Tου Αλέξανδρου Ντάσκα
Ρίγη τρόμου προκαλεί στο Πανελλήνιο το ποσοστό που προσεγγίζει η Χρυσή Αυγή στις δημοσκοπήσεις, περίπου στο 5%. Οι προτεινόμενες αντιδράσεις είναι ποικίλες. Άλλοι προκρίνουν την καταγγελία της, την ενημέρωση των πιθανών ψηφοφόρων της για τις δράσεις και την ιδεολογία της, άλλοι απαιτούν από τους πολίτες που υφίστανται τις συνέπειες του μαζικού εποικισμού της χώρας να αποδεχθούν τη μοίρα τους, άλλοι προτείνουν κατασταλτικά μέτρα, όπως την απαγόρευση του εν λόγω φορέα (δυνατότητα που, ωστόσο, δεν προβλέπεται από το παρόν Σύνταγμα). Υπάρχει ωστόσο και η άποψη που προκρίνει πολιτική λύση, η οποία άλλωστε δικαιώνεται από τα ιστορικά προηγούμενα και, το σπουδαιότερο, επιλύει στη ρίζα του ένα βασικό κοινωνικό πρόβλημα. Η αναχαίτιση της Χρυσής Αυγής περνά μέσα από την πάταξη της λαθρομετανάστευσης, της μηδενικής ανοχής στον εποικισμό, την πρόληψη της αλλοίωσης του ελληνικού πληθυσμού (και βέβαια, και του εκλογικού σώματος) μέσα από την άκριτη, αυθαίρετη απονομή ιθαγένειας και την απονομιμοποίηση της πολυπολιτισμικότητας, της οποίας οι ολέθριες επιπτώσεις είναι σήμερα παραπάνω από αισθητές.
Όλα αυτά, ωστόσο, περνούν μόνο μέσα από έναν ψύχραιμο και ειλικρινέστερο αναστοχασμό της ελληνικότητας, της εθνικής ταυτότητας, της δημοκρατίας και της κοινωνικής χειραφέτησης. Οι Έλληνες πολίτες σήμερα στέκονται στην συντριπτική τους πλειοψηφία απέναντι στο ιδεολόγημα της πολυπολιτισμικότητας. Όπως προκύπτει από δημοσκοπικά ευρήματα, σε ποσοστά που ενίοτε αγγίζουν το 80%, υποστηρίζουν μέτρα κατασταλτικά, όπως η απέλαση για όσους εισέρχονται λαθραία στη χώρα. Όμως η στάση αυτή πηγάζει από συντηρητικά αντανακλαστικά (δικαιολογημένα, ως ένα βαθμό) ιδίως από τον φόβο που προκαλεί η αυξημένη συμμετοχή αλλοδαπών πολιτών στην εγκληματικότητα και η γκετοποίηση σημαντικού μέρους τους αθηναϊκού κέντρου. Δευτερευόντως, πηγάζει από τον ανελέητο διαγκωνισμό στην αγορά εργασίας, σε περιορισμένο μεν βαθμό σε σχέση με κράτη της Δυτικής Ευρώπης, αλλά όχι αμελητέο. Τίθεται δηλαδή καταρχήν ως θέμα ασφάλειας, και στη συνέχεια ως θέμα ανεργίας (και ερμηνεύεται ως τέτοιο κατά το δοκούν).
