Του Αλέξανδρου Ντάσκα
Η σχέση της Χρυσής Αυγής με τη δημοκρατία και τον ανθρωπισμό (ορθότερα, η πλήρης έλλειψή της) έχει υπάρξει αιτία κατανάλωσης τόνων μελάνης. Είναι γνωστό ότι η Χρυσή Αυγή, χωρίς να έχει το θάρρος και την τιμή να ομολογήσει ευθέως τις πεποιθήσεις της, παραπέμπει με πλήθος τρόπων στον Ναζισμό και τον Αδόλφο Χίτλερ, ενώ σε πολλές περιπτώσεις στελέχη της έχουν εκφραστεί εγκωμιαστικά για τους δωσιλόγους της Κατοχής, δηλαδή εκείνες τις ελληνικές φασιστικές και μοναρχικές οργανώσεις που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές εναντίον της ίδιας τους της χώρας. Εκείνο που εκφεύγει συχνά της κριτικής εκ μέρους των αντιπάλων και εχθρών της Χρυσής Αυγής είναι η σχέση του κόμματος με την Ελλάδα και την Ορθοδοξία, την “επικρατούσα θρησκεία” εν Ελλάδι, όπως αναφέρεται στο Σύνταγμα. Η Χρυσή Αυγή σε πολλές περιπτώσεις αψηφά όχι μόνο με λόγια αλλά και με πράξεις βίας την έννομη τάξη της χώρας στο όνομα των ελληνικών αξιών και της υπεράσπισης των χριστιανικών ορθόδοξων ιδεών. Πόσο ελληνική και πόσο ορθόδοξη είναι όμως η ίδια η Χρυσή Αυγή;
Η αρχή μπορεί να γίνει με μία εύκολη, δια γυμνού οφθαλμού παρατηρήσιμη αλήθεια. Οι Χρυσαυγίτες, συχνότερα από τους υπολοίπους κατά μέσο όρο, δυσκολεύονται να χρησιμοποιήσουν την ελληνική γλώσσα. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρήσουμε ότι τα καταφέρνουν καλύτερα σε κάποιαν άλλη. Σύμφωνα με τον Βίτγκενστάιν (τα περισσότερα μέλη της Χρυσής Αυγής θα τον αγνοούν, καθώς δεν ασχολήθηκε με τις δολοφονίες ανθρώπων, όπως άλλοι σύγχρονοι συμπατριώτες του, αλλά επιδόθηκε στην άχρηστη και ύποπτη δραστηριότητα συγγραφής βιβλίων), “τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου”. Ο κόσμος πολλών Χρυσαυγιτών, και μάλιστα κορυφαίων “στελεχών” του κόμματος παρουσιάζεται ως εκ τούτου πολύ στενός. Το εντυπωσιακό είναι ότι παρουσιάζεται στενότερος και από τα όρια της Ελλάδος. Πράγματι είναι αξιοπερίεργο πώς ένας αληθινός πατριώτης, ένας εραστής της Ελλάδος προτιμά να εντρυφήσει στον Αυστριακό Γερμανό δολοφόνο εκατομμυρίων, μεταξύ τους και πολλών χιλιάδων Ελλήνων, Χίτλερ αλλά να μην έχει ιδέα για Έλληνες όπως ο Σεφέρης, ο Ελύτης, αλλά ακόμα και για την αρχαία Ελλάδα, για το συγγραφικό έργο προσωπικοτήτων όπως ο Όμηρος, ο Πλάτων, ο Θουκυδίδης, ο Αριστοτέλης. Διότι αν είχε έστω και επιφανειακώς ασχοληθεί μαζί τους, οπωσδήποτε θα είχε διευρύνει αρκετά το λεξιλόγιο του ώστε να μην υποπίπτει σε “βαρβαρισμούς” κάθε φορά που ανοίγει το στόμα του. Ίσως όμως γνωρίζει τον Προκρούστη: Δεν εξηγείται διαφορετικά το γιατί επιθυμεί να φέρει την Ελλάδα στα όρια της δικής του περιορισμένης αντίληψης με τη βία, ακρωτηριάζοντας ό,τι δεν γνωρίζει και δεν επιθυμεί να μάθει για την πατρίδα του, έστω κι αν θεωρείται λαμπρό, σπουδαίο και περιλάλητο σε ολόκληρο τον κόσμο, να μικρύνει έτσι τον τόπο που υποτίθεται ότι θέλει μεγάλο και ένδοξο.
