Toυ Μιχάλη Τσιντσίνη
Μπορεί αλήθεια η «μετάγγιση» μερικών εκατοντάδων λειτουργών να αλλάξει τον μεταβολισμό της ελληνικής διοίκησης; Ο Αχιλλέας Σκόρδας, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, το πιστεύει. Η πρόταση των Von Bogdandy και Ιωαννίδη είναι, λέει, ριζοσπαστική. Προσθέτει, ωστόσο, ορισμένους όρους, που την καθιστούν ριζοσπαστικότερη: οι νέοι υπάλληλοι πρέπει να είναι υπόλογοι απευθείας στην Κομισιόν. Να βρίσκονται υπό διαρκή αξιολόγηση, αλλά από την Ευρώπη. Προτείνει μάλιστα τη σύσταση ενός ειδικού, μεικτού –ευρωπαϊκού και ελληνικού– δικαιοδοτικού οργάνου που θα αποφαίνεται για την ευθύνη αυτών των λειτουργών. Σκοπός της πρότασής του είναι να μπορούν τα στελέχη της διοίκησης να αποδώσουν, χωρίς να κινδυνεύουν να εμπλακούν σε καμπάνιες πολιτικού ρεβανσισμού και ατέρμονες δικαστικές περιπέτειες. «Ποιος θα έρθει να δουλέψει σε ένα κράτος, όταν ξέρει ότι μπορεί να καταλήξει σαν τον Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ;», αναρωτιέται ο Σκόρδας. Η άποψή του είναι ότι για κάθε θέση πρέπει να υπάρχει ένα πρόγραμμα δράσης με στόχους και να δοθεί στους ανθρώπους η δυνατότητα να προωθήσουν επιθετικά την ατζέντα τους. Μόνο έτσι θα μπορέσει να «μπει ένα κομμάτι κοινοτικής διοίκησης στην Ελλάδα».
Στον φόβο του «πολιτικού αδειάσματος» εστιάζει και ο Θανάσης Κοντογεώργης, δικηγόρος που εργάστηκε ως νομικός σύμβουλος στο υπουργείο Οικονομικών την περίοδο 2012-2014. Πρέπει, λέει, να δημιουργηθεί «εμπιστοσύνη στους ανθρώπους που βρίσκονται εκτός κομματικού κατεστημένου ότι θα υπάρχει ένα ασφαλές πεδίο για εκείνους να συμβάλουν στον σκοπό για τον οποίο επιλέγονται». Ο κ. Κοντογεώργης, που εργάστηκε και για τη σύνταξη του προγράμματος της Ν.Δ. στον τομέα της οργάνωσης της κυβέρνησης, ξεχωρίζει ως πλεονέκτημα της πρότασης των ερευνητών του Max Planck το γεγονός ότι «εξασφαλίζει τους αναγκαίους πόρους για προσέλκυση στελεχών και από τον ιδιωτικό τομέα». Επικαλείται μάλιστα το προηγούμενο φορέων που δημιουργήθηκαν σε συνεργασία με τους πιστωτές, όπως το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. «Η εμπειρία», λέει, «έχει δείξει ότι η κατοχύρωση ενός βαθμού διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και η λειτουργία με όρους ιδιωτικού τομέα μπορούν να έχουν αποτελέσματα, εφόσον, όμως, υπάρχει αξιοκρατική και διαφανής επιλογή στελεχών, λογοδοσία και ένα minimum πολιτικής συναίνεσης για τους βασικούς στόχους».
Ο αντίλογος
Υπάρχει όμως και ο αντίλογος. Σύμφωνα με αυτόν, η δημιουργία «νησίδων» καλής διοίκησης μπορεί ενίοτε να έχει βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, δεν αλλάζει όμως το συστημικό υπόδειγμα. «Να έρθουν τριακόσιοι, τετρακόσιοι καλοί απέξω; Ωραία να έρθουν. Αλλά τι θα έχουμε κάνει; Θα έχουμε αλλάξει το κεφάλι, χωρίς να έχουμε πειράξει το σώμα», επισημαίνει έμπειρος δημόσιος λειτουργός, που εργάστηκε σε επιτελική θέση κατά τα πρώτα χρόνια του μνημονίου. Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα με το προσωπικό του Δημοσίου δεν είναι τόσο η κατάρτιση και τα τυπικά προσόντα – που δεν λείπουν από τις τελευταίες φουρνιές υπαλλήλων. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχει υπερσυγκεντρωτισμός αρμοδιοτήτων στην κορυφή –στην πολιτική ηγεσία– με αποτέλεσμα οι υπάλληλοι να γίνονται ανεύθυνοι και αδρανείς. «Αν για τα πρώτα δέκα σου χρόνια στην υπηρεσία συγκεντρώνεις μόνο έγγραφα, αν δεν παίρνεις αποφάσεις και δεν βάζεις καμία υπογραφή, έχεις τελειώσει», επισημαίνει η ίδια πηγή. Η ευθυνόφοβη παραλυσία, λέει, οφείλεται και στην ευκολία με την οποία οι δημόσιοι λειτουργοί παραπέμπονται στα δικαστήρια, για απιστία ή παράβαση καθήκοντος. «Οταν αναθέτεις σε κάποιον αρμοδιότητες, πρέπει να του αφήνεις και ένα περιθώριο να κάνει κάποτε λάθος».
