Τῷ 2014, εἶχα γράψει σχετική ἐπιφυλλίδα, ὄπου μεταξύ ἄλλων
τόνιζα ὅτι «..ἡ ἔλευση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ δή, τῆς Ὀρθοδοξίας, γκρέμισε ὁριστικά
τὴν φυλετική κουλτούρα. Ἡ εἰσαγωγή τοῦ Αὐτεξουσίου ἀπόδιωξε καὶ μετέτρεψε τὸ ‘προϋπᾶρχον' κακό, ἀπὸ
συστατικὸ τοῦ μυθολογικοῦ κόσμου, σὲ πρόβλημα δυνητικῆς χρήσης τῆς ἐλευθερίας
καὶ τοῦ αὐτεξουσίου τοῦ ἀνθρωπίνου Ὅντος ... Πῶς συναρτῶνται τώρα ἡ Ἑλληνορθόδοξη
Φιλοσοφία καὶ ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη, μὲ τὸ ἰουδαϊκὸ μυθολογικὸ σύνταγμα (Παλαιὰ
Διαθήκη) ποὺ καθορίζει ἀτομικὴ καὶ συλλογικὴ ἐνοχὴ καὶ μάλιστα ἐκ κληρονομίας,
μεταβιβαζομένης σεξουαλικῶς; Καὶ ὄχι μόνον αὐτὸ ἀλλὰ μετατρέπει τὴν ἐργασία ἀπὸ
πηγὴ προσφορᾶς καὶ συμμετοχῆς στὴν κοινωνία σὲ ἀπαξία, τὴν δὲ μητρότητα σὲ ἀφόρητο
πόνο. Τὸ ἐνοχικὸ θρησκευτικὸ μοντέλο, ἀκυρώνει τὶς δυνατότητες τῆς ἐλευθερίας,
τὴν ἐξορίζει ἀπὸ τὴν συνυπαρκτικὴ περιοχὴ (κοινωνία). Φανερώνει οὐσιαστικὰ,
τρόμο, μπροστὰ στὴν ἐλευθερία .....ὡς δῆθεν "παιδευτικό" πλαίσο, δημιουργεῖ σχιζοφρενεῖς καταστάσεις
στὰ μυαλὰ τῶν παιδιῶν μας. Ἔτσι ποὺ ἡ ἀποχώρησὴ
τους ἀπὸ τὸν ποιμαντορικό λόγο νὰ εἶναι βεβαία. ..Δὲν πρωτεύει ἡ ἀγάπη καὶ ἡ
σχέση, ἀλλὰ μιὰ πανικόβλητη νευρωτική προσπάθεια ἀπόσεισης καὶ ἀμνήστευσης
φαντασιακῶν καὶ ἀνύπαρκτων ἐνοχῶν.
Κατέληγα ὅτι «ἕνας Θεὸς χωροφύλακας, δικαστὴς, ἐκτελεστής,
δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Θεὸς. Γι' αυτὸ καὶ ἡ 'Oρθοδοξία μιλᾶ γιὰ ἀγάπη, σχέση
κοινωνίας, ἐκκλησία -κάλεσμα σχέσης μὲ τὸν Θεό, τρόπο βίου κατὰ Θεὸν καὶ ἐν
τέλει θέωση, κατὰ χάριν Θεοῦ. Ἀλλοιῶς μιὰ θέωση κατ’ ἐπιταγὴν εἶναι ἀνελεύθερη
καὶ συνεπῶς παραλογισμός. Ἡ τραγικότητα τοῦ Ἀνθρώπου δὲν ἀποτυπώνεται στὰ
μυθολογικὰ Ἰουδαϊκὰ κείμενα, ἀλλὰ μόλις στοὺς 1440 στίχους τῆς Ἀντιγόνης τοῦ
Σοφοκλέους».
Ἔτσι ἐξεπλάγην εὐχάριστα, γιὰ ἄλλη μιά φορά, ὄταν πῆρα στὰ
χέρια μου τό προ ὁλίγων μηνῶν, ἐκδοθέν βιβλίο τοῦ Χρήστου Γιανναρᾶ, μέ τίτλο «Πτώση,
Κρίση, Κόλαση» (2017, Ἵκαρος, ISBN 9789605721619, σελ. 213,
8,6euro).
