἐκτὸς ἐὰν ἐξαιρέσεις ἀπὸ τὸν κανόνα αὐτὸν τεθοῦν ἀπὸ τὸν νόμο περὶ ἐκλογῶν γιὰ τὸ Alþingi.

Περαιτέρω κανόνες ἐπὶ τῶν ἐκλογῶν γιὰ τὸ Alþingi θὰ τεθοῦν ἀπὸ τὸν ἐκλογικὸ νόμο.

Ἄρθρο 42.  κλογιμότητα τν ποψηφίων

Κάθε πολίτης μὲ δικαίωμα ψήφου καὶ ἀκηλίδωτη φήμη ἔχει δικαίωμα νὰ εἶναι ὑποψήφιος γιὰ τὶς ἐκλογὲς στὸ Alþingi.

Οἱ δικαστὲς τοῦ Ἀνωτάτου Δικαστηρίου δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ εἶναι ὑποψήφιοι.

Σὲ περίπτωση ποὺ μέλος τοῦ Alþingi ἀπολέσει τὸ δικαίωμα ἐκλογιμότητάς του, τοῦ ἀφαιρεῖται τὸ δικαίωμα ἐκ τῆς ἐκλογῆς του. Ἀναπληρωματικὸς θὰ λάβει τότε τὴν ἕδρα του στὸ Alþingi.

Ἄρθρο 43.  γκυρότητα τν κλογν

Τὸ Alþingi θὰ ἐκλέγει μία ἐθνικὴ ἐκλογικὴ ἐπιτροπὴ γιὰ ν’ ἀποφαίνεται ἐπὶ τῆς ἐγκυρότητας τῶν ἐκλογῶν γιὰ τὸν Πρόεδρο, ἐκλογῶν γιὰ τὸ Alþingi καὶ τῶν ἐθνικῶν δημοψηφισμάτων.

Ἡ ἐκλογικὴ ἐπιτροπὴ ἐκδίδει ἐπιστολὲς διορισμοῦ πρὸς τὸν Πρόεδρο καὶ τὰ μέλη τοῦ Alþingi καὶ ἀποφαίνεται ἂν ἕνα μέλος τοῦ Alþingi ἔχει ἀπολέσει τὸ δικαίωμα ἐκλογιμότητάς του. Τὸ ἔργο τῆς ἐκλογικῆς ἐπιτροπῆς θὰ προσδιορισθῇ περαιτέρω διὰ νόμου.

Εἶναι δυνατὴ ἡ προσφυγὴ στὰ δικαστήρια κατὰ τῶν ἀποφάσεων τῆς ἐκλογικῆς ἐπιτροπῆς.

Ἄρθρο 44.  Συνελεύσεις το Alþingi

Τὸ Alþingi θὰ συνέρχεται ὄχι ἀργότερον ἀπὸ δύο ἑβδομάδες μετὰ ἀπὸ κάθε ἐκλογὲς γιὰ τὸ Alþingi.

Ἡ ἡμερομηνία συγκλήσεως τοῦ Alþingi σὲ τακτικὴ συνέλευση καὶ ἡ διαίρεση τῆς περιόδου θητείας του σὲ ξεχωριστὲς συνελεύσεις [σ.τ.μ. νομίζω, αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς λέμε ‘βουλευτικὲς περιόδους’] θὰ τεθῇ διὰ νόμου.

Ἄρθρο 45.  δρα το Alþingi

Τὸ Alþingi συνέρχεται κανονικὰ στὸ Reykjavík, ἀλλὰ μπορεῖ ν’ ἀποφασίσει ὅτι θὰ συνέλθει ἀλλοῦ.

Ἄρθρο 46.  Σύγκληση το Alþingi

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας συγκαλεῖ τὸ Alþingi ἀμέσως μετὰ τὶς ἐκλογὲς γιὰ τὸ Alþingi καὶ κηρύσσει κατ’ ἔτος τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τοῦ Alþingi.

Ὁ Πρόεδρος ἐπίσης συγκαλεῖ τὸ Alþingi καὶ κηρύσσει τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν του τῇ προτάσει τοῦ Προέδρου του ἢ τοῦ ἑνὸς-τρίτου τῶν μελῶν τοῦ Alþingi.

Ἄρθρο 47.  ρκωμοσία

Κάθε μέλος τοῦ νέου Alþingi ὑπογράφει ὅρκο πίστεως στὸ Σύνταγμα ἀφότου ἡ ἐκλογή του κριθεῖ ἔγκυρη.

Ἄρθρο 48.  νεξαρτησία τν μελν το Alþingi

Τὰ μέλη τοῦ Alþingi δεσμεύονται ἀποκλειστικῶς ἀπὸ τὶς πεποιθήσεις των καὶ ὄχι ἀπὸ κατευθύνσεις ἄλλων.

Ἄρθρο 49. παραβίαστον [σ.τ.μ. λλως, καταδίωκτον] τν μελν το Alþingi

Μέλη τοῦ Alþingi δὲν ἐπιτρέπεται νὰ προφυλακισθοῦν ἢ νὰ δικασθοῦν ἐνώπιον τῆς ποινικῆς δικαιοσύνης χωρὶς τὴν συναίνεση τοῦ Alþingi, ἐκτὸς ἐὰν ἀποδειχθεῖ ὅτι ἔχουν διαπράξει ἔγκλημα.

Μέλος τοῦ Alþingi δὲν θὰ εὐθύνεται ἐκτὸς τοῦ Alþingi γιὰ λεγόμενά του ἐντὸς τοῦ Alþingi, ἐκτὸς ἂν τὸ ἐπιτρέψει τὸ Alþingi.

Μέλος τοῦ Alþingi μπορεῖ νὰ ἐξαιρέσει ἑαυτὸν ἀπὸ τὸ ἀπαραβίαστον.

Ἄρθρο 50. Καταγραφ συμφερόντων κα ποκλεισμός

Μέλος τοῦ Alþingi δὲν ἐπιτρέπεται νὰ συμμετάσχει στὴν διαβούλευση ἐνώπιον τοῦ Alþingi ἐπὶ ζητήματος ποὺ ἀφορᾷ οὐσιωδῶς στὸν ἴδιον ἢ σὲ ἀνθρώπους συνδεομένους στενὰ μὲ αὐτόν. Ὁ μὴ ἀποκλεισμὸς τῶν μελῶν τοῦ Alþingi θὰ τεθῇ μἐ νόμο. Ὁ ἀποκλεισμὸς μέλους τοῦ Alþingi δὲν θὰ ἐπηρεάζει τὴν ἐγκυρότητα τῶν ψηφισθέντων νόμων.

Τὸ καθῆκον τῶν μελῶν τοῦ Alþingi νὰ παρέχουν πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὰ οἰκονομικά τους συμφέροντα θὰ προσδιορισθῇ μὲ νόμο.

Ἄρθρο 51. Χορηγίες πρς τος ποψηφίους κα τος συνδέσμους των

Οἱ κανόνες ποὺ διέπουν τὴν δραστηριότητα τῶν πολιτικῶν συνδέσμων θὰ τεθοῦν διὰ νόμου, ὡς ἐπίσης καὶ τὰ οἰκονομικὰ τῶν ὑποψηφίων προκειμένου νὰ παραμένει ἐλεγχόμενο τὸ κόστος, νὰ διασφαλίζεται ἡ διαφάνεια καὶ νὰ περιορίζεται ἡ διαφήμιση στὸν προεκλογικὸ ἀγῶνα.

Πληροφορίες περὶ χορηγιῶν ὑπερβαινουσῶν ἑνὸς συγκεκριμένου ἐλαχίστου ποσοῦ θὰ δημοσιεύονται ἄμεσα σύμφωνα μὲ περαιτέρω διατάγματα βάσει νόμου.

Ἄρθρο 52.  Πρόεδρος το Alþingi

Τὸ Alþingi ἐκλέγει τὸν Πρόεδρό του μὲ ψῆφο δύο-τρίτων κατὰ τὴν ἔναρξη κάθε περιόδου θητείας του. Ἐὰν ἕνας Πρόεδρος δὲν ὁλοκληρώσει τὸν χρόνο θητείας νέος Πρόεδρος θὰ ἐκλεγεῖ κατὰ τὸν ἴδιον τρόπο.

Ὁ Πρόεδρος διαχειρίζεται τὶς ἐργασίες τοῦ Alþingi. Εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὴν λειτουργία τοῦ Alþingi καὶ διατηρεῖ τὴν ἀνώτατη διεύθυνσή του. Οἱ Ἀντιπρόεδροι συνεργάζονται μὲ τὸν Πρόεδρο καὶ ἐνεργοῦν ὡς ἀναπληρωτές του καὶ σχηματίζουν μία προεδρικὴ ἐπιτροπὴ μαζί του. Ἡ ἐκλογή τους θὰ καθορισθῇ μὲ νόμο.