«Η μαγική λέξη είναι empowerment», λέει πρώην στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που συμμετείχε στην Task Force για την Ελλάδα. Εννοεί το ίδιο: να δοθούν πραγματικές αρμοδιότητες στους υπαλλήλους. «Μαγιά υπάρχει. Υπάρχουν, ας πούμε, οι απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης. Αλλά τι κάνουν αυτοί; Σε ποιες θέσεις υπηρετούν; Πώς αξιοποιούνται;», αναρωτιέται. Μία από τις διαπιστώσεις της Task Force, το 2011 που ήρθε σε επαφή με το ελληνικό Δημόσιο, ήταν ότι δεν υπήρχε μηχανισμός διαχείρισης του ανθρώπινου μηχανισμού. Αντί της λύσης που προτείνουν οι Von Bogdandy και Ιωαννίδης, το πρώην στέλεχος της Κομισιόν προκρίνει «να πάει το ΑΣΕΠ στις Βρυξέλλες και να αντιγράψει πώς προσλαμβάνουν, πώς αξιολογούν και πώς θέτουν το προσωπικό σε διαρκή κινητικότητα. Το ΑΣΕΠ είναι μεν αδιάβλητο, αλλά είναι παρωχημένο. Δεν προσλαμβάνει με σύγχρονους όρους».
Το ίδιο στέλεχος θυμάται ότι «τον πρώτο καιρό που είχαμε έρθει στην Ελλάδα, ο τότε γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου μάς είχε πει ότι για να εφαρμοστεί ένας νόμος, χρειάζεται περίπου 70 εκτελεστικές πράξεις – υπουργικές αποφάσεις, εγκύκλιοι κ.λπ. Λοιπόν; Το πρόβλημά μας είναι μετά το προσωπικό;», αναρωτιέται.
Αυτό το αγεφύρωτο κενό μεταξύ της ψήφισης και της εφαρμογής των κανόνων δικαίου επισημαίνει και ο Σκόρδας. Υποστηρίζει όμως τη λύση των ανθρώπων του Max Planck για την ένεση προσωπικού σε θέσεις-κλειδιά. «Η φαντασία όλων όσοι ασχολούνται με το ελληνικό πρόβλημα έχει εξαντληθεί. Ε, κάτι αντισυμβατικό πρέπει να σκεφτούμε. Και να το κάνουμε γρήγορα».
Αυτόχθονες και ετερόχθονες
Ακόμη και οι ίδιοι οι εμπνευστές της πρότασης επισημαίνουν τον κίνδυνο να εκδηλωθεί «σχίσμα» μεταξύ, από τη μια, των νέων και ακριβοπληρωμένων στελεχών, που θα έχουν έρθει μέσω Κομισιόν, και, από την άλλη, των ήδη υπηρετούντων και υποαμειβόμενων υπαλλήλων. Ο καθηγητής Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Princeton, Αγγελος Χανιώτης, βλέπει μάλιστα και τον κίνδυνο να αναβιώσει ο διχασμός των αρχών του ελληνικού κράτους – τότε που οι «αυτόχθονες» Ελληνες πολεμούσαν τους «ετερόχθονες» που καταλάμβαναν τα «υπουργήματα», τα δημόσια αξιώματα.
Ο κ. Χανιώτης πιστεύει ότι πρέπει η πρόταση των ερευνητών του «Μαξ Πλανκ» να εφαρμοστεί ως μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου ενθάρρυνσης της συμμετοχής των απόδημων στην ελληνική δημόσια ζωή, όχι μόνο με δικαίωμα ψήφου εξ αποστάσεως αλλά και με εκπροσώπησή τους στο Κοινοβούλιο. Το περίπου μισό εκατομμύριο Ελλήνων που μετανάστευσε την τελευταία δεκαετία, λέει, «δεν έχει άλλο συμφέρον στην Ελλάδα από το συμφέρον της πατρίδας του».
("Η Καθημερινή", 02.04.2017)
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
κανένα σχόλιο