To KKK και η αυθεντία του στα θέματα αυτά
Της Ειρήνης Μητροπούλου
Πιστοί Ταοϊστές, Χριστιανοί που επιμένουν να λατρεύουν τον δικό τους Θεό, βουδιστές μοναχοί και εκατομμύρια μέλη της αίρεσης Φαλούν Γκονγκ: η θρησκεία γνωρίζει μια νέα «ανάσταση» στη Λαϊκή Κίνα, αν και ο κομμουνισμός είναι ακόμα η επίσημη πίστη, και οι ηγέτες του Κόμματος και της χώρας δηλώνουν «άθεοι».
Πέρυσι την άνοιξη, ο Σι Τζινπίνγκ, πρόεδρος και ηγέτης της αχανούς Κίνας, προήδρευσε σε ένα εθνικό συνέδριο για την θρησκεία. Αδραξε την ευκαιρία για να δηλώσει ότι την αυθεντία στα ζητήματα πίστης την κατέχει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ). Τα θρησκευτικά θέματα, ανακοίνωσε ο Σι, έχουν «ιδιαίτερη σημασία» για το ΚΚΚ: «Θα πρέπει να καθοδηγήσουμε και να εκπαιδεύσουμε τους θρησκευτικούς κύκλους και τους οπαδούς τους με τις σοσιαλιστικές αξίες», είπε.
Οι πιστοί πρέπει να «σκάψουν βαθιά μέσα στα δόγματα και τους κανόνες που συνάδουν με την κοινωνική αρμονία και την πρόοδο, και ευνοούν την οικοδόμηση μιας υγιούς και πολιτισμένης κοινωνίας, και να ερμηνεύσουν τα θρησκευτικά δόγματα με τρόπο που να ευνοεί την πρόοδο της σύγχρονης Κίνας σύμφωνα με τον εξαιρετικό παραδοσιακό πολιτισμό μας», δήλωσε ο Σι. Τονίζοντας πάντως ότι τα μέλη του ΚΚΚ «πρέπει να παραμείνουν ανένδοτοι άθεοι Μαρξιστές, να εδραιώσουν την πίστη τους, και να φέρονται σύμφωνα με τα δόγματα του Κόμματος».
Το ενδιαφέρον του Σι υπογραμμίζει τις άγριες εντάσεις που περιβάλλουν το παρελθόν και το παρόν του ρόλου της θρησκείας στην κομμουνιστική Κίνα. Αν και το κόμμα αναγνωρίζει και αποδέχεται την αναβίωση της θρησκευτικής πίστης που κατέστη δυνατή στην εποχή μετά τον Μάο, έχει την μόνιμη παρόρμηση να ρυθμίζει την πίστη - ένας καταναγκασμός που έχει οδηγήσει σε βίαιες καταστολές πνευματικών κινημάτων όπως της αίρεσης Φαλούν Γκονγκ.
Οι ρίζες αυτών των εντάσεων βρίσκονται πίσω από το πολύπλοκο και συχνά αντιφατικό τοπίο της θρησκείας στην Κίνα σήμερα. Πριν από τον 20ό αιώνα, υπήρχε αλληλοσύνδεση στις σχέσεις ανάμεσα στην πολιτική, την κοινωνία και τις πολλαπλές θρησκείες. Στην Δύση, έχουμε συνηθίσει να αποδίδουμε μία θρησκευτική πίστη σε κάθε άτομο. Λέμε ότι κάποιος είναι Χριστιανός Ορθόδοξος, ρωμαιοκαθολικός, μουσουλμάνος, εβραίος κλπ. Αλλά στην προ-σύγχρονη Κίνα, η θρησκευτική πίστη δεν είχε αυτό το στοιχείο του απόλυτου: πιστοί ταλαντεύονταν ανάμεσα στις «τρεις διδασκαλίες» (Κομφουκιανισμό, Βουδισμό, και Ταοϊσμό) σύμφωνα με τις κοινωνικές και τελετουργικές ανάγκες.
Η θρησκεία διαχεόταν παντού στην πολιτική εξουσία. Ο έλεγχος των τοπικών ναών και των θρησκευτικών πρακτικών έδινε στους προύχοντες της κοινότητας επιρροή. Η θρησκευτική αυθεντία αποτελούσε την «ψυχή» της αυτοκρατορικής κυριαρχίας. Ο αυτοκράτορας ήταν ο «Γιος του Ουρανού», ο οποίος τελούσε περίτεχνα τελετουργικά που υπογράμμιζαν την ημι-θεϊκή φύση του.
Αυτή η διάχυση της θρησκείας στην πολιτική ζωή την κατέστησε προφανή στόχο για τους μεταρρυθμιστές και τους επαναστάτες σε μια Κίνα που σπαρασσόταν συχνά από ξένους εχθρούς και εγχώριους αντάρτες. Αναζητώντας τις ρίζες της κρίσης στη χώρα, πολλοί από τους πρώτους ριζοσπάστες του 20ού αιώνα κατηγόρησαν την θρησκευτική παράδοση - ιδιαίτερα αλλά όχι μόνο τον Κομφουκιανισμό - λέγοντας ότι δεν επιτρέπει στην Κίνα να γίνει ένα συνεκτικό, σύγχρονο κράτος με ορθολογικούς, δυναμικούς πολίτες.
Αυτός ο ανταγωνισμός με την θρησκευτική παράδοση κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια των ετών του Μάο (1949-1976): ναοί και μοναστήρια καταστράφηκαν, κληρικοί και μοναχοί ξυλοκοπήθηκαν, φυλακίστηκαν και σκοτώθηκαν. Οι Χριστιανοί ήταν αυτόματα ύποπτοι ως οπαδοί μιας «δυτικής» πίστης. (Η θρησκευτική παρόρμηση, φυσικά, δεν εξαφανίστηκε μέσα σε αυτές τις δεκαετίες: ιδιαίτερα από την δεκαετία του 1960 και μετά, ο Μάο λατρευόταν ως αλάθητη θεότητα).
Και είναι γεγονός πως η θρησκεία έχει κάνει μια εντυπωσιακή επιστροφή στην Λαϊκή Κίνα από τότε που χαλάρωσε η έντονη πολιτική καταπίεση, μετά τον θάνατο του Μάο. Ερευνα που πραγματοποιήθηκε το 2005 από ένα από τα κορυφαία πανεπιστήμια της Κίνας αποκάλυψε ότι σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού (περίπου 300 εκατομμύρια άνθρωποι) δηλώνουν πιστοί σε μια θρησκεία: κυρίως στον Βουδισμό, τον Ταοϊσμό, την παραδοσιακή θρησκεία ή τον Χριστιανισμό.
Αλλά το Κόμμα παραμένει βαθιά διχασμένο απέναντι σε αυτή την θρησκευτική αναβίωση. Από την μία πλευρά, οι παραδοσιακές αξίες και πρακτικές ενθαρρύνονται ως πηγή σταθερότητας και ηθικής, αλλά από την άλλη, το Κόμμα εξακολουθεί να φοβάται την θρησκευτική πίστη ως μια ανεξέλεγκτη δύναμη - μια εναλλακτική ιδεολογία από το όραμα της κομμουνιστικής κυβέρνησης για το πώς πρέπει να λειτουργεί η κοινωνία.
(Το Βήμα, 08.04.2017)
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Ο Αλέξανδρος Ντάσκας είναι Δικηγόρος Αθηνών και ένας από τους συνδιαχειριστές του ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ.
κανένα σχόλιο