Ὁ Πρόεδρος τοῦ Alþingi παύει νὰ εἶναι μέλος τοῦ Alþingi καὶ δὲν ἔχει δικαίωμα ψήφου. Ὁ ἀναπληρωματικός του θὰ λαμβάνει τὴν ἕδρα του στὸ Alþingi γιὰ ὅσο διατηρεῖ τὸ ἀξίωμα.

Ἄρθρο 53.  Κανονισμς το Alþingi

Ὁ κανονισμὸς λειτουργίας τοῦ Alþingi τίθεται διὰ νόμου.

Ἄρθρο 54. πιτροπς το Alþingi

Τὸ Alþingi ἐκλέγει μόνιμες ἐπιτροπὲς γιὰ νὰ διαβουλεύονται ἐπὶ κοινοβουλευτικῶν θεμάτων. Ὁ τρόπος ἐργασίας τῶν ἐπιτροπῶν θὰ καθορισθῇ μὲ νόμο.

Ἄρθρο 55. νοιχτς συνεδριάσεις

Οἱ συνεδριάσεις τοῦ Alþingi θὰ εἶναι ἀνοιχτὲς στὸ κοινό.

Ἐπιτροπὴ τοῦ Alþingi δύναται νὰ ἀποφασίσει ὅτι ἡ συνεδρίασή του θὰ εἶναι ἀνοιχτὴ στὸ κοινό.

Ἄρθρο 56. Εσαγωγ θεμάτων στ Alþingi

Τὰ μέλη τοῦ Alþingi ἔχουν δικαίωμα νὰ εἰσάγουν νομοσχέδια, προτάσεις ψηφισμάτων καὶ ἄλλα θέματα ἐνώπιον τοῦ Alþingi.

Οἱ ὑπουργοὶ δύνανται νὰ εἰσάγουν νομοσχέδια καὶ προσχέδια ψηφισμάτων στὸ Alþingi, στὰ ὁποῖα τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο ἔχει συμφωνήσει.

Ἄρθρο 57. Κατάθεση νομοσχεδίων

Νομοσχέδια εἰσαχθέντα ἀπὸ μέλη τοῦ Alþingi καὶ ἀπὸ τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο παραδίδονται στὶς ἐπιτροπὲς τοῦ Alþingi γιὰ διαβούλευση προτοῦ συζητηθοῦν ἀπὸ τὸ Alþingi. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ θέματα ποὺ εἰσάγονται στὸ Alþingi ἀπὸ ἐκλογεῖς.

Μία ἐκτίμηση τῶν συνεπειῶν ἀπὸ τὴν ψήφιση ἑνὸς νόμου θὰ πρέπει νὰ συνοδεύει τὰ νομοσχέδια κατ’ ἀκολουθίαν πρὸς περαιτέρω προβλέψεις τοῦ νόμου.

Νομοσχέδια δὲν μποροῦν νὰ ἐγκρίνονται προτοῦ ἀναγνωσθοῦν τοὐλάχιστον δύο φορές.

Νομοσχέδια ποὺ δὲν ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ ἀκυρώνονται ὅταν λήξει ἡ περίοδος θητείας.

Ἄρθρο 58. Κατάθεση κοινοβουλευτικν ψηφισμάτων κα λλων θεμάτων νώπιον το Alþingi

Οἱ προτάσεις τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου γιὰ κοινοβουλευτικὰ ψηφίσματα θὰ παραδίδονται στὶς ἐπιτροπὲς τοῦ Alþingi γιὰ διαβούλευση προτοῦ συζητηθοῦν ἀπὸ τὸ Alþingi.

Κοινοβουλευτικὰ ψηφίσματα δὲν ἐπιτρέπεται νὰ περάσουν πρὶν ἀπὸ δύο τοὐλάχιστον ἀναγνώσεις.

Προτάσεις γιὰ κοινοβουλευτικὰ ψηφίσματα ποὺ δὲν ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ ἀκυρώνονται ὅταν λήξει ἡ περίοδος θητείας.

Προτάσεις γιὰ τὴν διάλυση τοῦ Alþingi ἢ ἄρσεως τῆς ἐμπιστοσύνης πρὸς ὑπουργοὺς θὰ συζητοῦνται καὶ θὰ ὑπέρ- ἢ κατά-ψηφίζονται μετὰ μίαν ἀνάγνωση.

Ἡ κατάθεση θεμάτων ἐνώπιον τοῦ Alþingi θὰ προσδιορισθῇ, ὡς πρὸς κάθε ἄλλη ἄποψη, διὰ νόμου.

Ἄρθρο 59. Δυνατότητα ποφάσεως

Τὸ Alþingi δύναται ν’ ἀποφανθῇ ἐπὶ θέματος μόνον ἐὰν πλέον τοῦ ἡμίσεος τῶν μελῶν του εἶναι παρόντα σὲ συνεδρίαση καὶ συμμετέχουν σὲ ψηφοφορία.

Ἄρθρο 60. πικύρωση τν νόμων

Ἅπαξ τὸ Alþingi ὑπερψηφίσει νομοσχέδιο ὁ Πρόεδρος τοῦ Alþingi τὸ ὑπογράφει καὶ τὸ παρουσιάζει ἐντὸς δύο ἑβδομάδων στὸν Πρόεδρο τῆς Ἰσλανδίας γιὰ ἐπικύρωση. Ἡ ὑπογραφή του τὸ ἐπικυρώνει σὲ νόμο. Ἐντὸς μίας ἑβδομάδος ἀπὸ τὴν παραλαβὴ νομοσχεδίου, ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας μπορεῖ νὰ ἀρνηθῇ τὴν ἐπικύρωσή του. Τοιαύτη ἀπόφαση θὰ εἶναι αἰτιολογημένη καὶ θὰ γνωστοποιεῖται στὸν Πρόεδρο τοῦ Alþingi. Τὸ νομοσχέδιο παρ’ ὅλα αὐτὰ θὰ γίνει νόμος, ἀλλὰ ὁ νόμος θὰ ὁδηγεῖται ἐντὸς τριμήνου σὲ δημοψήφισμα πρὸς ἐπικύρωσιν ἢ ἀπόρριψή του. Μὲ ἁπλῆ πλειοψηφία θὰ κρίνεται τὸ ἂν ὁ νόμος διατηρεῖ τὴν ἰσχύ του. Τὸ δημοψήφισμα δὲν θὰ διεξάγεται ἂν τὸ Alþingi ἀκυρώνει τὸν νόμο ἐντὸς πενθημέρου ἀπὸ τὴν ἄρνηση τοῦ Προέδρου. Ἡ διεξαγωγὴ τοῦ δημοψηφίσματος θὰ γίνεται κατὰ τὰ λοιπὰ συμφώνως πρὸς τὸν νόμο.

Ἄρθρο 61. Δημοσίευση τν νόμων

Νόμοι, κυβερνητικὰ διατάγματα καὶ διεθνεῖς συνθῆκες κυρωθεῖσες ἀπὸ τὸ κράτος θὰ πρέπει νὰ δημοσιεύονται. Νόμοι καὶ κυβερνητικὰ διατάγματα οὐδέποτ’ ἐπιτρέπεται νὰ ἐφαρμοσθοῦν καταναγκαστικὰ ἑωσότου προηγουμένως δημοσιευθοῦν. Ὁ τρόπος δημοσιεύσεως καὶ θέσεως σὲ ἰσχὺ θὰ γίνεται σύμφωνα μὲ τὸν νόμο.

Ἄρθρο 62. Συνταγματικ πιτροπή

Τὸ Alþingi ἐκλέγει τὴν Συνταγματικὴ Ἐπιτροπὴ γιὰ περίοδο πέντε ἐτῶν.

Μία ἐπιτροπὴ τοῦ Alþingi τὸ ἕνα-πέμπτο τῶν μελῶν τοῦ Alþingi μποροῦν νὰ ζητήσουν τὴν γνώμη τῆς Συνταγματικῆς Ἐπιτροπῆς ὡς πρὸς τὸ ἄν ἕνα νομοσχέδιο εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ Σύνταγμα καὶ τὶς διεθνεῖς ὑποχρεώσεις τοῦ κράτους. Τὸ νομοσχέδιο δὲν θὰ μπορεῖ νὰ περάσει προτοῦ ληφθῇ ἡ γνώμη τῆς Συνταγματικῆς Ἐπιτροπῆς.

Ὁ τρόπος ἐργασίας τῆς Συνταγματικῆς Ἐπιτροπῆς θὰ καθορισθῇ μὲ νόμο.