Υπάρχουν όμως και “στελέχη” της Χρυσής Αυγής που τα καταφέρνουν καλύτερα σε άλλες γλώσσες από ό,τι στην ελληνική. Ως μέλη της φέρονται πρόσωπα αλβανικής ιθαγένειας, πρωτοστατούντα μάλιστα στις εφόδους της οργάνωσης σε αγορές και συναθροίσεις. Την ίδια στιγμή που η Χρυσή Αυγή ομνύει στο όνομα της φυλετικής καθαρότητας, που καθορίζει το μέτρο της ανθρώπινης αξίας με βάση την ελληνικότητα του DΝΑ, χρησιμοποιεί και αποδέχεται, για λόγους αδιευκρίνιστους, αλλοδαπούς πολίτες για να επιβάλλουν τον δικό της νόμο πάνω σε Έλληνες. Στην πασίγνωστη ταινία «Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας» ο νεοναζί ήρωας της μετανοεί για τις πεποιθήσεις του, όταν, και με αφορμή τις δοσοληψίες των «Αρίων» φίλων του με άτομα λατινοαμερικανικής καταγωγής, συνειδητοποιεί ότι ο ναζιστικός χώρος στην πραγματικότητα δεν πιστεύει ούτε ο ίδιος σε ό,τι διακηρύσσει, δεν έχει ιδεολογία, παρά μόνο ένα προπέτασμα καπνού πίσω από το οποίο κρύβει ένα στυγνό, άτιμο, αμοραλιστικό πρόσωπο. Όμως ούτε αυτό το γεγονός προβληματίζει καθολου τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής.
Δεύτερη ένδειξη της προβληματικής σχέσης τους με την Ελλάδα είναι η εξύμνηση των συνεργατών των Γερμανών κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944) και η φρικτή, βέβηλη προσβολή της μνήμης των χιλιάδων Ελλήνων εκτελεσθέντων και θυμάτων λιμού από τους Ναζί την ίδια περίοδο. Εκείνη την τριετία όχι ένας αλλά τρεις ξένοι στρατοί εισέβαλαν στην Ελλάδα, την κατέκτησαν και προχώρησαν μάλιστα σε τεμαχισμό της, τόσο προς όφελος της Βουλγαρίας στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, όσο και στη Δυτική Ελλάδα και τα Ιόνια προς όφελος των Ιταλών και των Αλβανών και Τσάμηδων συμμάχων τους (που είχε μερικώς υλοποιηθεί, σχεδιαζόταν και προετοιμαζόταν με τρομερές σφαγές στην Θεσπρωτία και ολόκληρη την Ήπειρο). Το ελάχιστο που θα ανέμενε κανείς από Έλληνες εθνικιστές θα ήταν η αποκήρυξη και καταδίκη της Κατοχής της ίδιας τους της χώρας και η απόδοση τιμών σε κάθε εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα από τα δεσμά που εντελώς απρόκλητα της επέβαλαν. Κι όμως, τα μέλη της Χρυσής Αυγής προτιμούν να εξυμνούν όσους συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, όσους πρόδωσαν την χώρα τους και πολέμησαν στο πλευρό των εχθρών της. Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να καθυβρίζουν αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, όπως τον Μανώλη Γλέζο, ως "εσχατόγερους". Το ελληνικό αίμα, που τόσο τιμούν κατά τα άλλα, βοά από άκρη σε άκρη της Ελλάδας και η αναπηρία της χώρας έκτοτε μπορεί να θεωρηθεί μη αναστρέψιμη. Ποτέ δεν κατόρθωσε η Ελλάδα να συνέλθει πλήρως από την καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου. Κι όμως, οι «Έλληνες εθνικιστές» ουδόλως ενδιαφέρονται!
