Της Εύης Χατζηανδρέου*
Μα αλήθεια, δεν έχουμε μάθει τίποτα! Σε έναν τομέα, αυτόν της έρευνα
και καινοτομίας, που όλοι ανεξαιρέτως ομνύουν ότι είναι ο ακρογωνιαίος
λίθος της εξόδου από την κρίση και καταλύτης για την πολυπόθητη
ανάπτυξη, πειραματιζόμαστε και ικανοποιούμε πρόσκαιρα συμφέροντα. Μάλλον
εσπευσμένα ήρθε στη Βουλή προς ψήφιση ένα σχέδιο νόμου για την έρευνα
και την καινοτομία, που συζητείται αυτές τις ημέρες, ύστερα από απραξία
ετών. Τι είναι όμως αυτό το σχέδιο νόμου και προς τι η αντίδραση;
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ) υπό την προεδρία του καθηγητή και ακαδημαϊκού Σταμάτη Κριμιζή, 2010-2013, η έρευνα και η καινοτομία προσεγγίστηκαν ολιστικά ως στοιχεία του τριγώνου της γνώσης με αλληλοσυμπληρώσεις και συνέργειες. Η διαδικασία, γνωστή σε όλες τις προηγμένες χώρες: άνοιγμα στους ειδικούς εντός και εκτός συνόρων και σύνθεση για τη δημιουργία του ελληνικού μοντέλου αξιοποιώντας όλη την υπάρχουσα εμπειρία. Απτό αποτέλεσμα ήταν α) ένα ολοκληρωμένο νέο θεσμικό πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία, και β) το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΣΠΕΚ), «οδικός χάρτης» για το μέλλον, κάτι πρωτόγνωρο για την ελληνική πραγματικότητα. Το σχέδιο νόμου αυτό είναι έτοιμο, διαμορφωμένο (ύστερα και από ανοιχτή διαβούλευση με συμμετοχή από πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, ερευνητές και βιομηχανία) από τον Μάρτιο του 2012! Οι εκλογές του Μαΐου του 2012 «πάγωσαν» τα πάντα. Επί δυόμισι χρόνια δεν προωθήθηκε η νομοθετική πρωτοβουλία. Το θεσμικό πλαίσιο αυτό α) συνδυάζει και δυναμώνει τον νόμο για τα πανεπιστήμια, β) δίνει τη δυνατότητα και τα κίνητρα για συνεργασίες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και απελευθερώνει τον Ελληνα ερευνητή όπου και αν βρίσκεται, γ) βάζει τις βάσεις για τη δυνατότητα αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας από τον παραγωγικό τομέα. Ενας νόμος λιτός και στοχευμένος.
Παράλληλα, σε ευθεία σύνδεση και συνέργεια με το θεσμικό πλαίσιο, το ΕΣΕΤ, υπό την προεδρία του Σ. Κριμιζή, προχώρησε στη διαμόρφωση του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Ερευνας και Καινοτομίας, την πυξίδα και τον χάρτη της Ε&Κ για τα επόμενα χρόνια. (http://www. gsrt.gr/central.aspx?sId=110I458I1163I646I453967&olID=777&neID=589&neTa=1_929&ncID=0&neHC=0&tbid=0&lrID=2&oldUIID=aI777I0I119I428I1089I0I3&actionID=load). Είναι μια δουλειά που αναδεικνύει το σύνολο των στρατηγικών τομέων αξίας που κατά προτεραιότητα πρέπει να επενδύσουμε, συνοδευόμενο από «οδικό χάρτη» και τρόπο υλοποίησης. Εχει 7ετή ορίζοντα, προβλέπει αύξηση του ποσοστού του ΑΕΠ για την έρευνα από 0,5% σε 1,5% μέχρι το 2020. Είναι ένα σχέδιο τεκμηριωμένο, κοστολογημένο, ρεαλιστικό, μακροπρόθεσμο και κυρίως εξειδικευμένο, με αναφορά σε συγκεκριμένες δράσεις. To ΕΣΠΕΚ σχεδιάστηκε για να θέσει τέρμα στις αδυναμίες που ενυπάρχουν στο ισχύον σύστημα έρευνας και ανάπτυξης. Για την ολοκλήρωσή του απαιτήθηκε πλήρης στήριξη από την τότε πολιτική ηγεσία και ευρεία διαβούλευση με την ερευνητική, ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κοινότητα. Είναι ένα πολύτιμο εργαλείο ανάπτυξης για την πατρίδα μας. Προς το παρόν «κοσμεί» την ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Ερευνας. Ενα τέτοιο έργο, αν το παρέδιδε ο ΟΟΣΑ ή η Παγκόσμια Τράπεζα ή μια εταιρεία συμβούλων, θα κόστιζε τουλάχιστον 500.000 ευρώ.