Ἄρθρο 63.  πιτροπ Κυβερνήσεως κα ποπτείας

Ἡ Ἐπιτροπὴ Κυβερνήσεως καὶ Ἐποπτείας τοῦ Alþingi θὰ ἐξετάζει ὅλα τὰ μέτρα καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν ὑπουργῶν καὶ τῆς διακυβερνήσεώς των, ὅπως τὸ κρίνει πρέπον. Ἡ Ἐπιτροπὴ ὑποχρεοῦται νὰ κινεῖ τοιαύτη ἐξέταση κατ’ ἀπαίτησιν τοῦ ἑνὸς-τρίτου τῶν μελῶν τοῦ Alþingi.

Ἄρθρο 64. ξεταστικς πιτροπές

Τὸ Alþingi δύναται νὰ διορίζει ἐπιτροπὲς γιὰ νὰ ἐξετάζουν σημαντικὰ θέματα ποὺ ἀπασχολοῦν τὸ δημόσιο αἴσθημα.

Περαιτέρω κανόνες περὶ τῆς λειτουργικῆς θέσεως, τὶς ἐξεταστικὲς ἐξουσίες καὶ τὸν διορισμὸ ἐξεταστικῶν ἐπιτροπῶν θὰ τεθοῦν διὰ νόμου.

Ἄρθρο 65. Δικαίωμα προσφυγς στ θνος

Δέκα τοῖς ἑκατὸ τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος δύναται ν’ ἀπαιτήσει ἐθνικὸ δημοψήφισμα ἐπὶ νόμων ψηφισθέντων ἀπὸ τὸ Alþingi. Ἡ ἀπαίτηση θὰ πρέπει νὰ παρουσιασθῇ ἐντὸς τριμήνου ἀπὸ τὴν ψήφιση τοῦ νόμου. Ὁ νόμος ἀκυρώνεται ἂν οἱ ἐκλογεῖς τὸν ἀπορρίψουν, ἄλλως διατηρεῖ τὴν ἰσχύ του. Τὸ Alþingi δύναται ν’ ἀκυρώσει τὸν νόμο προτοῦ διεξαχθῇ τὸ δημοψήφισμα.

Τὸ δημοψήφισμα θὰ διεξαχθῇ ἐντὸς ἔτος ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ παρουσιάσθηκε ἡ ἀπαίτηση τῶν ἐκλογέων.

Ἄρθρο 66. Θέματα νώπιον το Alþingi μ πρωτοβουλία τν κλογέων

Δύο τοῖς ἑκατὸ τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος δύναται νὰ παρουσιάσει ἕνα θέμα στὸ Alþingi. Δέκα τοῖς ἑκατὸ τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος δύναται νὰ παρουσιάσει νομοσχέδιο στὸ Alþingi. Τὸ Alþingi δύναται νὰ παρουσιάσει ἀντιπρόταση μὲ τὴν μορφὴ ἄλλου νομοσχεδίου. Ἐὰν τὸ νομοσχέδιο τῶν ἐκλογέων δὲν ἀποσυρθῇ θὰ παρουσιασθῇ σὲ δημοψήφισμα ὡς καὶ αὐτὸ τοῦ Alþingi ἐὰν ἐμφανισθῇ τέτοιο. Τὸ Alþingi δύναται ν’ ἀποφανθῇ ὅτι τὸ δημοψήφισμα θὰ εἶναι δεσμευτικό.

Ψηφοφορία ἐπὶ τοῦ νομοσχεδίου ποὺ προτάθηκε ἀπὸ τοὺς ἐκλογεῖς θὰ πρέπει νὰ διεξαχθῇ ἐντὸς διετίας ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ τὸ θέμα παρουσιάσθηκε στὸ Alþingi.

Ἄρθρο 67. Πραγμάτωση τς συλλογς πογραφν κα δημοψηφίσματος

Θέματα παρουσιαζόμενα σὲ δημοψήφισμα κατ’ ἀπαίτησιν ἢ πρωτοβουλία τῶν ἐκλογέων σύμφωνα μὲ τὰ Ἄρθρα 65 καὶ 66 θὰ πρέπει ν’ ἀφοροῦν στὸ δημόσιο συμφέρον. Ἐπὶ τῇ ἀνωτέρω βάσει, ψηφοφορία δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀπαιτηθῇ ἐπὶ θεμάτων προϋπολογισμοῦ, συμπληρωματικοῦ προϋπολογισμοῦ, νόμων τεθειμένων γιὰ τὴν ἐκτέλεση διεθνῶν ὑποχρεώσεων ὡς ἐπίσης νόμων ἀφορώντων σὲ φορολογικὰ θέματα ἢ στὸ δικαίωμα ἰθαγένειας. Θὰ πρέπει νὰ ὑπάρχει μέριμνα ὅτι ἕνα νομοσχέδιο μὲ πρωτοβουλία τῶν ἐκλογέων θὰ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ Σύνταγμα. Σὲ περίπτωση ποὺ ἀνακύψει διαφωνία ἐὰν ἕνα θέμα πληροῖ τὶς ἀνωτέρω προϋποθέσεις θὰ ἀποφασίζουν τὰ δικαστήρια.

Ὁ τρόπος πραγματώσεως τῆς προσφυγῆς στὸ ἔθνος ἢ τῆς λαϊκῆς πρωτοβουλίας θὰ τεθοῦν διὰ νόμου, ὅπως ἡ μορφὴ καὶ ἡ ἐκπροσώπηση τοῦ αἰτήματος, ἡ χρονικὴ διάρκεια συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν καὶ ἡ ὀργάνωσις αὐτῶν, πόσα μποροῦν νὰ δαπανηθοῦν γιὰ δημοσιοποίηση, πῶς ἕνα θέμα μπορεῖ νὰ ἀποσυρθῇ ἀφοῦ γίνει γνωστὴ ἡ ἀπάντηση τοῦ Alþingi καὶ πῶς μπορεῖ νὰ ὀργανωθῇ μία τέτοια ψηφοφορία.

Ἄρθρο 68. Πρόταση δημοσιονομικο προϋπολογισμο

Μία πρόταση προϋπολογισμοῦ γιὰ τὸ ἑπόμενο δημοσιονομικὸ ἔτος, περιέχουσα ἀναφορὰ στὰ ἔσοδα καὶ τὶς δαπάνες τοῦ κράτους ὡς περαιτέρω ἐπιβάλλεται διὰ νόμου, θὰ πρέπει νὰ ὑποβάλλεται σὲ κάθε τακτικὴ συνέλευση τοῦ Alþingi κατὰ τὴν σύγκλησή του.

Ἄρθρο 69.  ξουσιοδότηση πληρωμν

Καμμία πληρωμὴ δὲν θὰ πραγματοποιεῖται ἂν δὲν ὑπάρχει σχετικὴ ἐξουσιοδότηση στὸν δημοσιονομικὸ προϋπολογισμό.

Ἀφότου λάβει τὴν σύμφωνη γνώμη τῆς ἐπιτροπῆς δημοσιονομικοῦ προϋπολογισμοῦ τοῦ Alþingi ὁ ὑπουργὸς οἰκονομικῶν θὰ δύναται νὰ πραγματοποιεῖ πληρωμὲς καὶ χωρὶς τοιαύτη ἐξουσιοδότηση προκειμένου νὰ ἀντιμετωπίζει τὶς ὑποχρεώσεις πληρωμῶν τοῦ κράτους ἕνεκεν ἀπρόβλεπτων περιστάσεων ἢ ἂν τοῦτο ἐπιβάλλεται ἀπὸ τὸ δημόσιο συμφέρον. Ἐξουσιοδότηση γιὰ τέτοιες πληρωμὲς θὰ πρέπει νὰ ἀναζητεῖται σὲ συμπληρωματικὸ προϋπολογισμό.

Ἄρθρο 70. Δικαίωμα τς πιτροπς δημοσιονομικο προϋπολογισμο σ πληροφόρηση

Ἡ ἐπιτροπὴ δημοσιονομικοῦ προϋπολογισμοῦ τοῦ Alþingi μπορεῖ νὰ ἀπαιτεῖ πληροφορίες ἀπὸ κρατικὲς ὑπηρεσίες, κρατικὲς ἐπιχειρήσεις καὶ ἄλλους χρηματοδοτούμενους ἀπὸ τὸ Ταμεῖο τοῦ Κράτους, οἱ ὁποῖες σχετίζονται μὲ τὴν διάθεση τέτοιων πόρων.