Τρίτο στοιχείο βαθύτατης, παχυλής άγνοιας για στοιχειώδεις πραγματικότητες της Ελλάδος, για τις οποίες λανθασμένη απάντηση σε τεστ απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας θα αξιολογείτο αρνητικά, είναι η σχέση της Χρυσής Αυγής με την Ορθοδοξία. Εκεί η πραγματικότητα ξεπερνά κάθε φαντασία, αγγίζει υπερρεαλιστικές εκδοχές του κωμικοτραγικού. Ο βουλευτής Ηλίας Παναγιώταρος συμμετείχε έξω από το θέατρο «Χυτήριο» σε συγκεντρώσεις με ύβρεις και απειλές κατά των συντελεστών παράστασης, για να υπερασπιστεί, όπως θεωρούσε ο ίδιος, την ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Ο ίδιος άνθρωπος, στην τελετή εγκαινίων των γραφείων της Χρυσής Αυγής στο Αίγιο αγνοούσε το πώς κάνουν τον σταυρό τους οι Ορθόδοξοι! Πόσο άσχετος με την ελληνική πραγματικότητα μπορεί να είναι κάποιος για να αγνοεί κάτι τόσο αυτονόητο ως πληροφορία και κοινό κτήμα για όλους τους κατοίκους της χώρας, ακόμα και για τους αλλοθρήσκους ή αθέους; Πόσο περισσότερο άσχετος (ή ίσως εχθρικός;) πρέπει να είναι με την Ορθοδοξία ο ίδιος...Κι όμως αυτό δεν τον εμποδίζει να μονοπωλεί τη θρησκευτική ευαισθησία, να εμφανίζει τον εαυτό του ως υπερασπιστή της πίστεως, να θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να τρομοκρατήσει ανθρώπους με βάση ό,τι εκείνος εκλαμβάνει ως προσβολή της Ορθοδοξίας.
Ας ήταν τουλάχιστον συνεπής. Εάν έπρεπε να υπερασπίζεται με κάθε μέσο την ορθόδοξη πίστη, θα έπρεπε πρώτα απ’ όλα να ξεκινήσει από όσα συμβαίνουν μπροστά στα μάτια του. Θα έπρεπε να ξεκινήσει από τον συναγωνιστή του Γιώργο Γερμενή. Τον βουλευτή Β’ Αθήνας, που πριν τον φιλοξενήσει το Κοινοβούλιο, ασχολείτο με την black metal μουσική σκηνή, από την οποία ενασχόληση απέκτησε το προσωνύμιο «Καιάδας», σε συγκρότημα, του οποίου οι στίχοι ήταν ενίοτε ευθέως σατανιστικοί, αποκρυφιστικοί και βλάσφημοι προς το πρόσωπο του Χριστού. Με δεδομένο τον ορθόδοξο ζήλο του Η. Παναγιώταρου, θα περιμέναμε ότι ο εν λόγω βουλευτής θα είχε πέσει θύμα ανάλογης τρομοκρατίας ή έστω θα είχε προβεί σε δημόσια δήλωση συγγνώμης, αφού ήλθε σε ευθεία αντιπαράθεση με τις αρχές του κόμματός του, σε τέτοιο βαθμό που θα μπορούσε να θεωρηθεί, κατά τις εκφράσεις των διαμαρτυρομένων έξω από το Χυτήριο «ανθέλληνας», ο οποίος δεν έχει πια το δικαίωμα να «παίζει με τη θρησκεία των Ελλήνων». Ο «Καιάδας» βέβαια θεωρεί τον εαυτό του ως επιτομή του ελληνικού πνεύματος, σε σημείο που να διατάζει συμπατριώτες του να σηκώνονται όρθιοι όποτε εκείνος το επιθυμεί. Έστω κι αν αγνοεί ότι στην ελληνική γλώσσα υπάρχει ως τύπος προστακτικής, και μάλιστα β’ ενικού και όχι β’ πληθυντικού, μόνο η λέξη «εγέρθητι» και όχι «εγέρθητο».