Στὸ ἔργο αὐτό ὁ συγγραφέας τονίζει ὅτι ἡ δικανική ἀντίληψη
περί Θεοῦ άντιβαίνει στὴν Ὀρθοδοξία. Δὲν εἶναι δικαστής καὶ έκτελεστὴς ὁ Θεός,
χωρίς μάλιστα δικαίωμα ἐφέσεως, ἀλλά Πατέρας. Δὲν ἦρθε νὰ κρίνῃ ἀλλά νὰ σώςῃ.
Συνεπῶς ἡ θέωση, κατά χάριν, ἡ ποιοτική ζωή κατά τόν τρόπο τοῦ Ἀκτίστου, δὲν «ἀξιολογεῖται»,
ποσοτικά μέ ἔλεγχο πράξεων ἤ φρονημάτων, ἀλλά δίδεται ὑπὸ τήν προϋπόθεση ὁ ἄνθρωπος
ἐλεύθερα ἀποδέχεται τόν Λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ έμπιστεύεται Αὐτόν. Δηλαδή ἀποφασίζει
νὰ ἀρνηθῇ τόν τρόπο ζωῆς του ὡς κτιστή ὑπαρξη καὶ νὰ ἀνταποκριθῇ στό ἀγαπητικό
κάλεσμά Του, σὲ ἐκκλησία· κοινωνία δηλαδή προσώπων κι ὄχι ἀτομικές ὑπάρξεις
κοιλιᾶς,πολλαπλασιασμοῦ, ἐξουσίας..
Τό κακό, δὲν μπορεῖ
νὰ εἶναι μιά ὕπαρξη καὶ μάλιστα ἰσόθεση ἄχρονη, ἀλλά ἐπίπτωση ἀτομικοῦ τρόπου
ζωῆς. Προϊόν τῆς ἀδιαπραγμάτευτης ελευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.Γι αὐτό μπορεῖ νὰ ἐξοβελισθῇ.
Καὶ καταλήγει στὴν ἀνἀγκη νὰ δρομολογηθῇ ἐκκλησιαστική Σύνοδος ὤστε νὰ φωτισθοῦν
τὰ δύο ἐρωτήματα: α) τό «κακό» ἑρμηνεύεται
ὡς ἄκτιστη ὕπαρξη, ποὺ ὁδήγησε τοὺς «πρωτόπλαστους» στην πτώση ἤ εἶναι ἁπλῶς,
συνέπεια τῆς κτιστότητός μας, τῶν περιορισμῶν καὶ ἀναγκαιοτήτων, ποὺ μᾶς διαφοροποιοῦν
ἀπό τὴν ἄκτιστη Αἰτία; β) ἡ κόλαση εἶναι ἀέναος τιμωρητικός, βασανισμός ἀνθρώπων,
γιά ὅποιες ἁμαρτίες, λάθη, ἐγκλήματα διέπραξαν στὴν σύντομη ζωή τους, ὁ δὲ
παράδεισος, χῶρος μεταθανάτιων αἰωνίως διαβιούντων «καλῶν συνταξιούχων» ἤ καὶ τὰ
δυό εἶναι διαφορά Τρόπου Θέωσης;
Συνιστῶ, ἀνεπιφύλακτα, νὰ διαβάσετε τό ἀνωτέρω βιβλίο, πού,
μέ τὴν γλαφυρότητα καί τίς επεξηγήσεις πού παρέχει, δὲν προαπαιτεῖ τὴν γνώση τῆς
ὀντολογικῆς σκέψης τοῦ συγγραφέα, ὅπως κατατίθεται στὴν προηγούμενη ἐργογραφία
του. Ἀπαντᾶ στὰ μύχια ἐρωτήματα τῶν ὀρθοδοξων, σχετικά μέ τίς τουλάχιστον
προβληματικές, ἀφοριστικές ἀντιλήψεις, ποὺ διδάχθηκαν. Ἰδιαίτερα σημαντική, εἶναι
ἡ ἀνάγνωσή του, ἀπὸ τό κοινό, ποὺ ἔχει γαλουχηθῆ μὲ τὴν καθολική ἤ
προτεσταντική ἀντίληψη περί Θεοῦ, ἀλλά καὶ ἀπὸ τήν ἰσλαμιστική (σιιτική ἤ
σουνιτική) τοιαύτη. Ἕνα ἐξαιρετικά πρακτικό έγχειρίδιο ὁδηγός.
Τοῦ
Γιώργου Κακαρελίδη
Καθηγητοῦ
Ἐφαρμογῶν στὴν Ἐπιχ. Ἔρευνα & Στατιστική τοῦ ΤΕΙ Δυτ. Ἑλλάδος
κανένα σχόλιο