Ἄρθρο 71.  Φόροι

Φόροι θὰ τίθενται διὰ νόμου. Κανένας φόρος δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβάλλεται, τροποποιεῖται ἢ καταργεῖται εἰ μὴ μόνον διὰ νόμου. Δὲν θὰ ἀνατίθεται σὲ διοικητικὲς ἀρχὲς ἡ ἀπόφαση νὰ ἐπιβάλλουν φόρο, νὰ τὸν τροποποιήσουν ἢ νὰ τὸν καταργήσουν. Κανένας φόρος δὲν θὰ ἐπιβάλλεται ἐκτὸς ἐὰν νόμος ἐξουσιοδοτεῖ πρὸς τοῦτο κατὰ τὸν χρόνο ποὺ ἀνέκυψαν οἱ περιστάσεις οἱ ὁποῖες ἐπέβαλαν τὴν φορολόγηση.

Ἄρθρο 72. Περιουσιακ στοιχεα κα δεσμεύσεις το κράτους

Δὲν μποροῦν νὰ ληφθοῦν δάνεια ἢ νὰ δοθοῦν ἐγγυήσεις ποὺ δεσμεύουν τὸ κράτος εἰ μὴ μόνον διὰ νόμου.

Οἱ διοικητικὲς ἀρχὲς ἀπαγορεύεται νὰ ἐγγυῶνται γιὰ οἰκονομικὲς ὑποχρεώσεις ἰδιωτικῶν ὀντοτήτων. Τοιαῦτες κρατικὲς ἐγγυήσεις δύνανται νὰ ἀναληφθοῦν χάριν τοῦ δημοσίου συμφέροντος.

Ἡ ἀκίνητη περιουσία τοῦ κράτους ἢ ἡ χρήση αὐτῆς δὲν μποροῦν νὰ πωληθοῦν ἢ ἄλλως πως διατεθοῦν εἰ μὴ μόνον μὲ ἐξουσιοδότηση τοῦ νόμου. Ἡ διάθεσις ἄλλων περιουσιακῶν στοιχείων τοῦ κράτους θὰ διέπεται ἀπὸ τὸν νόμο.

Ἄρθρο 73.  Διάλυσις το Alþingi

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας διαλύει τὸ Alþingi τῇ ἀποφάσει τοῦ δεύτερου. Νέες ἐκλογὲς θὰ διενεργοῦνται ὄχι νωρίτερον ἀπὸ ἕξι ἑβδομάδες καὶ ὄχι ἀργότερον ἀπὸ ἐννέα ἑβδομάδες ἀπὸ τὴν διάλυσή του. Τὰ μέλη τοῦ Alþingi διατηροῦν τὴν ἐξουσία τοῦ ἀξιώματός τους μέχρι τὴν ἡμέρα τῶν ἐκλογῶν.

Ἄρθρο 74.  Τ θνικ λεγκτικ Συνέδριο

Τὸ Alþingi ἐκλέγει τὸν Ἐθνικὸ Ἐλεγκτὴ γιὰ θητεία πέντε ἐτῶν. Θὰ εἶναι ἀνεξάρτητος στὸ ἔργο του. Ἐλέγχει τὰ δημόσια οἰκονομικὰ τοῦ κράτους, τῶν ὀργανισμῶν του καὶ τῶν κρατικῶν ἐπιχειρήσεων τῇ ἐξουσιοδοτήσει τοῦ Alþingi ὡς περαιτέρω καθορίζεται διὰ νόμου.

Οἱ ἐλεχθέντες κρατικοὶ ἰσολογισμοὶ γιὰ τὸ προηγηθὲν ἔτος ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὴν ἀναφορὰ τοῦ Ἐθνικοῦ Ἐλεγκτῆ θὰ παρουσιάζονται στὸ Alþingi γιὰ ἔγκριση μαζὶ μὲ τὴν πρόταση δημοσιονομικοῦ προϋπολογισμοῦ.

Ἄρθρο 75.  Ombudsman το Alþingi [Συνήγορος το Πολίτη]

Τὸ Alþingi ἐκλέγει τὸν Ombudsman τοῦ Alþingi [Συνήγορο τοῦ Πολίτη] γιὰ μία περίοδο πέντε ἐτῶν. Θὰ εἶναι ἀνεξάρτητος στὸ ἔργο του. Θὰ διαφυλάττει τὰ δικαιώματα τῶν πολιτῶν καὶ θὰ ἐποπτεύει τὴν διακυβέρνηση τοῦ κράτους καὶ τῶν τοπικῶν κυβερνήσεων. Θὰ ἐξασφαλίζει ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς ἰσότητας τιμᾶται στὴν δημόσια διοίκηση καὶ ὅτι αὐτὴ κατὰ τὰ ἄλλα ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὸν νόμο καὶ τὶς ἀρχὲς τῆς χρηστῆς διοίκησης.

Ἐὰν ἤθελε ὑπουργὸς ἢ ἄλλο διοικητικὸ ὄργανο ἀποφασίσει νὰ ἀγνοήσει τὶς εἰδικὲς συστάσεις τοῦ Συνηγόρου ὁ Πρόεδρος τοῦ Alþingi θὰ πρέπει νὰ ἐνημερωθεῖ γιὰ τὴν ἀπόφαση.

Τὸ ἔργο καὶ ὁ ρόλος τοῦ Συνηγόρου θὰ προσδιορισθῇ περαιτέρω διὰ νόμου ὡς καί, μεταξὺ ἄλλων, ἡ κοινοβουλευτικὴ διαδικασία τοιαύτης ἐπικοινωνίας μὲ ὑπουργοὺς ἢ ἄλλα διοικητικὰ ὄργανα.

Κεφάλαιο Δ.  Πρόεδρος τς σλανδίας



Ἄρθρο 76. νομασία το ξιώματος κα θνικ κλογή

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας εἶναι ἐπικεφαλῆς τῆς Δημοκρατίας. Θὰ ἐκλέγεται ἀπὸ τὸν λαό.

Ἄρθρο 77.  κλογιμότητα στ ξίωμα

Ὅποιος πολίτης πληροῖ τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιὰ νὰ γίνει μέλος τοῦ Alþingi καὶ ἔχει φθάσει τὴν ἡλικία τῶν τριάντα-πέντε ἐτῶν δύναται νὰ ἐκλεγεῖ Πρόεδρος.

Ἄρθρο 78. κλογ το Προέδρου

Ὁ Πρόεδρος θὰ ἐκλέγεται μὲ μυστικὴ ψηφοφορία ὅσων ἔχουν τὸ δικαίωμα ψήφου στὶς ἐκλογὲς γιὰ τὸ Alþingi. Ὑποψήφιος γιὰ Πρόεδρος θὰ πρέπει νὰ ἔχει τὴν ὑποστήριξη ὄχι λιγότερων ἀπὸ τὸ ἕνα τοῖς ἑκατὸ τῶν ἐπιλέξιμων ἐκλογέων καὶ ὄχι περισσότερων ἀπὸ τὸ δύο τοῖς ἑκατό. Οἱ ψηφοφόροι θὰ πρέπει νὰ γράψουν τοὺς ὑποψηφίους, ἕνα ἢ περισσότερους κατ’ ἐπιλογήν τους, μὲ σειρὰ προτίμησης. Ὁ ὑποψήφιος ποὺ πληροῖ καλύτερα τὴν σειρὰ προτιμήσεως τῶν ψηφοφόρων, ὡς περαιτέρω καθορίζεται διὰ νόμου, θὰ εἶναι ὁ δεόντως ἐκλεγεὶς Πρόεδρος. Ἐὰν μόνον ἕνας ὑποψήφιος κατέλθει γιὰ τὸ ἀξίωμα, θὰ θεωρεῖται δεόντως ἐκλεγεὶς χωρὶς ψηφοφορία. Ἀπὸ κάθε ἄλλη ἄποψη, ἡ ὑποψηφιότητα καὶ ἐκλογὴ τοῦ Προέδρου θὰ καθορισθοῦν διὰ νόμου.

Ἄρθρο 79.  Περίοδος θητείας

Ἡ περίοδος θητείας τοῦ Προέδρου ἄρχεται στὴν 1η Αὐγούστου καὶ λήγει στὴν 31ην Ἰουλίου ὕστερα ἀπὸ τέσσερα ἔτη. Οἱ προεδρικὲς ἐκλογὲς λαμβάνουν χώρα τὸν Ἰούνιο ἢ τὸν Ἰούλιο τοῦ ἔτους καθ’ὅ ἐκπνέει ἡ περίοδος θητείας τοῦ ἀξιώματος. Κανένας Πρόεδρος δὲν θὰ μπορεῖ νὰ παραμείνει στὸ ἀξίωμα γιὰ περισσότερο ἀπὸ τρεῖς θητείες.

Ἄρθρο 80.  ρκος το ξιώματος

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας ὑπογράφει ἕνα ὅρκο στὸ Σύνταγμα κατὰ τὴν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του.

