του Κωνσταντίνου Αδαμίδη*
Ο Δανός φιλόσοφος Søren Kierkegaard είχε δηλώσει ότι "οι άνθρωποι απαιτούν ελευθερία λόγου ως αντιστάθμισμα για την ελευθερία σκέψης την οποία σπανίως χρησιμοποιούν" και ο Βολταίρος είχε παρατηρήσει σκωπτικά "Il est bien malaisé (puisqu’il faut enfin m’expliquer) d’ôter à desinsensés des chaînes qu’ils révèrent" (είναι δύσκολο να απελευθερώσει κανείς τους ηλιθίους από τα δεσμά τα οποία λατρεύουν).
Κάτι ανάλογο
θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς και για την πολιτική των Σκοπίων από
συστάσεως του κράτους αυτού (Σεπτέμβριος 1991).
Το πρόβλημα τόσο για τον νυν πρωθυπουργό του κρατιδίου αυτού Zoran Zaev, τον υπουργό Εξωτερικών Nikola Dimitrov όσο και για τους Σκοπιανούς εν γένει, είναι ότι προσπαθούν απεγνωσμένα να οικοδομήσουν έννοιες εθνικής ταυτότητας και συνοχής πάνω σε ανύπαρκτα ιστορικά πρότυπα. Όποιος ανατρέξει σε ιστορικές πηγές, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Μακεδνοί ήταν δωρική φυλή. Το όνομα πιθανότατα προέρχεται από το επίθετο μακεδνός, που σημαίνει «ψηλός», το οποίο χρησιμοποιεί ο Όμηρος για ένα δένδρο λεύκας, και το οποίο ο λεξικογράφος Ησύχιος της Αλεξάνδρειας καταγράφει ως δωρική λέξη που σημαίνει «μεγάλος» ή «ουράνιος». Θα ήταν επίσης ενδιαφέρον, σε περίπτωση επίσημης επίσκεψης σκοπιανού αξιωματούχου στην Ελλάδα, οιοσδήποτε εξ αυτών, να αποπειραθεί να διαβάσει οποιαδήποτε αρχαία ελληνική επιγραφή σε κάποιο μουσείο μας. Να δούμε τότε αν η ψευδεπίγραφη "Μακεδονική γλώσσα" η οποία στην ουσία είναι ένα συνονθύλευμα γλωσσικών ετεροτήτων συναποτελούμενο από τα έθνη τα οποία διαβιούν στο κρατίδιο αυτό, ήτοι: Σλαβόφωνοι, Αλβανοί, μια μικρή μειονότητα τουρκόφωνων κ.α., θα τους εξυπηρετούσε. Ας επισκεφτούν επίσης τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας. Χρήσιμο θα τους είναι. Μετά το veto της Ελλάδας ως προς την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, ξεκίνησαν μια διαδικασία η οποία ονομάστηκε "αρχαιοποίηση" που στην πράξη δεν ήταν τίποτε άλλο από την κατασκευή και τοποθέτηση σε περίοπτες θέσεις, μνημείων όπως το άγαλμα του Μ. Αλεξάνδρου στα Σκόπια (την πρωτεύουσα του κρατιδίου) καθιστώντας τα Σκόπια επάξια ως την Μέκκα ενός περιρρέοντος kitsch.
