Από την "Τραγικότητα" στην "Κοινωνία"


Του Χρήστου Κλειώση
Δικηγόρου Αθηνών

Κάθε φορά που η σκέψη μου ακουμπά πάνω στην έννοια της τραγικότητας έρχεται στο μυαλό μου η τραγωδία της Αντιγόνης. Το αιώνιο πρόβλημα της διπλής φύσης του δικαίου: Είναι η προσδοκία της δικαιοσύνης στον κόσμο που τελικά καταλήγει να είναι έκφραση της εκάστοτε ισχύουσας πολιτικής τάξης, ομάδας ή προσώπου. Η Αντιγόνη εκφράζει την προσδοκία ουσιαστικής πανανθρώπινης δικαιοσύνης που καταπνίγεται από το θετό δίκαιο, από τους κανόνες, τις ιδεοληψίες της εκάστοτε ελίτ, την οποία εκφράζει ο Κρέων. Μέσα στους πολλούς ορισμούς που κατά καιρούς έχουν δοθεί στην έννοια της τραγικότητας θα προσέθετα και αυτή της εσωτερικής σύγκρουσης των δυο εννοιών του δικαίου: Η δικαιοσύνη σαν ιδεατό που πνίγεται στην γέννα της από τον νομοθέτη της σκοπιμότητας. 
Ως εδώ ίσως θα ήταν εύκολο να σταματήσει κανείς και να κάνει χρήση ενός νοερού μοντέλου που με μανιχαιστικό τρόπο θα χώριζε τον κόσμο σε ρομαντικές «Αντιγόνες» που βιώνουν το όραμά τους για δικαιοσύνη και «Κρέοντες» που υπηρετούν το γράμμα του νόμου και την σκοπιμότητα. Όμως η τραγικότητα έχει ακόμη πιο βαθιές ρίζες. 
Κάντε μια προβολή της Αντιγόνης στην σύγχρονη εποχή και θα δείτε ότι η ίδια η έννοια του δικαίου είναι κατακερματισμένη. Άλλη αίσθηση δικαίου έχει ο πολίτης συντηρητικών πεποιθήσεων, άλλη ο πολίτης προοδευτικών αντιλήψεων, άλλη αυτός που προσδιορίζεται ως φιλελεύθερος κ.ο.κ. Αυτό γίνεται εμφανές στις δίκες που κατά καιρούς απασχολούν την δημοσιότητα. Δεν υπάρχει μια πανανθρώπινη ιδέα δικαίου στην βάση της οποία μπορεί να γίνει διάλογος για το πώς θα γίνει ο κόσμος καλύτερος. Υπάρχει ένα σύνολο από αντικρουόμενες αλληλοαποκλειόμενες θεωρίες για το τι είναι καλό και τι κακό. Το σχήμα του Έγελου περί θέσης, αντίθεσης και σύνθεσης δεν μπορεί να έχει εφαρμογή όταν η ανθρωπότητα εξελίσσεται σε παράλλογο θέατρο μονολόγων Θέση αντίθεση αποσύνθεση. Κάθε μονόλογος και αυθεντία, κάθε αυθεντία και αποκλεισμός της διαφορετικής άποψης. Ο «διάλογος» γίνεται μόνο στο εσωτερικό κάθε ομάδας ανθρώπων που συμφωνούν ότι δεν έχουν κάτι σημαντικό για να διαφωνήσουν. Από κει και πέρα υπάρχει μόνο διπλωματία, ή αλλιώς συνέχιση του πολέμου με μη πολεμικά μέσα. Στην ουσία, γεννηθήκαμε σε έναν κόσμο στον οποίο είμαστε υποχρεωμένοι είτε να προσχωρήσουμε σε μια θέση χάνοντας τμήμα της ιδιαιτερότητάς μας, είτε να αναπτυχθούμε σε erga omnes συγκρούσεις διατηρώντας άθικτη την ιδιαιτερότητά μας, χάνοντας όμως την επαφή με την κοινωνία, όπως συνήθως κάνουν κάποιοι τολμηροί καλλιτέχνες ή ακτιβιστές. 
Σήμερα δεν μπορεί να υπάρξει Αντιγόνη. Μπορούν να υπάρξουν χιλιάδες διαφορετικού πολιτισμικού υπόβαθρου αντικρουόμενες εκδοχές της. Όταν η «Κρεόντειος» εξουσία προτείνει ένα πολιτικό μέτρο που εγείρει την κοινή γνώμη, αυτή θα συνασπιστεί μεν στο «δεν θέλω», θα κατακερματιστεί όταν όμως έρθει η ώρα να απαντήσει στο ερώτημα «τι θέλω». Για αυτό και πάντα κυβερνά και είναι ισχυρότερη η δύναμη της σκοπιμότητας. Ακόμη και όταν κάποιοι ρομαντικοί αποκτήσουν εξουσία, είτε θα εξελιχθούν σε «Κρέοντες» είτε θα χάσουν την εξουσία από κάποιους πιο αδίστακτους από αυτούς. 
Από την άλλη, η τραγικότητα του Κρέοντα δεν έχει να κάνει μόνο με την ωμή επιβολή ενός άδικου νόμου. Έχει να κάνει με την δεύτερη εκδοχή της τραγικότητας: Ο εξαναγκασμός σε λήψη μιας απόφασης χωρίς να υπάρχουν τα απαραίτητα εφόδια για την ληψη της. Η μοιρα σου ζητά να διαλέξεις δρόμο πριν ζυγίσεις της συνέπειες. Πόσες φόρες στην ζωή ενός ανθρώπου δεν τίθεται ένα τέτοιο ερώτημα; Η απόφαση πρέπει λόγω των καταστάσεων να ληφθεί τώρα, όμως δεν υπάρχει χρόνος να μελετηθεί ποια είναι η σοφότερη απόφαση. Στην ουσία όσο και αν δεν θέλουμε να το συνειδητοποιούμε, κάθε σημαντική απόφαση είναι τζογος και διάλογος με το πεπρωμένο. Ακόμη και η μη απόφαση, συνιστά απόφαση. Και ο χρόνος για το ζύγισμα πιθανών επιπτώσεων κάθε επιλογής ποτέ δεν είναι αρκετός, ειδικά σε φιλοσοφικά ζητήματα που όλες οι γενιές της ανθρωπότητας δεν μπόρεσαν να απαντήσουν. «Πρέπει να πάρω θέση ακόμα και όταν δεν είμαι βέβαιος ποια είναι η σωστή θέση». 