Ἄρθρο 81.  Προϋποθέσεις γι τν διατήρηση το ξιώματος

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας δὲν μπορεῖ νὰ ἀναλάβει ἄλλα ἐπὶ πληρωμῇ καθήκοντα ἐνόσῳ στὸ ἀξίωμα. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ καθήκοντα πρὸς ἰδιωτικὲς ἑταιρίες καὶ δημόσιες ἀρχὲς καὶ ἂν ἀκόμη ἀμισθί. Πληρωμὲς πρὸς τὸν Πρόεδρο ἀπὸ τὸ δημόσιο ταμεῖο θὰ καθορίζονται διὰ νόμου. Τοιαῦτες πληρωμὲς πρὸς τὸν Πρόεδρο δὲν θὰ μποροῦν νὰ μειωθοῦν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θητείας του στὸ ἀξίωμα.

Ἄρθρο 82. ντικαταστάτης το Προέδρου

Εἰς περίπτωσιν ὅπου ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας καταστεῖ ἀνήμπορος νὰ τελέσει τὰ καθήκοντά του γιὰ λόγους ὑγείας ἢ ἄλλους, ὁ Πρόεδρος τοῦ Alþingi ἀναλαμβάνει τὶς ἐξουσίες τῆς προεδρίας ἐν τῷ μεταξύ.

Ἄρθρο 83. Πρόωρη λήξη θητείας

Εἰς περίπτωσιν ὅπου ὁ Πρόεδρος ἀποβιώσει ἢ παραιτηθῇ τῆς θέσεώς του πρὶν ἀπὸ τὴν λήξη τῆς θητείας τοῦ ἀξιώματος, ἐκλέγεται νέος Πρόεδρος γιὰ θητεία ἡ ὁποία λήγει στὶς 31 Ἰουλίου, τὸ τέταρτο ἔτος ἀπὸ τὴν ἐκλογή.

Ἄρθρο 84.  Εθύνη

Ὁ Πρόεδρος δὲν θὰ διώκεται ποινικὰ εἰ μὴ μόνον μὲ τὴν σύναινεση τοῦ Alþingi.

Ὁ Πρόεδρος δυνατὸν νὰ παυθῇ ἀπὸ τὸ ἀξίωμα πρὶν ἀπὸ τὴν λήξη τῆς θητείας μὲ τὴν προϋπόθεση ὅτι συμφωνεῖ σ’ αὐτὸ ἡ πλειοψηφία τῶν ψηφοφόρων σὲ δημοψήφισμα μὲ πρωτοβουλία τοῦ Alþingi, ἡ ὁποία ὑπερψηφίσθηκε ἀπὸ τὰ τρία-τέταρτα τῶν μελῶν τοῦ Alþingi. Δέον ὅπως τὸ δημοψήφισμα λάβει χώρα ἐντὸς διμήνου ἀπὸ τῆς ψηφοφορίας στὸ Alþingi καὶ ὅπως ὁ Πρόεδρος δὲν ἀσκεῖ τὰ καθήκοντα τοῦ ἀξιώματος ἀπὸ τῆς ψηφοφορίας στὸ Alþingi ἐωσότου γίνουν τὰ ἀποτελέσματα τοῦ δημοψηφίσματος γνωστά.

Ἄρθρο 85.  πονομς χάριτος κα μνηστεύσεις.

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας δύναται νὰ ἀπονέμει χάρι σὲ πρόσωπα καὶ νὰ ἐκδίδει γενικὴ ἀμνηστία κατόπιν προτάσεως ὑπουργοῦ. Δὲν μπορεῖ ὡστόσο νὰ ἀπαλλάσσει ὑπουργὸ ποινῆς ἐπιβληθείσας ἀπὸ δικαστήρια λόγῳ τῆς ὑπουργικῆς εὐθύνης του εἰ μὴ μόνον μὲ τὴν συναίνεση τοῦ Alþingi.

Κεφάλαιο Ε.  πουργο κα πουργικ Συμβούλιο



Ἄρθρο 86. πουργοί

Οἱ ὑπουργοὶ ἔχουν τὴν ἀνώτατη ἄσκηση τῆς ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας, στὸν χῶρο του ἕκαστος. Καθένας εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὰ θέματα ἐνώπιον τοῦ ὑπουργείου του καὶ γιὰ τὴν διακυβέρνηση στὸν τομέα εὐθύνης του.

Σὲ περίπτωση ὅπου ὑπουργὸς ἀδυνατεῖ νὰ ἀντιμετωπίσει θέματα λόγῳ συγκρούσεως συμφερόντων, ἀπουσίας ἢ ἄλλης αἰτίας, ὁ Πρωθυπουργὸς θὰ ἐμπιστεύεται τὰ καθήκοντα σὲ ἄλλον ὑπουργό.

Οὐδεὶς ἐπιτρέπεται νὰ παραμείνει στὴν ἴδια ὑπουργικὴ θέση γιὰ περίοδο μεγαλύτερη τῶν ὀκτὼ ἐτῶν.

Ἄρθρο 87. Τ πουργικ Συμβούλιο

Οἱ ὑπουργοὶ εἶναι μέλη τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου. Ὁ Πρωθυπουργὸς συγκαλεῖ τὶς συνεδριάσεις τοῦ Συμβουλίου, προεδρεύει αὐτῶν καὶ ἐπιβλέπει τὸ ἔργο τῶν ἄλλων ὑπουργῶν.

Συνεδριάσεις τοῦ Συμβουλίου θὰ τελοῦνται γιὰ νὰ συσκεφθῇ ἐπὶ νομοσχεδίων καὶ σχεδίων ψηφίσματος πρὸς τὸ Alþingi, ἄλλων σημαντικῶν θεμάτων διακυβέρνησης καὶ γιὰ νὰ διαβουλευθῇ ἐπὶ τοῦ ἔργου καὶ τῶν πολιτικῶν τοῦ Συμβουλίου. Συνεδρίαση τοῦ Συμβουλίου θὰ συγκαλεῖται, ἂν ζητήσει τοῦτο ὑπουργός.

Τὸ Συμβούλιο λαμβάνει κοινὲς ἀποφάσεις ἐπὶ πολιτικῶν του καὶ ἐπὶ σημαντικῶν θεμάτων ἔτι προωθῶντας ὑπάρχουσες νομοθετικὲς προβλέψεις. Ἡ πλειοψηφία τῶν ὑπουργῶν θὰ πρέπει νὰ εἶναι παροῦσα ὅταν λαμβάνονται τοιαῦτες ἀποφάσεις.

Ἡ Κυβέρνηση τῆς Ἰσλανδίας θὰ ἔχει τὴν ἕδρα της στὸ Reykjavík.

Ἄρθρο 88.  Καταχώρηση τν συγκρούσεων μεταξ συμφερόντων κα δημοσίων καθηκόντων

Ὑπουργὸς ἀπαγορεύεται νὰ ἐκτελεῖ ἄλλα καθήκοντα ἐπὶ πληρωμῇ ἐνόσῳ στὸ ἀξίωμά του. Τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ καθήκοντα ἔναντι ἰδιωτικῶν ἑταιριῶν καὶ δημοσίων ἀρχῶν, ἔστω καὶ ἀμισθί.

Τὸ καθῆκον τῶν ὑπουργῶν νὰ ἀποκαλύπτουν πληροφορίες γιὰ τὰ οἰκονομικά τους συμφέροντα θὰ προσδιορισθῇ μὲ νόμο.

Ἄρθρο 89.  πουργο κα Alþingi

Οἱ ὑπουργοὶ εἰσάγουν νομοσχέδια καὶ σχέδια ψηφισμάτων ἀπὸ τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο, ἀπαντοῦν σὲ ἐρωτήματα καὶ συμμετέχουν σὲ συζητήσεις στὸ Alþingi ὅπως ζητεῖται ἀπὸ αὐτούς, προϋποτιθεμένου ὅτι συμμορφώνωνται στοὺς κανόνες τῆς κοινοβουλευτικῆς διαδικασίας.

Ὑπουργὸς δὲν δικαιοῦται νὰ ψηφίζει στὸ Alþingi.

Εἰς περίπτωσιν ὅπου μέλος τοῦ Alþingi διορίζεται ὑπουργὸς, θὰ πρέπει νὰ παραδώσει τὴν ἕδρα καθ’ ὅν χρόνο στὴν νέα θέση του, ὁπότε τὸ ἀναπληρωματικὸ μέλος ἀναλαμβάνει τὴν ἕδρα του.

Ἄρθρο 90.  Σχηματισμς το πουργικο Συμβουλίου

Τὸ Alþingi ἐκλέγει τὸν Πρωθυπουργό.