Τo ισχυρότερο διαπραγματευτικό και στρατηγικό πλεονέκτημα που έχουμε αυτή την στιγμή είναι ότι δεν είμαστε εμείς που βιαζόμαστε να επιτύχουμε μια λύση ως προς το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων καθώς αυτοί θέλουν πάση θυσία να γίνουν μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Για ποιόν λόγο δεν αναφέρει κανείς πλέον ότι ο πρώην πρόεδρος του κρατιδίου, Κίρο Γκλιγκόροφ (διετέλεσε δύο φορές πρόεδρος του κρατιδίου αυτού, από το 1991 ως το 1999) είχε δηλώσει δημόσια και ξεκάθαρα: «Εμείς είμαστε Σλάβοι. Δεν έχουμε καμία σύνδεση με τον Μέγα Αλέξανδρο. Ήλθαμε στην περιοχή τον 6ο μ.Χ. αιώνα» ;
Κάτι επίσης το οποίο δεν αναφέρουμε συχνά είναι ότι όπως όλοι γνωρίζουμε, ο δάσκαλος του Μ. Αλεξάνδρου ήταν ο Αριστοτέλης ο οποίος του δίδαξε ιστορία, αστρονομία, γεωγραφία, ιατρική, φιλολογία και πολιτικές επιστήμες, μαζί με τα υπόλοιπα νεαρά μέλη της Μακεδονικής αριστοκρατίας. Σε τι γλώσσα μιλούσαν; Στα σλαβικά; Στα αλβανικά; Μήπως ήταν και ο Αριστοτέλης μέρος του ψευδεπίγραφου πολιτισμού των Σκοπιανών;
Για να σοβαρευτούμε, κανείς διακεκριμένος ιστορικός δεν αμφισβητεί την ελληνικότητα της Μακεδονίας και την ελληνική καταγωγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το τέλος της κλασσικής αρχαιότητας με τον θάνατό του και την μετάβαση στην ελληνιστική περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας.
Όπως όλοι γνωρίζουμε, στους αρχαίους χρόνους, οι κάτοικοι της περιοχής της Μακεδονίας δόξαζαν τους ίδιους θεούς με τους Έλληνες, μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και συμμετείχαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ένα προνόμιο που ήταν κατοχυρωμένο μόνο για τους Έλληνες. Όλοι οι φιλόσοφοι και οι συγγραφείς από την περιοχή της Μακεδονίας, έγραφαν στα ελληνικά. Ο Μέγας Αλέξανδρος διέδωσε τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα.
Θα πρέπει να είναι κανείς διανοητικά ελλιποβαρής για να υποστηρίζει με τέτοιο θράσος τόσο ανιστόρητες απόψεις.
Πριν από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν αναφερόταν κανείς στους Μακεδόνες ως ξεχωριστό έθνος. Με την συμπαράσταση του Σοβιετικού δικτάτορα Ιωσήφ Στάλιν, ο Κομμουνιστής ηγέτης στρατάρχης Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, ιδρυτής και Προέδρος του μεταπολεμικού Γιουγκοσλαβικού κράτους εισήγαγε την ιδέα ότι «Μακεδόνες» κατοικούσαν στην Νότια Γιουγκοσλαβία και έτσι η περιοχή εκείνη ονομάστηκε «Μακεδονία». Πριν από αυτή την εξέλιξη, η συγκεκριμένη περιοχή ονομαζόταν Νότια Σερβία και Vardar Banovina. Αυτές οι κινήσεις αποσκοπούσαν σε δύο κυρίως γεωπολιτικούς στόχους :
1) Στην αποτελεσματική εξάλειψη όλων των βουλγαρικών καταλοίπων στην συγκεκριμένη περιοχή καθώς η βουλγαρική παρουσία και επιρροή στην περιοχή ήταν έντονη εκείνη την περίοδο.
2) Στον έλεγχο ολόκληρης της γεωγραφικής περιοχής τη Μακεδονίας ούτως ώστε να καταστεί εφικτή η πρόσβαση στο Βόρειο Αιγαίο.
Για να επιτύχει τους πολιτικούς και εδαφικούς στόχους της, η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση μετήλθε διαφόρων τεχνασμάτων όπως η επίσημη αναγνώριση μιας τοπικής βουλγαρικής διαλέκτου ως «Μακεδονικής». Η συγκεκριμένη διάλεκτος εμπλουτίστηκε εν συνεχεία με πρόσθετα γλωσσικά στοιχεία και έκτοτε διδάσκεται στα σχολεία των Σκοπίων. Οι κάτοικοι της Νότιας Γιουγκοσλαβίας αρχίζουν έτσι σταδιακά να επιζητούν μια «μακεδονική εθνική συνείδηση» . Για αυτόν τον λόγο θα έπρεπε να κατασκευάσουν μια «μακεδονική ιστορική ταυτότητα». Έτσι ξεκίνησε μια συστηματική προσπάθεια αποκοπής των αυτοαποκαλούμενων «Μακεδόνων» από Βούλγαρους και Σέρβους με απώτερο σκοπό να πειστεί ο πληθυσμός της περιοχής ότι ανήκει σε μια ξεχωριστή σλαβική εθνότητα. Επιπροσθέτως, οι Σκοπιανοί ιστορικοί έθεσαν ως στόχο τους την κατασκευή μιας ιστορικής συνέχειας των αυτοαποκαλούμενων «Μακεδόνων» από την αρχαιότητα ως σήμερα. Εδώ εδράζεται ο ισχυρισμός τους ότι η ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας (το 51% της οποίας ανήκει στην Ελλάδα, το 38% στα Σκόπια και το 9% στην Βουλγαρία) αποτελεί μια σλαβική οντότητα και ως εκ τούτου θα έπρεπε να ενωθεί συνολικά σε ένα κράτος.