Τι θα περίμενε λοιπόν κάποιος από μια ευνομούμενη χώρα; Μια νέα διακυβέρνηση να προχωρήσει και να καταθέσει το δικό της τόσο αναγκαίο νομοθέτημα αφού λάβει υπόψη και κυρίως ακούσει τους επιστήμονες που δούλεψαν για αυτή την προσπάθεια, να ακούσει μερικούς από τους σημαντικότερους Ελληνες στον χώρο της έρευνας παγκοσμίως. Αντ’ αυτού, υπεβλήθη ένα σχέδιο νόμου που αφαιρεί τον έλεγχο του Κοινοβουλίου και συνεπώς τη μέριμνα του νομοθετικού σώματος της Ελλάδας στο κρίσιμο για την ανασύνταξη της χώρας μας τομέα της έρευνας, που υποβαθμίζει το ΕΣΕΤ, που τοποθετεί τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας σε ρόλο ρυθμιστή και ελεγκτή των πάντων και δίνει στον εκάστοτε ΓΓΕΤ ή υπουργό αυτοκρατορικές εξουσίες. Δηλαδή, τη δυνατότητα να συστήνει/ συγχωνεύει/ διασπά/καταργεί, καθώς και να ορίζει και να τροποποιεί τον σκοπό και τη νομική φύση των ερευνητικών οργανισμών κατά το δοκούν, με προεδρικό διάταγμα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και πολλά άλλα, που μας επιστρέφουν στο παρελθόν. Οπως η διατήρηση παλαιότερων πρακτικών αμφίβολης αποτελεσματικότητας και διαφάνειας.
Πράγματι στη χώρα μας δεν υπάρχει συνέχεια της διοίκησης. Οταν όμως υπάρχει έργο και συμβολή από καταξιωμένους ειδικούς και αυτό αγνοείται, πόσο αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε; Είναι θλιβερό και απαισιόδοξο. Η ακύρωση δομικών μεταρρυθμιστικών αλλαγών καραδοκεί σε όλα τα στάδια. Ακόμα και αν ένα σχέδιο νομοθετηθεί, είτε ανατρέπεται είτε δεν εφαρμόζεται. Η, όπως στην έρευνα και την καινοτομία, αραχνιάζει σε υπουργικά συρτάρια (τέσσερα στη σειρά!) και επανέρχεται μεταλλαγμένο σε προπομπό του παρελθόντος.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ) υπό την προεδρία του καθηγητή και ακαδημαϊκού Σταμάτη Κριμιζή, 2010-2013, η έρευνα και η καινοτομία προσεγγίστηκαν ολιστικά ως στοιχεία του τριγώνου της γνώσης με αλληλοσυμπληρώσεις και συνέργειες. Η διαδικασία, γνωστή σε όλες τις προηγμένες χώρες: άνοιγμα στους ειδικούς εντός και εκτός συνόρων και σύνθεση για τη δημιουργία του ελληνικού μοντέλου αξιοποιώντας όλη την υπάρχουσα εμπειρία. Απτό αποτέλεσμα ήταν α) ένα ολοκληρωμένο νέο θεσμικό πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία, και β) το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Ερευνας και Καινοτομίας (ΕΣΠΕΚ), «οδικός χάρτης» για το μέλλον, κάτι πρωτόγνωρο για την ελληνική πραγματικότητα. Το σχέδιο νόμου αυτό είναι έτοιμο, διαμορφωμένο (ύστερα και από ανοιχτή διαβούλευση με συμμετοχή από πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, ερευνητές και βιομηχανία) από τον Μάρτιο του 2012! Οι εκλογές του Μαΐου του 2012 «πάγωσαν» τα πάντα. Επί δυόμισι χρόνια δεν προωθήθηκε η νομοθετική πρωτοβουλία. Το θεσμικό πλαίσιο αυτό α) συνδυάζει και δυναμώνει τον νόμο για τα πανεπιστήμια, β) δίνει τη δυνατότητα και τα κίνητρα για συνεργασίες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και απελευθερώνει τον Ελληνα ερευνητή όπου και αν βρίσκεται, γ) βάζει τις βάσεις για τη δυνατότητα αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας από τον παραγωγικό τομέα. Ενας νόμος λιτός και στοχευμένος.