Ἀφοῦ συμβουλευθεῖ τὰ κοινοβουλευτικὰ κόμματα καὶ τὰ μέλη τοῦ Alþingi ὁ Πρόεδρος παρουσιάζει ἕναν ὑποψήφιο γιὰ τὴν θέση τοῦ Πρωθυπουργοῦ. Θὰ εἶναι δεόντως ἐκλεγεὶς ἐὰν ἡ πλειοψηφία τῶν μελῶν συναινεῖ στὴν πρόταση. Ἐὰν ὄχι, ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας παρουσιάζει μία νέα πρόταση κατὰ τὸν ἴδιον τρόπο. Ἐὰν καὶ ἡ πρότασις αὐτὴ δὲν γίνει δεκτή, λαμβάνει χώρα ἐκλογὴ διὰ ψηφοφορίας ὅπου ὑποψήφιοι οἱ προταθέντες ἀπὸ μέλη τοῦ Alþingi, ἀπὸ κοινοβουλευτικὰ κόμματα ἢ ἀπὸ τὸν Πρόεδρο τῆς Ἰσλανδίας. Ὁ ὑποψήφιος μὲ τὶς περισσότερες ψήφους θὰ εἶναι ὁ δεόντως ἐκλεγεὶς Πρωθυπουργός.

Εἰς περίπτωσιν ὅπου δὲν ἐκλεγεῖ Πρωθυπουργὸς ἐντὸς δέκα ἑβδομάδων, τὸ Alþingi διαλύεται καὶ προκηρύσσονται νέες ἐκλογές.

Ὁ Πρωθυπουργὸς ἀποφασίζει τὴν ὀργάνωση τῶν ὑπουργείων καὶ τὸν ἀριθμὸ τῶν ὑπουργῶν καὶ ἀναθέτει καθήκοντα μεταξύ των, ἀλλὰ ὑπουργοὶ δὲν δύνανται νὰ εἶναι ἄνω τῶν δέκα.

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας διορίζει τὸν Πρωθυπουργὸ στὸ ἀξίωμά του. Ὁ Πρόεδρος ἀπαλλάσσει τὸν Πρωθυπουργὸ τῶν καθηκόντων του ὕστερα ἀπὸ τὶς ἐκλογὲς γιὰ τὸ Alþingi, ἔπειτα ἀπὸ ψῆφο μομφῆς ἐναντίον του ἢ ἐὰν τὸ ζητήσει ὁ ἴδιος. Ὁ Πρωθυπουργὸς διορίζει τοὺς ἄλλους ὑπουργοὺς καὶ τοὺς ἀπαλλάσσει τῶν καθηκόντων τους.

Οἱ ὑπουργοὶ ὑπογράφουν ὅρκο στὸ Σύνταγμα ἅμα τῇ ἀναλήψει τῆς θέσεώς τους.

Ἄρθρο 91.  Μομφή

Πρόταση μομφῆς κατὰ ὑπουργοῦ μπορεῖ νὰ προταθῇ στὸ Alþingi. Πρόταση μομφῆς κατὰ Πρωθυπουργοῦ θὰ πρέπει νὰ προτείνει καὶ τὸν διάδοχό του.

Ἄρθρο 92.  πηρεσιακ Κυβέρνηση

Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ Πρωθυπουργοῦ ἀπὸ τὰ καθήκοντά του μαζὶ μὲ τὴν Κυβέρνησή του, παραμένει ὡς ὑπηρεσιακὴ Κυβέρνηση ὥσπου νὰ διορισθῇ νέα Κυβέρνηση. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ ἂν διαλυθῇ τὸ Alþingi. Ὑπουργοὶ σὲ ὑπηρεσιακὴ Κυβέρνηση θὰ λαμβάνουν μόνον τὶς ἀπαραίτητες γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν καθηκόντων τους ἀποφάσεις.

Ἄρθρο 93.  Καθκον παροχς πληροφοριν κα ληθείας

Ὁ Ὑπουργὸς ὑποχρεοῦται νὰ παρέχει στὸ Alþingi ἢ στὶς ἐπιτροπές του ὅλες τὶς πληροφορίες, τὰ ἔγγραφα καὶ τὶς ἀναφορὲς σὲ θέματα τῆς ἁρμοδιότητάς του, ἐκτὸς ἂν διαβαθμίζονται ὑπὸ τοῦ νόμου ὡς μυστικά.

Τὰ μέλη τοῦ Alþingi ἔχουν δικαίωμα πληροφόρησης ἀπὸ ὑπουργὸ θέτοντας στὸ πινάκιο κοινοβουλευτικὴ ἐρώτηση ἐπὶ θεμάτων ἢ αἰτούμενα μίαν ἀναφορά, ὡς περαιτέρω καθορίζεται διὰ νόμου.

Πληροφορίες παρεχόμενες ἀπὸ ὑπουργὸ στὸ Alþingi, τὶς ἐπιτροπὲς καὶ τὰ μέλη του ὀφείλουν νὰ ὀρθές, σχετικὲς καὶ ἐπαρκεῖς.

Ἄρθρο 94.  ναφορ το πουργικο Συμβουλίου πρς τ Alþingi

Τὸ Ὑπουργικὸ Συμβούλιο ὀφείλει κάθε χρόνο νὰ παρουσιάζει στὸ Alþingi ἀναφορὰ τῶν πεπραγμένων του καὶ τῆς πραγματώσεως τῶν ἀποφάσεων τοῦ Alþingi.

Ἕνας ὑπουργὸς μπορεῖ νὰ δώσει ἀναφορὰ σχετικὰ μὲ θέμα τῆς ἁρμοδιότητάς του στὸ Alþingi.

Ἄρθρο 95.  Εθύνη τν πουργν

Οἱ ὑπουργοὶ φέρουν κατὰ νόμον τὴν εὐθύνη γιὰ ὅλην τὴν διοικητικὴ δραστηριότητα. Ἐὰν ἕνας ὑπουργὸς καταγράψει στὰ πρακτικὰ τὴν ἀντίθεσή του πρὸς μίαν ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου δὲν εἶναι ὑπεύθυνος γι’ αὐτήν. Ἡ εὐθύνη γιὰ ἐν ὑπηρεσίᾳ παραβάσεις των θὰ καθορισθοῦν διὰ νόμου.

Ἡ Ἐπιτροπὴ Κυβερνήσεως καὶ Ἐποπτείας τοῦ Alþingi θὰ ἀποφασίσει, ἔπειτα ἀπὸ ἐρώτηση, ἐὰν θὰ πρέπει νὰ κινηθῇ ἔρευνα ἐπὶ τῶν καταγγελλομένων παραβάσεων τοῦ ὑπουργοῦ. Ἡ Ἐπιτροπὴ διορίζει κατήγορο γιὰ νὰ διεξαγάγει τὴν ἔρευνα. Αὐτὸς θὰ ἐκτιμήσει ἐὰν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἔρευνας ἐπαρκεῖ ἢ πιθανολογεῖται νὰ ὁδηγήσει σὲ καταδίκη, ὁπότε ἐκδίδει κατηγορητήριο καὶ ἄγει ὡς κατήγορος τὴν ὑπόθεση ἐνώπιον τῶν δικαστηρίων. Ἡ διερεύνηση καὶ ὁ χειρισμὸς τέτοιων ὑποθέσεων θὰ καθορισθοῦν περαιτέρω διὰ νόμου.

Ἄρθρο 96.  Διορισμς δημοσίων παλλήλων

Ὑπουργοὶ καὶ ἄλλα διοικητικὰ ὄργανα θὰ διορίζουν πρόσωπα σὲ τέτοιες θέσεις ὅπως προβλέπεται ἀπὸ τὸν νόμο.

Τυπικὰ καὶ οὐσιαστικὰ προσόντα θὰ ἐπιβάλλουν τὸν διορισμὸ στὴν ὑπηρεσία.

Ὅταν ἕνας ὑπουργὸς διορίζει ἕνα δικαστὴ ἢ δημόσιο κατήγορο ὁ διορισμὸς θὰ παρουσιάζεται στὸν Πρόεδρο τῆς Ἰσλανδίας γιὰ ἐπικύρωση. Εἰς περίπτωσιν ὅπου ὁ Πρόεδρος ἀρνηθῇ νὰ ἐπικυρώσει τὸν διορισμό, τὸ Alþingi θὰ πρέπει νὰ ἐπικυρώσει τὸν διορισμὸ μὲ τὰ δύο-τρίτα γιὰ νὰ ἔχει αὐτὸς ἰσχύ.

Ὑπουργὸς διορίζει πρόσωπα σὲ ἄλλες ὑψηλὲς θέσεις ὅπως αὐτὸ καθορίζεται διὰ νόμου, ἀκολουθῶντας τὶς συστάσεις ἀνεξάρτητης ἐπιτροπῆς. Εἰς περίπτωσιν ὅπου ὁ ὑπουργὸς δὲν διορίσει τὸν θεωρούμενο ἀπὸ τὴν ἐπιτροπὴ ὡς τὸν πλέον κατάλληλο, ὁ διορισμὸς θὰ ὑπόκειται σὲ ἔγκριση ἀπὸ τὸ Alþingi μὲ ψῆφο δύο-τρίτων.