Ιστορικά καταγεγραμμένη εκτενής σλαβική παρουσία στα Βαλκάνια ξεκινά τον 6ο μ.Χ. αιώνα και ως εκ τούτου προφανώς και δεν μπορεί να τεκμηριωθεί η ύπαρξη ιστορικών στοιχείων που να συνδέουν τον πληθυσμό αυτό με την περιοχή της Αρχαίας Μακεδονίας. Επειδή λοιπόν, η Αρχαία Μακεδονία και οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποτελούν σημείο αναφοράς μέσα στον ρου της παγκόσμιας ιστορίας καθίσταται αναγκαίο για τους Σκοπιανούς να αμφισβητήσουν τον ελληνικό χαρακτήρα της Αρχαίας Μακεδονίας. Ως εκ τούτου, οι Σκοπιανοί διατείνονται ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, αλλά Ιλλυριοί καθώς και ότι μετά την έλευσή τους στην περιοχή εξολόθρευσαν το μεγαλύτερο μέρος του αυτόχθονου πληθυσμού της περιοχής και ενσωμάτωσαν τους εναπομείναντες στον «πολιτισμό» τους. Με αυτόν τον τρόπο όπως ισχυρίζονται η Μακεδονία μετατράπηκε σε Σλαβική και ως εκ τούτου η ιστορία και ο πολιτισμός της Μακεδονίας τους ανήκουν κατά αποκλειστικότητα.
Για να βάζουμε τα πράγματα στην θέση τους, θα αναφέρουμε ότι στην αρχαιότητα δεν ετέθη ποτέ φυσικά θέμα αμφισβήτησης του μακεδονικού Βασιλείου ως Ελληνικού. Ο Ηρόδοτος είναι ο πρώτος αρχαίος ιστορικός που αναφέρει ότι οι Μακεδόνες είναι ‘Έλληνες και μετέπειτα ο Θουκυδίδης, ο Αρριανός, ο Πολύβιος, ο Τίτος Λίβιος μεταξύ άλλων αναφέρουν ξεκάθαρα ότι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες. Τα ονόματα των αρχαίων Μακεδόνων, τα ονόματα των Θεών, των μηνών καθώς και τα τοπωνύμια είναι ελληνικά και δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την Ιλλυρική γλώσσα.
Η πολυποίκιλη εθνοτική σύσταση των Σκοπιανών δημιουργεί την ανάγκη τους για πάσης φύσεως και μορφής αφηγήματα ιστορικής συνέχειας και απολύτως ανυπόστατων ισχυρισμών καταγωγής από ένδοξα ιστορικά στοιχεία τα οποία εντάσσονται αποκλειστικά στο πλαίσιο του φαντασιακού.
(Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ο πρώτος που διατύπωσε αυτούς τους ισχυρισμούς περί «Μακεδονικού έθνους» και «Μακεδονικής γλώσσας» ήταν ο Georgi Pulevski γεννημένος στο Galičnik ένα ορεινό χωριό των Σκοπίων,[1817–1895], ο οποίος ισχυριζόταν ότι στην αρχαία Μακεδονική γλώσσα ενυπήρχαν σλαβικά στοιχεία και ως εκ τούτου οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν Σλαβικής καταγωγής και οι σύγχρονοι “Μακεδόνες” ήταν απόγονοί τους. Θυμηδία και μόνον προφανώς προκαλούν τέτοιοι ισχυρισμοί, να συμπληρώσουμε).