Φαίνεται όμως ότι η Ορθοδοξία είναι κι αυτή μία σημαία ευκαιρίας για τη Χρυσή Αυγή. Άλλωστε, η στροφή της προς την Ορθοδοξία είναι πολύ πρόσφατη, σε σημείο που μάλλον δεν έχει προλάβει να αφομοιώσει τη φύση της. Ο ηγέτης της Νίκος Μιχαλολιάκος συνέγραφε ποιήματα προς τιμήν του Εωσφόρου ενώ μέχρι το 1992 η οργάνωση αποδεχόταν ως μόνη ελληνική θρησκευτική έκφραση την «πατρώα θρησκεία», τον παγανισμό. Το 1990 ο Ν. Μιχαλολιάκος έγραφε ότι "Σύγχρονοι ιδεολογικοί φορείς των δύο ρευμάτων θρησκειών είναι αφ' ενός μεν ο Εθνικοσοσιαλισμός ως ιδεολογικός φορέας του Παγανισμού, αφ' ετέρου ο Μαρξισμός και ο Φιλελευθερισμός, ως ιδεολογικοί φορείς του Ιουδαιοχριστιανισμού" ("Η ιδεολογία μας. Θεός-Θρησκεία"), τοποθετώντας αποφασιστικά τη Χρυσή Αυγή στο πρώτο στρατόπεδο. Μόνο μετά το 1992, και πάντοτε παράλληλα με τον δωδεκαθεϊσμό, υιοθέτησε η οργάνωση την «Ελληνική Ορθοδοξία», στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να μαζικοποιηθεί και να καταστεί αποδεκτή από την ελληνική κοινή γνώμη, προσπάθεια η οποία επισφραγίστηκε με την μετατροπή της σε πολιτικό κόμμα το 1993. Αν κρίνουμε όμως τόσο από τη στάση όσο και από τις γνώσεις των στελεχών της, τίθεται το ερώτημα πόσο επιφανειακή και ψηφοθηρική μπορεί να θεωρηθεί αυτή η μεταστροφή. Εν τούτοις, πολλοί Χριστιανοί Ορθόδοξοι Έλληνες, φαίνονται πρόθυμοι να εμπιστευτούν την οργάνωση για την υπεράσπιση της πίστης μας, χωρίς να προβληματίζονται αν η σατανιστική επιρροή της Χρυσής Αυγής έχει και σήμερα εφαρμογή στις αντιλήψεις και τις πρακτικές της, και κατά πόσον αυτές είναι συμβατές με τις θρησκευτικές μας πεποιθήσεις. Άλλωστε η παγανιστική και σατανιστική πλευρά δεν είναι ιδιαιτερότητα της Χρυσής Αυγής. Ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός, πηγή έμπνευσης της Χρυσής Αυγής, εμπνεόταν με τη σειρά του από το πάνθεον των αρχαίων γερμανικών φύλων, με τον Himmler να εξυμνεί τις θεότητες και να οργανώνει αντίστοιχες τελετές. Αλλά και το μισάνθρωπο περιεχόμενο του φυλετισμού έχει καταδικαστεί εδώ και ενάμιση αιώνα τόσο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως όσο και από πολλά άλλα χριστιανικά δόγματα ανά τον κόσμο, μη εξαιρουμένης και της Καθολικής Εκκλησίας.
Κυρίως όμως είναι αντίθετο προς την ελληνικότητα και ιδίως την Ορθοδοξία το περιεχόμενο της ιδεολογίας και η πρακτική της Χρυσής Αυγής. Η Ορθοδοξία δεν δέχεται τον διαχωρισμό των ανθρώπων σε διαβαθμισμένες κατηγορίες, κατατάσσοντας ανθρώπινα πλάσματα στους «υπανθρώπους», όπως δήλωσε η Ε. Ζαρούλια στην ελληνική Βουλή. Αντιθέτως, ο Απόστολος Παύλος διακηρύττει ως εσχατολογική προοπτική της Εκκλησίας την ένωση όλων των ανθρώπων μεταξύ τους και με τον Θεό, παρά και διά της διαφορετικότητάς τους: οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. («δεν υπάρχει Ιουδαίος και Έλληνας, δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος, δεν υπάρχει άνδρας και γυναίκα. Όλοι εσείς είστε ενωμένοι στον Ιησού Χριστό», Γαλ. γ’ 28). Πολύ περισσότερο δεν συμβαδίζει η στοιχειώδης απαγόρευση της ανθρωποκτονίας, το «ου φονεύσεις» με τις φονικές επιθέσεις κατά μεταναστών, για τις οποίες η Χρυσή Αυγή, αν μη τι άλλο, κανέναν προβληματισμό δεν δείχνει, αλλά αντιθέτως μέλη της έχουν συμμετάσχει μπροστά σε κάμερες σε βίαιες ενέργειες κατά αλλοδαπών μικροπωλητών (όπως χαρακτηριστικά συνέβη στη Ραφήνα).