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἰσλανδίας διορίζει τὸν πρόεδρο τῆς ἐπιτροπῆς. Τὸ εὔρος τῶν διορισμῶν καὶ τῆς δραστηριότητας θὰ καθορισθῇ μὲ νόμο.

Δύναται νὰ προβλεφθῇ μὲ νόμο ὅτι ὁρισμένες θέσεις θὰ πληροῦνται μόνον ἀπὸ Ἰσλανδοὺς πολίτες. Δυνατὸν νὰ ἀπαιτεῖται ἀπὸ τοὺς δημοσίους ὑπαλλήλους νὰ δώσουν ὅρκο στὸ Σύνταγμα.

Ἄρθρο 97.  νεξάρτητες κρατικς ρχές

Δύναται νὰ προβλεφθῇ διὰ νόμου ὅτι ὁρισμένες ἀρχὲς τοῦ κράτους οἱ ὁποῖες διενεργοῦν μία σημαντικὴ ἐποπτικὴ λειτουργία ἢ συλλέγουν πληροφορίες ἀπαραίτητες γιὰ μία δημοκρατικὴ κοινωνία θὰ ἀπολαύουν ὁρισμένης ἀνεξαρτησίας. Ἡ δραστηριότητα τέτοιων  ἀρχῶν δὲν θὰ μπορεῖ νὰ καταργηθῇ, ν’ ἀλλάξει οὐσιωδῶς ἢ νὰ μεταβιβασθῇ σὲ ἄλλες ἀρχὲς εἰ μὴ μόνον διὰ νόμου ὑπερψηφισθέντος ἀπὸ τὰ δύο-τρίτα τῶν ψήφων στὸ Alþingi.

Κεφάλαιο ΣΤ.  δικαιοσύνη



Ἄρθρο 98.  ργάνωση τς δικαιοσύνης

Ὁ ὀργανισμὸς τῆς δικαιοσύνης, μεταξὺ ἄλλων οἱ βαθμοὶ τῶν δικαστηρίων καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν δικαστῶν, θὰ καθορισθῆ μὲ νόμο.

Ἄρθρο 99.  νεξαρτησία τν δικαστηρίων

Ἡ ἀνεξαρτησία τῶν δικαστηρίων θὰ διασφαλίζεται μὲ νόμο.

Ἄρθρο 100.  Δικαιοδοσία τν δικαστηρίων

Τὰ δικαστήρια θὰ ἐκδίδουν τελικὲς ἐτυμηγορίες ἐπὶ τῶν δικαιωμάτων καὶ ὑποχρεώσεων κατὰ τὸν ἀστικὸ νόμο, ὡς ἐπίσης ἐπὶ τῆς ἐνοχῆς γιὰ ἀξιόποινη πράξη καὶ θὰ ἀποφασίζουν τὴν ποινικὴ τιμώρηση αὐτῶν.

Τὰ δικαστήρια θὰ ἀποφασίζουν ἐὰν οἱ νόμοι εἶναι σὲ συμφωνία πρὸς τὸ Σύνταγμα.

Τὰ δικαστήρια θὰ ἀποφασίζουν ἐὰν οἱ δημόσιες ἀρχὲς συμμορφώνονται πρὸς τὸν νόμο. Μία διοικητικὴ ἀπόφαση δὲν μπορεῖ νὰ παρακαμφθῇ βραχυπρόθεσμα παραπέμποντάς την στὰ δικαστήρια.

Ἄρθρο 101.  Τ νώτατο Δικαστήριο

Τὸ Ἀνώτατο Δικαστήριο εἶναι τὸ ὕψιστο δικαστήριο τοῦ κράτους καὶ ἔχει τὴν τελικὴ ἐξουσία νὰ τέμνει ὅλες τὶς ὑποθέσεις ποὺ ὁδηγοῦνται στὰ δικαστήρια.

Παρ’ ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ ἀποφασισθῇ διὰ νόμου ὅτι εἰδικὸ δικαστήριο θὰ ἐπιλύει σὲ τελευταῖο βαθμὸ διαφορὲς ἐπὶ μισθολογικῶν συμφωνιῶν καὶ τὴν νομιμότητα ἀπεργιῶν, ἂν καὶ ἡ διάταξη γιὰ τὰ πρόστιμα θὰ ἐφεσιβάλλεται σὲ ἄλλα δικαστήρια.

Ἄρθρο 102.  Διορισμς τν δικαστν

Οἱ δικαστὲς διορίζονται εἴτε μόνιμα εἴτε γιὰ ὁρισμένη θητεία. Τὰ δικαστήρια μποροῦν νὰ προσλάβουν ἢ καλέσουν ἄλλους ὅπως καθορίζεται διὰ νόμου.

Ὁ ὑπουργὸς διορίζει τοὺς δικαστὲς καὶ τοὺς ἀπαλλάσσει τῶν καθηκόντων τους. Ἕνας δικαστὴς δὲν θὰ μετακινεῖται ἀπὸ τὴν θέση του ὁριστικὰ παρὰ μόνον μὲ ἀπόφαση δικαστηρίου καὶ μόνον τότε, ἂν δὲν πληροῖ πλέον τὶς προϋποθέσεις γιὰ ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων τῆς θέσεώς του ἢ δὲν ἐκτελεῖ πλέον τὰ καθήκοντα ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸ λειτούργημά του.

Ἄρθρο 103.  νεξαρτησία τν δικαστν

Στὴν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων τους, οἱ δικαστὲς κατευθύνονται μόνον ἀπὸ τὸν νόμο.

Ἄρθρο 104.  ξουσία ποινικς δίωξης κα Δημόσιος Κατήγορος

Ἡ ὀργάνωση τῆς ἐξουσίας ποινικῆς δίωξης θὰ καθορισθῇ μὲ νόμο.

Ὁ Δημόσιος Κατήγορος εἶναι ἡ ὕψιστη διωκτικὴ ἀρχή. Στὴν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων του, κατευθύνεται μόνον ἀπὸ τὸν νόμο.

Ὑπουργὸς διορίζει τὸν Δημόσιο Κατήγορο καὶ τὸν ἀπαλλάσσει τῶν καθηκόντων του. Ὁ Δημόσιος Κατήγορος εἶναι ἀνεξάρτητος στὴν ἐκτέλεση τῶν καθηκόντων του καὶ χαίρει τῆς ἴδιας προστασίας στὸ ἔργο του ὅπως καὶ οἱ δικαστές.

Κεφάλαιο Ζ.  Τοπικς κυβερνήσεις


Ἄρθρο 105.  νεξαρτησία τν τοπικν κυβερνήσεων

Οἱ τοπικὲς κυβερνήσεις εἶναι ὑπεύθυνες γιὰ τὶς δικές τους ὑποθέσεις ὅπως αὐτὸ καθορίζεται διὰ νόμου. Οἱ τοπικὲς κυβερνήσεις θὰ πρέπει νὰ ἔχουν ἐπαρκῆ δυνατότητα καὶ πόρους γιὰ νὰ ἐκτελοῦν νομικὰ δεσμευτικὲς ἐργασίες των.

Οἱ πηγὲς ἐσόδων τῶν τοπικῶν κυβερνήσεων θὰ καθορίζονται διὰ νόμου, ὡς ἐπίσης καὶ τὸ δικαίωμά τους νὰ καθορίζουν τὸ ἂν καὶ πῶς θὰ ἀξιοποιοῦνται.

Ἄρθρο 106.  Κανόνας τς πικουρικότητας [σ.τ.μ. ἢ «τεκμήριο τῆς ἁρμοδιότητας» ὑπὲρ τῆς τοπικῆς αὐτοδιοίκησης(;)]

Οἱ τοπικὲς κυβερνήσεις, ἢ σύνδεσμοι ἐνεργοῦντες ἀντ’ αὐτῶν, θὰ ἐκτελοῦν ἐκεῖνα τὰ καθήκοντα τῶν δημοσίων ὑπηρεσιῶν ποὺ ταιριάζουν καλύτερα στὴν οἰκεία περιφέρεια, ὡς περαιτέρω καθορίζεται διὰ νόμου.

Ἄρθρο 107.  κλογ τοπικν διοικήσεων κα δημοκρατικ ατοδιοίκηση

Οἱ τοπικὲς κυβερνήσεις θὰ διοικοῦνται ἀπὸ τοπικὰ συμβούλια κυβερνῶντα ὑπὲρ τῶν κατοίκων καὶ ἐκλεγόμενα μὲ καθολικὲς καὶ μυστικὲς ψηφοφορίες.

