To στερεότυπο θέλει την Ελλάδα ως το «τελευταίο σοβιετικό κράτος της Ευρώπης», μία οικονομία κολλεκτιβοποίησης των πάντων προς όφελος της κομματικής νομενκλατούρας. Οι «μεταρρυθμίσεις», κατά την άποψη αυτή, αποτελούν αναγκαίο βήμα για τη μετάβαση στην ελεύθερη οικονομία, άρα και στο δημοκρατικό κόσμο των εγγυημένων ατομικών δικαιωμάτων και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά των σοβιετικών καθεστώτων ήταν ακριβώς η μη αναγνώριση μίας σειράς δικαιωμάτων, με πρώτο το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Δεδομένης της απόλυτης προστασίας που παρέχει το δικαίωμα αυτό έναντι τόσο των τρίτων όσο και έναντίον του κράτους, ο σοβιετικός υπήκοος ήταν πλήρως ανοχύρωτος ελλείψει του συνταγματικού οπλοστασίου, πρώτα και κύρια απέναντι στην κρατική μηχανή. Το σοβιετικό κράτος ήταν ελεύθερο ανά πάσα στιγμή να απαλλοτριώσει αναγκαστικώς την περιουσία του, χωρίς αποζημίωση, χωρίς νομικούς ή άλλους περιορισμούς, κάτι που υλοποίησε σε μεγάλο βαθμό αρχίζοντας ήδη από τη δεκαετία του 1920, με τραγικές συνέπειες για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. «Η περιουσία είναι κλοπή» ισχυριζόταν ο (μη κομμουνιστής) Προυντόν τον 19ο αιώνα και το σοβιετικό κράτος αποδεχόταν πλήρως αυτήν την άποψη.
Το τελευταίο έτος, η αποσοβιετικοποίηση της Ελλάδας προχωρά, κατά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς, με ταχύ ρυθμό. Στα πλαίσια αυτής της αποκολλεκτιβοποίησης, ανακοινώθηκε τόσο το PSI, όσο και η δημιουργία διαφόρων Ταμείων, στα οποία περιέρχεται αναγκαστικώς και χωρίς αποζημίωση η ιδιωτική περιουσία διαφόρων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως των ασφαλιστικών ταμείων. Διατηρείται εξίσου απρόσκοπτα η διαχείριση αποθεματικών διαφόρων τέτοιων νομικών προσώπων, όπως π.χ. των Δικηγορικών Συλλόγων από την Τράπεζα της Ελλάδος, χωρίς η διαχείριση αυτή να υπόκειται στον έλεγχο των άμεσα ενδιαφερομένων, των ιδιοκτητών των περιουσιών. Κοινό σημείο όλων αυτών των «μεταρρυθμίσεων» είναι μία επίθεση στο ατομικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Συντάγματος. Υπάρχει βασιμότητα στην εκτίμηση ότι μέσα από τα σχετικά νομοθετήματα η προστασία απέναντι στην κρατική επέμβαση, τόσο σε ό,τι αφορά στα εμπράγματα όσο και στα ενοχικά δικαιώματα ποδοπατείται βάναυσα, με συνέπειες που πλήττουν με τόσο μεγαλύτερη ένταση, όσο μεγαλύτερη είναι η οικονομική αδυναμία. Ποινικοποιείται, με λίγα λόγια, η φτώχεια. Όποιος στο παρελθόν δεν «τα έφαγε μαζί μας», ήρθε η ώρα να πληρώσει το τίμημα της καταφρόνησής του. Αποτέλεσμα τούτων είναι να τιμωρείται χωρίς αιτία ο μικροκάτοχος ελληνικών ομολόγων του Δημοσίου, αν και δεν φρόντισε να εξαγάγει τα χρήματα εκτός χώρας, με απώλεια των επενδεδυμένων. Ο ασφαλισμένος, που για μία ζωή κατέβαλε εισφορές έναντι μίας μέτριας ποιότητας περίθαλψης και σχετικά μικρού ύψους σύνταξης, στερείται ακόμη και αυτών των σεμνών προσδοκιών του.
Αποδεικνύεται επομένως ότι η φιλοσοφία των μέτρων που λαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση, σε συνεργασία με την Τρόικα δεν οδηγεί προς «απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας» αλλά αντίθετα εδράζεται επί της ίδιας εξουσιαστικής ακράτειας που χαρακτήριζε τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ου αι. Πράγματι, όταν το κράτος επεμβαίνει τόσο απροσχημάτιστα στην ιδιωτική περιουσία, μέχρι σημείου εκμηδενισμού του προστατευτικού της χαρακτήρα, μέχρι του σημείου να επιδικάζεται, στις δίκες ρύθμισης των χρεών προς Τράπεζες, ως ποσό ικανό να εξασφαλίσει τη στοιχειώδη διαβίωση ενός ανθρώπου τα 300 ευρώ μηνιαίως, θέτοντας και αυτήν την επιβίωση σε κίνδυνο, τότε η απόσταση από την αυθαιρεσία ενός ανελεύθερου καθεστώτος ελαττώνεται επικίνδυνα.
Ο ίδιος ο Προυντόν είχε επίσης εκφράσει την άποψη ότι «η περιουσία είναι ελευθερία». Προφανώς δεν έκανε λόγο για την ίδια περιουσία που αναφέρθηκε νωρίτερα. Η περιουσία ισοδυναμεί με κλοπή όταν έγκειται στην ιδιοποίηση του μόχθου τρίτων, με εκμετάλλευση της οικονομικής ισχύος, για να καθυποτάξει και να εκβιάσει το κοινωνικό σώμα γενικά (όπως η λειτουργία των κερδοσκόπων στις χρηματαγορές) και τον αδύναμο ειδικότερα. Είναι αντίθετα ελευθερία, όταν προβάλλεται ως άμυνα απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, η οποία καθιστά νόμιμη την αρπαγή της ιδιοκτησίας με το μονοπώλιο της θέσμισης των βιοτικών σχέσεων. Η υπαγωγή των ελληνικών δεδομένων στην άποψη αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η περιουσία-κλοπή διατάσσει το πόσο και με ποιούς όρους θα τιμωρείται η περιουσία-ελευθερία. Σοβιετικό, ναζιστικό ή νεοφιλελεύθερο, το φαινόμενο είναι πρώτα και κύρια απλώς άδικο.
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
κανένα σχόλιο