Για πολλούς ψηφοφόρους ή φιλικά διακείμενους προς την Χρυσή Αυγή, όλα αυτά δεν είναι παρά λεπτομέρειες, «χολή» κατά του κόμματος που αποδεικνύει ότι η Χρυσή Αυγή «ενοχλεί». Και αφού ενοχλεί, σημαίνει ότι κάτι καλό επιτυγχάνει, ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα. Έχουν δίκιο ως προς το ότι ενοχλεί. Το θέμα είναι ποιούς. Διότι μέχρι τώρα καθόλου δεν έχει ενοχλήσει τις κατεστημένες δυνάμεις που οδήγησαν τη χώρα στην καταστροφή, παρά την πιο ευνοϊκή συγκυρία της σύγχρονης Ιστορίας της, αλλά μάλιστα τυγχάνει και περίεργης κάλυψης από κρατικές υπηρεσίες, σε βαθμό που τα αυτόφωρα παρέρχονται άπρακτα. Όπως δηλαδή συμβαίνει ακριβώς με το ψευδοεπιχειρηματικό, τραπεζικό, μiντιακό, πολιτικό πρασινογαλάζιο κατεστημένο της Μεταπολίτευσης. Ενοχλεί μόνο αντιφρονούντες προς αυτό το τελευταίο, όπως φανερώνουν οι συμπλοκές με αντιεξουσιαστές, κομμουνιστές ή αδύναμους μετανάστες.
Ενοχλεί όμως και κάθε Έλληνα πατριώτη, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης. Ενοχλεί διότι συκοφαντεί, αλλοιώνει και θέτει σε έσχατο κίνδυνο τον τόπο και τον λαό που λέγεται Ελλάς, παραχαράσσει φρικτά το λατρευτικό φαινόμενο της Ορθοδοξίας, υβρίζοντας τον Χριστό που απουσιάζει πλήρως από τις πρακτικές της. Ενοχλεί διότι επιτρέπει να λοιδορείται ό,τι οι ίδιοι στα λόγια αναγνωρίζουν ως ιερό και όσιο, με αποτέλεσμα τον για δεκαετίες κυρίαρχο μηδενισμό του, που επικράτησε ως αντίδραση στη χουντική διακωμώδηση ιδανικών. «Ελλάς· πυρ! Ελλήνων· πυρ! Χριστιανών· πυρ! Τρεις λέξεις νεκρές. Γιατί τις σκοτώσατε;”. Όπως απαντά κι ο τίτλος του σεφέρειου επιγράμματος, “από βλακεία”. Ενοχλεί διότι ευτελίζει τη χώρα, παρουσιάζοντας την σαν ανίκανη να παραγάγει στην ηγεσία της ο,τιδήποτε άλλο πέρα από αμόρφωτους, ελαφρόμυαλους, ψυχασθενείς, υποδίκους, περιθωριακούς, χυδαίους, ανθρώπους πολύ υποδεέστερους του μέσου ψηφοφόρου, που με κάποια αντεστραμμένη λογική βρέθηκαν να διακρίνονται αντί να περιφρονούνται. Ενοχλεί διότι επιδιώκει ανοικτά την κατάλυση της προβληματικής δημοκρατίας μας και γιατί η πρόταση της φαίνεται εύλογη σε μία χώρα που γνωρίζει (ή θα έπρεπε να γνωρίζει) το πώς έχει πορευθεί και τερματιστεί κάθε φασιστικό καθεστώς. Με ποταμούς αίματος, πόλεμο και εδαφικό ακρωτηριασμό. Ενοχλεί διότι υπήρξε η αφορμή για να εκδηλωθεί ό,τι πιο αισχρό, απεχθές, συμπλεγματικό κρύβαμε κάτω από μετριοπαθή προσωπεία βολεμένου μικροαστισμού και σήμερα, με τη μνησικακία της απώλειας των καταναλωτικών μας ονείρων, θρασύδειλα κι αμετανόητα το εκθέτουμε: τον καταπιεσμένο σκοτεινό ψυχικό κόσμο μας, τώρα που η νέα μόδα μας δίνει την ευκαιρία. Όμως είναι καιρός να γίνει σαφές: Έλληνας και ναζί, Ορθόδοξος και φασίστας, είναι έννοιες ασύμβατες.
* Ο τίτλος του κειμένου προέρχεται από τον -εδώ παραφρασμένο- καταληκτικό στίχο του ποιήματος του Κωνσταντίνου Καβάφη "Φιλέλλην".
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
κανένα σχόλιο