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι δυο μορφές εμφάνισης τραγικότητας καταλήγουν στην άγνοια ως αιτία. Στην μεν αναζήτηση μιας ιδεατής δικαιοσύνης  (κατακερματισμένη Αντιγόνη) οι λύσεις είναι άπειρες και η αναζήτηση οδηγεί στο άπειρο και το χάος, στην δε επιβολή λύσεων σκοπιμότητας (απερίσκεπτος Κρέοντας) η τραγικότητα εμφανίζεται πιο βίαια, αφού ο «άρχων» όσο και αν προσπαθήσει δεν μπορεί να ξέρει εκ των προτέρων τις συνέπειες των επιλογών του και αν τελικά έπραξε αυτό που ήταν σύμφωνο τελικά με το επιδιωκόμενο από αυτόν αποτέλεσμα. Όμως αυτή την άγνοια δεν την παραδέχεται αυτός που έχει πέσει θύμα της τραγικότητάς του. Τόσο ο ιδεολόγος που έχει εγκλωβιστεί στο όραμά του, όσο και ο λήπτης δύσκολων αποφάσεων έχουν ένα κοινό στοιχείο: Δεν παραδέχονται την άγνοια τους. Η εσωτερική αναζήτηση έχει παύσει στον συγκεκριμένο τομέα. Το σωστό και το λάθος έχει αποκρυσταλλωθεί μέσα τους, ακόμη και όταν οδηγούν σε αποφάσεις δυσάρεστες. Ο ρομαντικός θα αποξενωθεί με οτιδήποτε δεν είναι σύμφωνο με το δικό του σύστημα ηθικής μαρτυρώντας για τις θέσεις του, ο κυνικός θα συγκρουστεί μέχρι τέλους με όποιον του αντισταθεί οδηγώντας έναν από τους δυο στην καταστροφή. 
Αυτός ο μηχανισμός είναι τόσο διαδεδομένος στην τραγική μοίρα της ανθρωπότητας όσο και τα λόγια της βίβλου σχετικά με την έξοδο από τον παράδεισο και το προπατορικό αμάρτημα, όπου η έξοδος από την κοινωνία που είχε πλάσει ο Θεός ήταν η επιλογή της ανθρωπότητας προκειμένου να γευθεί τον καρπό της γνώσης του καλού και του κακού. Αυτόν τον καρπό γευόμαστε κάθε φορά που παραβιάζοντας την ξεχασμένη 2η εντολή και στήνουμε ένα νοερό είδωλο κάποιου –ισμού και ζητάμε από αυτό να μας καθορίσει τι είναι σωστό και λάθος. Και μπροστά στο είδωλο αυτό θυσιάζουμε από προσωπικές σχέσεις μέχρι ανθρώπινες ζωές. Η εσωτερική πυξίδα της συνείδησης, στραγγαλίζεται για να μπορέσουμε να είμαστε με το καλό, που έχει οριστεί από το είδωλο που έχει επιλέξει ο καθένας να υπηρετεί. Έτσι εξηγείται πως άνθρωποι με ποιοτική σκέψη και πλούσιο πνευματικό κόσμο εξευτελίζονται υπερασπιζόμενοι πράγματα που δεν αντέχει η κοινή λογική: Θυσιάζουν την λογική και την συνείδηση στο δικό τους είδωλο που τους έχει ορίσει το σωστό και το λάθος. Πως θα μπορούσε να αρθεί η τραγικότητα αυτή; Η απάντηση θα μπορούσε να αναζητηθεί στο αίτιο της, την άρνησή μας ότι αγνοούμε. Οι άνθρωποι που έχουν συναίσθηση της άγνοιας έχουν την ικανότητα να διαλεχτούν για να αποτελέσουν μια κοινότητα αναζήτησης, ενώ όσοι έχουν εμπεδώσει την διάκριση του κόσμου σύμφωνα με τις επιταγές του ειδώλου που υπηρετούν, αντιλαμβάνονται τον άλλο άνθρωπο είτε ως σύμμαχο και σύντροφο στην επίτευξη του σκοπού είτε ως αντίπαλο. Θέλει ένα πολύ συγκεκριμένο ήθος ταπεινότητας και θαρραλέας αυτοσυνειδησίας για να αναπτύξει κανείς αυτή την ικανότητα να διαλέγεται χωρίς να χάνει τον εαυτό του. Μήπως αυτό που οι πρόγονοί μας αντιλαμβάνονταν ως "τραγικότητα" ταυτίζεται σε ένα βαθμό με αυτό που η βίβλος ανέφερε ως προπατορικό αμάρτημα; Την εμμονή του καθενος μας στην γνώση "του καλού και του κακού" και το στήσιμο νοερών ειδώλων (-ισμοί, φιλοσοφίες κλπ) που μας ορίζουν τι είναι καλό και τι κακό;

κανένα σχόλιο

Leave a Reply