(Καθημερινή, 16.03.2014)
Toυ Παναγή Βουρλούμη
Διαβάσαμε στην «Καθημερινή» της 9/3/2014 ότι η τρόικα έστειλε στην κυβέρνηση έγγραφο με προτάσεις για θεσμικές αλλαγές που, μεταξύ άλλων, αφορούν τη θέσπιση κώδικα δεοντολογίας για υπουργούς και βουλευτές και καθιέρωση ασυμβίβαστου για κρατικούς αξιωματούχους σχετικά με τις οικονομικές και επαγγελματικές τους ασχολίες. Επίσης νέο νομοθετικό πλαίσιο για τη χρηματοδότηση των κομμάτων, με σκοπό να ελεγχθεί το μαύρο χρήμα και ο υπερδανεισμός τους από τις τράπεζες.
Η παρακολούθηση από την αρχή της διαδρομής των παρεμβάσεων και συμπεριφοράς της τρόικας οδηγεί σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Οταν πρωτοήρθε έθεσε γενικούς στόχους, αφήνοντας τα όποια μέτρα για την επίτευξή τους στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης. Από εκεί σταδιακά πέρασε στη φάση της εισήγησης συγκεκριμένων νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν κυρίως την οικονομία, τον ανταγωνισμό, τα εργασιακά κ.λπ. Οταν φάνηκε ότι οι προτάσεις δεν αρκούσαν, μετατράπηκαν σε όρους προκειμένου να εκταμιευτούν δόσεις. Τώρα μπαίνουμε σε επόμενο στάδιο. Περνάμε και στον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Προς το παρόν με τη μορφή παραινέσεων, αλλά αν κρίνουμε από το τι έγινε ώς τώρα, δεν αποκλείεται η στάση των εκπροσώπων των δανειστών μας να σκληρύνει κι εδώ.
Η κλιμακούμενη παρέμβαση της τρόικας στα εσωτερικά μας οφείλεται σε δύο λόγους. Ο ένας είναι η απογοήτευση από τις υπεκφυγές στην εφαρμογή συμφωνημένων μέτρων και ο εκνευρισμός που προκαλεί το αδιάκοπο παζάρι με τους Ελληνες διαπραγματευτές. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι τρεις επικεφαλής και τα επιτελεία τους είναι υψηλά στελέχη μεγάλων οργανισμών, επιφορτισμένα με συγκεκριμένο έργο και με ευχέρεια χειρισμών. Κρίνονται επαγγελματικά από τα αποτελέσματα της αποστολής που τους έχει ανατεθεί και θέλουν να επιτύχουν. Εκεί που ο διάλογος δεν φέρνει αποτελέσματα, διαθέτουν το εργαλείο της καθυστέρησης των δόσεων και δεν διστάζουν να το χρησιμοποιούν. Υπολογίζουμε εδώ ότι δυσκολίες που προκύπτουν από τη μη εκπλήρωση των όρων του Μνημονίου μπορούν να υπερπηδηθούν «πολιτικά» πάνω από το κεφάλι της τρόικας. Αυτή η προσέγγιση παραβλέπει τη δύναμη που έχει μια γραφειοκρατία πάνω στους πολιτικούς προϊσταμένους της, ακόμη και αν εκείνοι ομόφωνα ήθελαν να κάνουν τα πράγματα ευκολότερα για την Ελλάδα, κάτι που δεν συμβαίνει.
Ο δεύτερος λόγος αφορά ουσία και συνδέεται άμεσα με τις προτάσεις για θεσμικές αλλαγές. Υστερα από τόσους μήνες εδώ, μελετώντας την κατάσταση και μαθαίνοντας από πρώτο χέρι την ελληνική πραγματικότητα, η τρόικα ωρίμασε. Κατέληξε ότι το πρόβλημά μας έχει πολιτικές αιτίες και πιο συγκεκριμένα ότι η κατάρρευση της οικονομίας οφείλεται στον τρόπο διακυβέρνησης και πως μέτρα που χτυπούν μόνο τα συμπτώματα είναι ατελέσφορα.
Δεν εξηγείται αλλιώς η αναφορά τους στην ανάγκη αλλαγών που αγγίζουν και τα πιο ευαίσθητα νεύρα του πολιτικού μας γίγνεσθαι, όπως π.χ. τη χρηματοδότηση των κομμάτων. Πρέπει να τους προβληματίζει το ότι η μόνη θετική εξέλιξη που έχουμε να δείξουμε ώς τώρα είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, που κι αυτό οφείλεται στην αύξηση της φορολογίας, μείωση μισθών και συντάξεων, ματαίωση επενδύσεων και καθυστέρηση καταβολής οφειλών του Δημοσίου. Και το ότι οι ρυθμίσεις αυτές πλησιάζουν τα όρια της αντοχής της οικονομίας και οπωσδήποτε δεν οδηγούν σε ανάκαμψη. Αυτά βλέπει η τρόικα και την οδηγούν στο συμπέρασμα ότι χρειάζονται πολύ ριζικότερες και μονιμότερες λύσεις.
Η ανάμειξη των ξένων στον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα του πολιτικού μας οίκου είναι φυσικό να μη μας αρέσει. Αν το καλοσκεφθούμε, όμως, μας κάνουν χάρη. Εκείνα που μας λέει να διορθώσουμε τα έχουν πει και άλλοι, αλλά δεν έχουν περάσει στον πολύ κόσμο. Δεκαετίες λαϊκισμού και άσκησης ενός ακραίου πελατειακού τρόπου διακυβέρνησης έχουν αμβλύνει το αισθητήριό μας και λίγοι συνδέουν τις αιτίες της κρίσης με το πολιτικό σύστημα – την αποδίδουν σε άτομα, ναι και σωστά, αλλά τα αίτια είναι βαθύτερα. Κάποιος που στέκεται απ’ έξω μπορεί να το δει αυτό καθαρότερα και να το πει πιο ωμά. Και στην περίπτωση της τρόικας έχει μέσα να πιέσει. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα φτάσουμε ώς εκεί.
Η επόμενη Βουλή είναι αναθεωρητική και δίνεται μια ευκαιρία να διορθώσουμε οι ίδιοι πολλά στραβά στον τρόπο που λειτουργεί το πολίτευμα. Ισως οι εισηγήσεις της τρόικας δεν είναι σύμπτωση.
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
κανένα σχόλιο