του Ιωάννη Κωτούλα, ιστορικού
Στο εσωτερικό του έθνους-κράτους η ταύτιση του πολιτικού σώματος με τον λαό συνιστά θεμελιώδη αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος. Τόσο η μαξιμαλιστική πολυπολιτισμικότητα όσο και η άκριτη απόδοση δικαιώματος ψήφου σε αλλοδαπούς πολίτες λειτουργεί κατά τρόπο αντισυνταγματικό και αντιδημοκρατικό, καθώς υπονομεύει θεμελιώδεις παραδοχές της δημοκρατίας και του κοινωνικού κράτους, ενώ αναιρεί την ίδια την έννοια του λαού ως θεμελίου της πολιτικής κυριαρχίας.[1] Ο Δημήτρης Τσάτσος αναφέρει χαρακτηριστικά για την αντισυνταγματικότητα της απόδοσης δικαιώματος ψήφου στους αλλοδαπούς μετανάστες: «Αντίθετα, εμείς πιστεύουμε πως το Σύνταγμα και αυτό το δικαίωμα το επεφύλαξε μόνο στους Έλληνες πολίτες. […] Η αναγνώριση τέτοιων δικαιωμάτων στους αλλοδαπούς προϋποθέτει συνταγματική μεταβολή. Τελικά η συνταγματική μεταβολή που θα ήταν αναγκαία για την αναγνώριση ενός τέτοιου δικαιώματος για τους αλλοδαπούς δεν συντελέσθηκε».[2]
Το άρθρο 29, παρ.1 του Συντάγματος απονέμει το δικαίωμα ίδρυσης και συμμετοχής σε πολιτικά κόμματα μόνον σε Έλληνες πολίτες, οι οποίοι διαθέτουν το δικαίωμα του εκλέγειν. Είναι, επομένως, σαφές ότι «δεν είναι νοητό να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας η συμμετοχή στην άσκηση της κρατικής εξουσίας υπηκόων ενός αλλοδαπού κράτους, δηλαδή ατόμων που υπόκεινται σε μια άλλη εξουσία από εκείνη που συνδιαμορφώνουν με τη συμμετοχή τους σε πολιτικά κόμματα της ξένης προς αυτούς χώρας».[3]
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο άξια μνείας είναι η απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας το 1994, βάσει της οποίας το δικαίωμα του εκλέγειν σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων αποτελεί αποκλειστικό δικαίωμα των πολιτών. Αντίστοιχες αποφάσεις έχουν ληφθεί και στην Αυστρία, την Γαλλία και την Ιταλία. Το δικαίωμα του εκλέγειν, άλλωστε, συνιστά αποκλειστικό δικαίωμα των πολιτών των κρατών στα περισσότερα, δεκατρία (13) τον αριθμό, κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης: στην Αυστρία, στην Βουλγαρία, στην Γαλλία, στην Γερμανία, στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Κύπρο, στην Λετονία, στην Λιθουανία, στην Μάλτα, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία, και την Ρουμανία.[4] Στα υπόλοιπα κράτη το δικαίωμα του εκλέγειν δεν ισχύει κατά τρόπο ταυτόσημο σε όλα τα κράτη, αλλά παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις ως προς την εφαρμογή του δικαιώματος αυτού, καθώς ισχύουν διαφορετικές νομοθετικές ρυθμίσεις. Οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν το δικαίωμα συμμετοχής στις τοπικές εκλογές και στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όχι όμως στις εθνικές εκλογές.[5] Εδώ εξετάζουμε τις διατάξεις που αφορούν στη συμμετοχή αλλοδαπών, οι οποίοι δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αναλυτικά ισχύουν τα εξής:
α. Σε ένα (1) κράτος, το Ηνωμένο Βασίλειο, ισχύει το δικαίωμα του εκλέγειν για αλλοδαπούς, οι οποίοι δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι όμως μέλη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, με περιορισμούς ως προς το διάστημα νόμιμης παραμονής στην επικράτεια του κράτους.