Τὸ δικαίωμα τῶν κατοίκων μίας τοπικῆς κυβερνήσεως νὰ ζητοῦν ψηφοφορία ἐπὶ ὁρισμένων θεμάτων θὰ καθορισθῇ μὲ νόμο.

Ἄρθρο 108. Καθκον συμβουλς

Στὸν σχεδιασμὸ νόμων ποὺ ἀφοροῦν στὶς τοπικὲς κυβερνήσεις, θὰ πρέπει νὰ ζητεῖται ἡ συμβουλὴ αὐτῶν καὶ τῶν συνδέσμων τους.

Κεφάλαιο Η. ξωτερικς ποθέσεις



Ἄρθρο 109.  Διαδικασίες στς ξωτερικς ποθέσεις

Ἡ ἐξωτερικὴ πολιτικὴ καὶ ἡ γενικὴ ἐκπροσώπηση τοῦ κράτους στὸν τομέα αὐτὸν ἀνατίθεται σὲ ἕναν ὑπουργὸ ἐκ μέρους καὶ ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψη τοῦ Alþingi.

Οἱ ὑπουργοὶ ὑποχρεοῦνται νὰ παρέχουν στὴν ἐπιτροπὴ ἐξωτερικῶν ὑποθέσεων τοῦ Alþingi πληροφορίες σχετικὰ μὲ ἐξωτερικὲς ὑποθέσεις καὶ θέματα ἄμυνας. Ὁ ὑπουργὸς θὰ πρέπει νὰ συμβουλεύεται τὴν ἐπιτροπὴ προτοῦ ληφθῇ μία σημαντικὴ ἀπόφαση ἀναφορικὰ μὲ τὶς ἐξωτερικὲς ὑποθέσεις.

Ἀπόφαση γιὰ στήριξη σὲ μέτρα ποὺ περιλαμβάνουν τὴν ἀνάπτυξη ἐνόπλου δυνάμεως, ἄλλων ἀπὸ ἐκεῖνα στὰ ὁποῖα ἡ Ἰσλανδία δεσμεύεται ἀπὸ τὸ διεθνὲς δίκαιο, θὰ ὑπόκεινται στὴν συναίνεση τοῦ Alþingi.

Ἄρθρο 110.  Διεθνες συμφωνίες

Ὑπουργὸς συνάπτει διεθνεῖς συμφωνίες ἐκ μέρους τῆς Ἰσλανδίας. Ὡστόσο, δὲν μπορεῖ νὰ συνάψει τέτοιες συμφωνίες ἐὰν συνεπάγονται τὴν μεταβίβαση ἢ ἐπιβάρυνση σὲ ἔδαφος, ἐσωτερικὰ ὕδατα, στὴν οἰκονομικὴ ζώνη ἢ στὴν ὑφαλοκρηπῖδα, ἢ ἂν ἀπαιτοῦν τὴν τροποποίηση νόμων ἢ ἂν εἶναι σημαντικὲς ἀπὸ ἄλλες ἀπόψεις, ἐκτὸς ἂν ἡ συναίνεση τοῦ Alþingi εἶναι πρόσφατη.

Ἄρθρο 111.  Μεταβίβαση κρατικς ξουσίας

 Ἡ εἴσοδος σὲ διεθνεῖς συμφωνίες ποὺ περιλαμβάνουν τὴν ἐκχώρηση κρατικῆς ἐξουσίας σὲ διεθνεῖς θεσμούς, τῶν ὁποίων ἡ Ἰσλανδία εἶναι μέλος, μὲ σκοπὸ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν οἰκονομικὴ συνεργασία, θὰ εἶναι ἐπιτρεπτή. Ἡ ἐκχώρηση κρατικῆς ἐξουσίας θὰ εἶναι πάντοτε ἀνακλητή.

Ἡ ἐκχώρηση κρατικῆς ἐξουσίας διὰ τῆς εἰσόδου σὲ διεθνεῖς συμφωνίες θὰ καθορισθῇ περαιτέρω μὲ νόμο. Ἐὰν τὸ Alþingi ἤθελε κυρώσει μία συμφωνία ἡ ὁποία περιέχει τὴν ἐκχώρηση κρατικῆς ἐξουσίας, ἡ συμφωνία θὰ παραπεμφθῇ σὲ δημοψήφισμα γιὰ ἔγκρισιν ἢ ἀπόρριψη. Τὸ ἀποτέλεσμα ἑνὸς τέτοιου δημοψηφίσματος θὰ εἶναι δεσμευτικό.

Ἄρθρο 112.  ποχρεώσεις βάσει διεθνν συμφωνιν

Ὅλοι οἱ ἀσκοῦντες κρατικὴ ἐξουσία ὀφείλουν νὰ τηροῦν τοὺς κανόνες ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων στοὺς ὁποίους τὸ κράτος δεσμεύεται ἀπὸ τὸ διεθνὲς δίκαιο καὶ νὰ διασφαλίζουν τὴν πραγμάτωσή τους σὲ συνάρτηση μὲ τὸν ρόλο τους κατὰ τὸν νόμο καὶ τὰ ὅρια τῆς ἐξουσίας των.

Τὸ Alþingi ἐξουσιοδοτεῖται νὰ κυρώνει διεθνεῖς συμφωνίες γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα καὶ συμφωνίες γιὰ τὸ περιβάλλον οἱ ὁποῖες θὰ ὑπερισχύουν ἐξ αὐτοῦ τῶν γενικῶν νόμων.

Κεφάλαιο Θ.  Τελικς διατάξεις

Ἄρθρο 113.  Τροποποιήσεις στ Σύνταγμα

Ὁσάκις τὸ Alþingi περάσει συνταγματικὸ νομοσχέδιο ποὺ τροποποιεῖ τὸ Σύνταγμα, αὐτὸ θὰ παραπέμπεται στὴν κρίση ὅλου τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος στὴν χώρα γιὰ ὑπερψήφισιν ἢ καταψήφιση. Ἡ ψηφοφορία θὰ λαμβάνει χώρα ὄχι ἐνωρίτερον ἀπὸ ἕνα μῆνα καὶ ὄχι ἀργότερον ἀπὸ τρεῖς μῆνες ὕστερα ἀπὸ τὴν ὑπερψήφισή του ἀπὸ τὸ Alþingi.

Ἐάν, ὡστόσο, πέντε-ἕκτα τῶν μελῶν τοῦ Alþingi ὑπερψήφισαν τὸ τροποποιητικὸ σχέδιο, τὸ Alþingi μπορεῖ νὰ ἀποφασίσει νὰ ἀκυρώσει τὴν ψηφοφορία καὶ τὸ σχέδιο ἐν τούτοις γίνεται νόμος.

Ἄρθρο 114.  ναρξις σχος

Ἡ παροῦσα Συντακτικὴ Πράξη θὰ ἔλθει σὲ ἰσχὺ ὅταν τὸ Alþingi τὴν ἐγκρίνει σύμφωνα μὲ τὶς προβλέψεις τῆς Συντακτικῆς Πράξεως ὑπ’ ἀρ. 33 τῆς 17ης Ἰουνίου 1944 μὲ τὶς ἐπακολουθήσασες τροποποιήσεις.

Ἅμα τῇ ἐνάρξει ἰσχῦος τῆς παρούσας Συντακτικῆς Πράξεως, ἡ Συντακτικὴ Πράξις ὑπ’ ἀρ. 33 τῆς 17ης Ἰουνίου 1944 μὲ τὶς ἐπακολουθήσασες τροποποιήσεις θὰ ἀκυρωθῇ.

Προσωριν πρόβλεψη

Παρὰ τὶς προβλέψεις τῆς παραγράφου 10, ἄρθρο 39, μία ἁπλὴ πλειοψηφία τῶν ψήφων στὸ Alþingi θὰ ἐπαρκεῖ γιὰ τὴν τροποποίηση τοῦ ἐκλογικοῦ νόμου γιὰ τὶς ἐκλογὲς τοῦ Alþingi, ὥστε νὰ εὐθυγραμμισθῇ μὲ τὴν παροῦσα Συντακτικὴ Πράξη, ἀφότου τεθῇ σὲ ἰσχύ.

Ὅταν θὰ ἔχει περάσει τέτοια τροποποίησις, ἡ πρόβλεψη αὐτὴ καθίσταται ἄκυρη.

1 σχόλιο

  1. Θερμά συγχαρτήρια για τη μετάφραση!
    Ισως χρειαστούμε και αντίστοιχη μετάφραση του Ελβετικού Συντάγματος για να δούμε πώς μπορεί να λειτουργήσει ένα μικτό σύστημα αντιπροσωπευτικής και άμεσης δημοκρατίας και στη
    πατρίδα μας.

Leave a Reply