Είναι λοιπόν ακροδεξιοί όσοι αντιδρούν στη γιγανταία εισβολή ξένων και συχνά πολιτισμικά ασύμβατων και εξαθλιωμένων πληθυσμών στην ελληνική επικράτεια; Στα προηγούμενα χρόνια, όπου κυριάρχησαν οι ιδεολογίες του «εκσυγχρονισμού», του «μεσαίου χώρου» και της αριστερής «φιλανθρωπίας», η καταφατική απάντηση ήταν εύκολη και σχεδόν αυτονόητη. Όποιος αμφισβητούσε ακόμα και το αυτονόητο της απάντησης χαρακτηριζόταν εξίσου εύκολα φασίστας, ρατσιστής και ξενοφοβικός. Αποτέλεσμα αυτής της γραμμής ήταν σε πολλές περιπτώσεις η ταύτιση του στιγματισμένου με το στίγμα και την ετικέτα που του επικόλλησαν. Δηλαδή, όσο περισσότερο απομονωνόταν από το δημόσιο διάλογο ο στιγματισθείς, τόσο περισσότερο ταυτιζόταν με μία ταυτότητα που επέλεξαν οι εχθρικά διακείμενοι για τον ίδιο. Σε πρώτη φάση, αναδείχθηκε από την αφάνεια ο εθνολαϊκιστικός ΛΑΟΣ. Το κόμμα προοδευτικά μεγάλωσε σε ποσοστό, τόσο περισσότερο, όσο του ασκείτο πολεμική από πολιτικούς φορείς, μέσα ενημέρωσης, ακόμα και από σατυρικές εκπομπές με υψηλή ακροαματικότητα. Σημείο καμπής ήταν η συμμετοχή του ΛΑΟΣ στο Μνημόνιο. Η κοινωνική αποδοκιμασία, συνάντησε την απουσία του κράτους στο κέντρο της Αθήνας και τη σταδιακή ανάδειξη της απροσχημάτιστα φασιστικής Χρυσής Αυγής σε παραστρατιωτικό μηχανισμό αστυνόμευσης και διωγμού των λαθρομεταναστών. Αν παρατηρήσουμε το φαινόμενο στην πορεία του χρόνου, κοινωνικά στοιχεία που δεν αποδέχονταν τον φασισμό ως ιδεολογία, σταδιακά προσχωρούσαν σε ολοένα και πιο ακραίες επιλογές, σε ολοένα και μεγαλύτερα ποσοστά. Η ερμηνεία σχετίζεται ασφαλώς με την κατάρρευση του πελατειακού κράτους και την οικονομική κρίση, αλλά όχι μόνο. Αντιθέτως, είχε αρχίσει να εμφανίζεται ήδη από το 2004, εποχή ευμάρειας και ευφορίας, και επιταχύνθηκε από το τέλος του καταναλωτικού εκυγχρονιστικού οράματος.
Η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής με κραυγές αποδείχθηκε όχι μόνο ατελέσφορη αλλά και παράγουσα τα αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα. Όσο περισσότερο στιγματιζόταν κάθε σκέψη αναχαίτισης των μεταναστευτικών ρευμάτων, τόσο πιο φανατικά και μαζικά ένα άλλο μέρος της κοινωνίας συσπειρωνόταν στις αντίθετες ακραίες θέσεις. Τα ευφυολογήματα του τύπου «δεν υπάρχουν λαθραίοι άνθρωποι», τη στιγμή που δεν αμφισβητείτο η νομιμότητα της...ύπαρξής τους, αλλά της εισόδου τους στην Ελλάδα, σταδιακά δημιούργησαν ένα σημαντικό ρεύμα που κατέληξε να θεωρεί λαθραία και αυτή την ύπαρξη τους, να αποδέχεται ή να ανέχεται θεωρίες φυλετικής κατωτερότητας και ρατσιστικής βίας και μίσους.
Η ελληνική Αριστερά, και ειδικά τα παραδοσιακά κόμματα της, το ΚΚΕ και -ιδίως- ο ΣΥΡΙΖΑ, οφείλει να αναγνωρίσει ότι η πολιτική κάλυψη που παρείχε στην κρατική αδράνεια και η απονομιμοποίηση κάθε κατασταλτικής πολιτικής του φαινομένου εξέθρεψε μία καταστολή από τα κάτω, πολύ πιο βάναυση, πολύ επιθετικότερη, πολύ πιο βάρβαρη. Και αυτό δεν το διέπραξε υπερασπιζόμενη θέσεις της ελληνικής εργατικής τάξης ή έστω και των αλλοδαπών εργατών, που παραμένουν αγρίως εκμεταλλευόμενοι, αλλά του ελληνικού κεφαλαίου που έψαχνε αδιάκοπη ροή εξααθλιωμένου φτηνού εργατικού δυναμικού, κυρίως για τον κατασκευαστικό κλάδο, της ελληνικής μαφίας που έψαχνε δούλους, του τουρκικού κράτους, που επεδίωξε αποσταθεροποίηση της Ελλάδας μέσω του εποικισμού της από φανατικούς και πολιτισμικά ασύμβατους μουσουλμανικούς πληθυσμούς και του αμερικανικού ηγεμονισμού, που προωθεί σθεναρά τα ιδεολογήματα της «ανοιχτής κοινωνίας». Με λίγα λόγια, έβαλε τα χέρια της και έβγαλε τα μάτια της.