β1. Σε δύο (2) κράτη, την Ισπανία και την Πορτογαλία, ισχύει το δικαίωμα του εκλέγειν με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας για αλλοδαπούς, οι οποίοι δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι πολίτες με ιδιαίτερους ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς με τα δύο ανωτέρω κράτη (Ισπανία, Πορτογαλία).[6]
β2. Σε ένα (1) κράτος, την Τσεχία, ισχύει το δικαίωμα του εκλέγειν με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας για αλλοδαπούς, οι οποίοι δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι πολίτες κράτους, με το οποίο έχει συνομολογηθεί σχετική συμφωνία.[7]
δ. Σε επτά (7) κράτη, το Βέλγιο, την Δανία, την Εσθονία, την Ολλανδία, τη Σλοβακία, τη Σουηδία και τη Φιλανδία, ισχύει το δικαίωμα του εκλέγειν για αλλοδαπούς, οι οποίοι δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με περιορισμούς ως προς το διάστημα νόμιμης παραμονής στην επικράτεια του κράτους.
ε. Σε τρία (3) κράτη, την Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και τη Σλοβενία, ισχύει το δικαίωμα του εκλέγειν για αλλοδαπούς, οι οποίοι δεν είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς περιορισμούς ως προς το διάστημα νόμιμης παραμονής στην επικράτεια του κράτους.
Επομένως, μόνον σε τρία (3) κράτη από τα είκοσι επτά (27) της Ευρωπαϊκής Ένωσης ισχύει χωρίς περιορισμούς το δικαίωμα του εκλέγειν, ποσοστό ιδιαίτερα χαμηλό.
[1] Τα κράτη-έθνη θεμελιώνονται τόσο στη συμμετοχική τους διάσταση, η οποία αφορά στους πολίτες τους, όσο και στην δυνατότητα εξαίρεσης ορισμένων ατόμων, εδώ των αλλοδαπών μεταναστών, από την πολιτική κοινότητα. Βλ. Ch. Joppke, Immigration and the Nation-State, ό.π., 2. Άλλοι μελετητές επεκτείνουν την αποκλειστικότητα των πολιτών και επί των κοινωνικών δικαιωμάτων. Βλ. T.H. Marshall, Class, Citizenship and Social Development, New York: Anchor Books, 1965, 72.
[2] Βλ. Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό δίκαιο, τ. Γ΄: Θεμελιώδη δικαιώματα Ι. Γενικό μέρος, Αθήνα-Κομοτηνή: Σάκκουλας, 1988, 164-5.
[3] Βλ. Γ.Ζ. Δρόσος, Η νομική θέση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, Αθήνα-Κομοτηνή: Σάκκουλας,1982, 164.
[4] Βλ. Α. Τριανταφυλλίδου & Ρ. Γρώπα (επιμ.), Η μετανάστευση στην Ενωμένη Ευρώπη, μτφρ. Γ. Χριστίδης, Αθήνα: Κριτική, 2009, 527.
[5] Το δικαίωμα αυτό ισχύει βάσει της Οδηγίας 94/80 ΕΚ.
[6] Στην Ισπανία ισχύουν διμερείς συμφωνίες αμοιβαιότητας με την Αργεντινή (1988), την Ουρουγουάη (1992) και την Χιλή (1990), ενώ αντίστοιχες προκαταρκτικές συμφωνίες έχουν συνομολογηθεί με την Βενεζουέλα και την Κολομβία. Στην Πορτογαλία ισχύουν διμερείς συμφωνίες αμοιβαιότητας με την Βραζιλία, παλαιά πορτογαλική αποικία, καθώς και με την Αργεντική, την Βενεζουέλα, την Ουρουγουάη και την Χιλή.
[7] Έως τώρα (2011) δεν έχει υπογραφεί κάποια σχετική συμφωνία με κράτος, μη-μέλος της ΕΕ.
Πηγή: Το Παρόν της Κυριακής, φ. 27/2/2011, σ. 33
κανένα σχόλιο