Παράλληλα, σε ευθεία σύνδεση και συνέργεια με το θεσμικό πλαίσιο, το ΕΣΕΤ, υπό την προεδρία του Σ. Κριμιζή, προχώρησε στη διαμόρφωση του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Ερευνας και Καινοτομίας, την πυξίδα και τον χάρτη της Ε&Κ για τα επόμενα χρόνια. (http://www. gsrt.gr/central.aspx?sId=110I458I1163I646I453967&olID=777&neID=589&neTa=1_929&ncID=0&neHC=0&tbid=0&lrID=2&oldUIID=aI777I0I119I428I1089I0I3&actionID=load). Είναι μια δουλειά που αναδεικνύει το σύνολο των στρατηγικών τομέων αξίας που κατά προτεραιότητα πρέπει να επενδύσουμε, συνοδευόμενο από «οδικό χάρτη» και τρόπο υλοποίησης. Εχει 7ετή ορίζοντα, προβλέπει αύξηση του ποσοστού του ΑΕΠ για την έρευνα από 0,5% σε 1,5% μέχρι το 2020. Είναι ένα σχέδιο τεκμηριωμένο, κοστολογημένο, ρεαλιστικό, μακροπρόθεσμο και κυρίως εξειδικευμένο, με αναφορά σε συγκεκριμένες δράσεις. To ΕΣΠΕΚ σχεδιάστηκε για να θέσει τέρμα στις αδυναμίες που ενυπάρχουν στο ισχύον σύστημα έρευνας και ανάπτυξης. Για την ολοκλήρωσή του απαιτήθηκε πλήρης στήριξη από την τότε πολιτική ηγεσία και ευρεία διαβούλευση με την ερευνητική, ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κοινότητα. Είναι ένα πολύτιμο εργαλείο ανάπτυξης για την πατρίδα μας. Προς το παρόν «κοσμεί» την ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Ερευνας. Ενα τέτοιο έργο, αν το παρέδιδε ο ΟΟΣΑ ή η Παγκόσμια Τράπεζα ή μια εταιρεία συμβούλων, θα κόστιζε τουλάχιστον 500.000 ευρώ.
Τι θα περίμενε λοιπόν κάποιος από μια ευνομούμενη χώρα; Μια νέα διακυβέρνηση να προχωρήσει και να καταθέσει το δικό της τόσο αναγκαίο νομοθέτημα αφού λάβει υπόψη και κυρίως ακούσει τους επιστήμονες που δούλεψαν για αυτή την προσπάθεια, να ακούσει μερικούς από τους σημαντικότερους Ελληνες στον χώρο της έρευνας παγκοσμίως. Αντ’ αυτού, υπεβλήθη ένα σχέδιο νόμου που αφαιρεί τον έλεγχο του Κοινοβουλίου και συνεπώς τη μέριμνα του νομοθετικού σώματος της Ελλάδας στο κρίσιμο για την ανασύνταξη της χώρας μας τομέα της έρευνας, που υποβαθμίζει το ΕΣΕΤ, που τοποθετεί τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας σε ρόλο ρυθμιστή και ελεγκτή των πάντων και δίνει στον εκάστοτε ΓΓΕΤ ή υπουργό αυτοκρατορικές εξουσίες. Δηλαδή, τη δυνατότητα να συστήνει/ συγχωνεύει/ διασπά/καταργεί, καθώς και να ορίζει και να τροποποιεί τον σκοπό και τη νομική φύση των ερευνητικών οργανισμών κατά το δοκούν, με προεδρικό διάταγμα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και πολλά άλλα, που μας επιστρέφουν στο παρελθόν. Οπως η διατήρηση παλαιότερων πρακτικών αμφίβολης αποτελεσματικότητας και διαφάνειας.
Πράγματι στη χώρα μας δεν υπάρχει συνέχεια της διοίκησης. Οταν όμως υπάρχει έργο και συμβολή από καταξιωμένους ειδικούς και αυτό αγνοείται, πόσο αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε; Είναι θλιβερό και απαισιόδοξο. Η ακύρωση δομικών μεταρρυθμιστικών αλλαγών καραδοκεί σε όλα τα στάδια. Ακόμα και αν ένα σχέδιο νομοθετηθεί, είτε ανατρέπεται είτε δεν εφαρμόζεται. Η, όπως στην έρευνα και την καινοτομία, αραχνιάζει σε υπουργικά συρτάρια (τέσσερα στη σειρά!) και επανέρχεται μεταλλαγμένο σε προπομπό του παρελθόντος.
*Η κ. Εύη Χατζηανδρέου είναι ιατρός, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Harvard.
(Η Καθημερινή, 25.10.2014)
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
κανένα σχόλιο