Ο αντιμεταναστευτικός φανατισμός φαίνεται πως σταδιακά την οδηγεί σε ηπιότερες θέσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι μέχρι και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, του πιο φιλομεταναστευτικού κόμματος της Βουλής, αναγνώρισε την ανάγκη δημιουργίας «κέντρων φιλοξενίας» των λαθραία εισερχομένων. Προφανώς αυτή η δήλωση ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως, αλλά σε συνδυασμό με άλλες δηλώσεις που αναγνωρίζουν, με μεγάλη καθυστέρηση το οφθαλμοφανές, ότι δηλαδή υπάρχει ζήτημα αρμονικής διαβίωσης Ελλήνων και αλλοδαπών στο κέντρο της Αθήνας σηματοδοτούν μία αλλαγή τόνων στο μεταναστευτικό μέτωπο.
Όμως η μετατόπιση γίνεται με πολύ αργούς και ανεπαρκείς ρυθμούς. Η ανορθολογική αντιμετώπιση παραμένει κυρίαρχη. Ο εξορκισμός της Χρυσής Αυγής αποτυγχάνει. Εάν η Αριστερά πραγματικά επιθυμεί την περιθωριοποίηση των νοσταλγών του ναζισμού, οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι οι μέχρι σήμερα θέσεις της είναι στο συγκεκριμένο θέμα από ανεπαρκείς έως εκτός πραγματικότητας και ασύμβατες με τα ιδεώδη της στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο. Η Χρυσή Αυγή, νόμιμη ή παράνομη, με το πρόσωπό της ή κρυπτόμενη πίσω από ψευδοδημοκρατικά προσωπεία και λαθραία διείσδυση σε κρατικούς μηχανισμούς, θα πάψει να υφίσταται ως άξιο λόγου πολιτικό φαινόμενο, όταν η Ελλάδα πάψει να φιλοξενεί περισσότερους αλλοδαπούς, από όσους αντέχει. Αυτό, βέβαια, το γνωρίζει και η ίδια η Χρυσή Αυγή. Σκέψη που πρέπει να κάνουν και όσοι προτίθενται να την ψηφίσουν, για να δώσουν, υποτίθεται, λύση στο μεταναστευτικό πρόβλημα.
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
26 Απριλίου 2012 στις 6:54 μ.μ.
Εύστοχη και ορθότατη η επισήμανση της δημοσκοπικής ανόδου της χρυσης αυγης με την ένταση του μεταναστευτικού ζητήματος...ενύπαρχρει πράγματι αλληλόδραση,διασύνδεση και διαλλακτική σχέση.Αν και φρονώ ότι ακόμη και η πιθανή αποκλιμάκωση της εν λόγω έντασης,μόνο παροδική κάμψη του φασιστικού σχηματισμού θα επιφέρει, καθότι η χειμάζουσα και ζοφερή κοινωνικοοικονομική κατάσταση,σε εθνικό αλλα και διεθνές επίπεδο, συνιστά πεδίον δόξης λαμπρό για την εκτροφή φασιζουσών και φασιστικών ιδεολογημάτων αλλά και δράσεων..-βλ. ενδεικτικά Γαλλικές εκλογές 2012-.Διαφωνώ με την μετατόπιση του βάρους των ευθύνων στην Ελληνική Αριστερά...άμοιρη κια αμέτοχη ευθυνών,αυτονοήτως, δεν είναι καθότι συνιστά εγγένες κομματι του πολιτικού συστήματος....υπάρχει όμως μια θεμελίωδης,κομβική και καταλυτική διαφορά, η οποία συνοπτικά περιγράφεται στ'ότι στο χρονικο διαστημα γενησης και διόγκωσης του μεταναστευτικού η αριστερά ποτέ δεν κυβέρνησε.Συνεπώς, φρονώ, οτί το βάρος γέρνει στις εκάστοτε κυβερνήσεις, οι
οποίες υπέδειξαν παντελή έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής.Φιλικά
26 Απριλίου 2012 στις 10:34 μ.μ.
H μετατόπιση του βάρους στην Ελληνική Αριστερά, εκ μέρους μου τουλάχιστον, δεν σχετίζεται τόσο με το αντικειμενικό βάρος ευθύνης της, αλλά με τις προσδοκίες που μπορεί να τρέφει κανείς από αυτήν ως το πιο δυναμικό και πολιτικά ενεργό και συνειδητοποιημένο μέρος του πολιτικού σκηνικού. Δεν επιμερίζονται ευθύνες για καταδίκη, αλλά επιχειρείται ο εντοπισμός διά της κριτικής οδού τρόπων υπέρβασης του διαρκώς βαθύτερου αδιεξόδου. Με απλά λόγια, δεν μπορεί να περιμένει κανείς την υπέρβαση από το γνωστών ελαττωμάτων δικομματικό καθεστώς ή πολύ περισσότερο από εθνολαϊκιστικά ή φασιστικά μορφώματα. Περιμένει περισσότερα από την Αριστερά, άρα και η κριτική, εν προκειμένω, εμπεριέχει και δόσεις αυτοκριτικής. Η Αριστερά μπορούσε και έπρεπε να έχει δημιουργήσει ρήγματα στον δικομματισμό πολύ νωρίτερα. Οι αιτίες της αποτυχίας της δεν πρέπει να αναζητούνται μόνο στον λαό που δεν ακολούθησε (αντιπαραγωγική και μοιρολατρική σκέψη), αλλά στα δικά της λάθη, των οποίων την επανάληψη πρέπει να αποφύγει.
Πάντως, όπως πολύ σωστά επισημαίνεις, και οι γαλλικές εκλογές επιβεβαιώνουν την άνοδο της Ακροδεξιάς, και εκεί όμως βασικός παράγων είναι η μετανάστευση, ίσως και μία κατάρρευση ή έστω ισχυρός κλονισμός της παραδοσιακής εθνικής ταυτότητας. Η στροφή στον τυφλό και αδιέξοδο αντιμεταναστευτισμό και εθνολαϊκισμό της Ακροδεξιάς είναι μία απεγνωσμένη προσπάθεια επίλυσης του ταυτοτικού αδιεξόδου, σε συνδυασμό με τις κοινωνικές συνθήκες που δημιουργεί η μετανάστευση. Η παραδοσιακή αριστερή προσέγγιση "φταίει ο καπιταλισμός που τους ξεριζώνει από τους τόπους τους", καθ' όλα ορθή κατά τα άλλα, φαίνεται να αγνοεί την κατάσταση των ημεδαπών εργατικών τάξεων εδώ και τώρα και συνδυαζόμενη με στάσεις που τμήμα του κόσμου ερμηνεύει ως εθνοφοβικές, ενισχύει τη δυσπιστία προς αυτήν. Χαρίζει, επομένως στην Ακροδεξιά πληθυσμούς ανήκοντες κατά κύριο λόγο στην εργατική τάξη, φυσικούς συμμάχους της Αριστεράς. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς ότι η Μαρίν Λε Πεν έλαβε διπλάσιες ψήφους από τον χαρισματικό Μελανσόν; Βεβαίως η κατάσταση διαφέρει από χώρα σε χώρα, αλλά διαπιστώνεται μία γενική τάση σε αυτήν την κατεύθυνση.
2 Μαΐου 2012 στις 10:26 μ.μ.
Και ο επιμερισμός ευθυνών και η καταδίκες δεν βλάπτουν...ειδικά όταν γίνονται από δημιουργιές και πολύχνοτες γραφίδες, απαγκιστρωμένες από στερεότυπα,προ΄ι΄δεάσεις και προμνήμες...σαν του σχολιαζόμενου.Συμφωνά απολύτως με την επεξηγηματική απάντηση σου.
3 Μαΐου 2012 στις 11:22 μ.μ.
Και ο επιμερισμός ευθυνών και η καταδίκες δεν βλάπτουν…ειδικά όταν γίνονται από δημιουργικές και πολύχνοτες γραφίδες, απαγκιστρωμένες από στερεότυπα,προ΄ι΄δεάσεις και προμνήμες…σαν του σχολιαζόμενου.Συμφωνά απολύτως με την επεξηγηματική απάντηση σου.