Από το πουθενά και εκ του μηδενός όμως δεν δημιουργείται ιστορία. 'Έτι περαιτέρω, Ιστορία χιλιετιών όπως η Ελληνική, ξεκινώντας από τον κυκλαδικό πολιτισμό των νησιών του Αιγαίου (3200 π.Χ.) και τον Μινωικό πολιτισμό (2700-1500 π.Χ.) όσο και τον Μυκηναϊκό πολιτισμό (1900-1100 π.Χ.). Όσοι έχουν στοιχειώδεις ιστορικές γνώσεις (για να μην μιλήσουμε για ακαδημαϊκούς ανά τον κόσμο, από την Οξφόρδη ως το Princeton και το Yale, οι οποίοι δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό φυσικά ως προς το να δηλώσουν τις πασιφανείς ιστορικές αλήθειες) καταλαβαίνουν πόσο ανόητα είναι τα επιχειρήματα των Σκοπιανών.
Αν θέλουν λοιπόν σχέσεις καλής γειτονίας και αμοιβαία επωφελών προοπτικών, ας αφήσουν τις συχνότατες εμπρηστικές δηλώσεις, την προσήλωσή τους στο ψεύδος (το οποίο έχουν αναγάγει σε επιστήμη) και ας έρθουν να διαπραγματευτούν επί τη βάσει ρεαλιστικών και όχι μαξιμαλιστικών και ανιστόρητων θέσεων. Καταλαβαίνω φυσικά την αγωνία τους να διατηρήσουν πάση θυσία την αρκετά εύθραυστη εθνική συνοχή τους όπως καταδεικνύει και η ένοπλη σύγκρουση του Φεβρουαρίου-Αυγούστου 2001 στο εσωτερικό τους, και η συνακόλουθη κατάπαυση του πυρός με την υπογραφή των συμφωνιών της Οχρίδας καθώς και η μόνιμη, όπως αποδεικνύεται από την σύντομη πολιτική ιστορία του κρατιδίου, αναταραχή και καταγεγραμμένη πολιτική αστάθεια. Αποτελεί πάγια ψυχολογική (και διαπραγματευτική ενίοτε) ανθρώπινη ανάγκη και άμυνα, όταν δεν έχει κανείς βάσιμα επιχειρήματα, να οχυρώνεται πίσω από τις πιο αρτηριοσκληρωτικές θέσεις, για να αποφύγει την κατάρρευση ενός σαθρού ιδεολογικού εποικοδομήματος ή για να επιτύχει τα μέγιστα δυνατά διαπραγματευτικά οφέλη, μέσα από μια αδιάλλακτη στάση (το έκαναν και οι Σοβιετικοί επί ψυχρού πολέμου, δεν αποτελεί καινοτομία).
Ως προς τους μονίμως επαμφοτερίζοντες και ανοργάνωτους κυβερνώντες αυτό που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι ότι κανείς δεν τους έδωσε το δικαίωμα να σφετερίζονται τις θυσίες όλων αυτών των ηρώων που έδωσαν την ζωή τους κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908) όπως ο Παύλος Μελάς, ο Γεώργιος Στρατινάκης, Αριστείδης Κιτράκης, ο Γεώργιος Κακουλίδης, ο Νικόλαος Ρόκας, ο Χρυσόστομος Χρυσομαλλίδης μεταξύ άλλων καθώς και τους πρωτεργάτες αυτής της ιστορικής διαδρομής όπως ο πολιτικός και υποπρόξενος της Ελλάδας στο Μοναστήρι Ίων Δραγούμης, ο διπλωμάτης Λάμπρος Κορομηλάς κ.ά.
Θα μπορούσε επίσης να παρατηρήσει κανείς ότι σε όλη αυτή την φαλκίδευση ιστορικών κεκτημένων αλλά και στα μειωμένα αντιδραστικά αντανακλαστικά μας απέναντι στις κρατικές δομές εμφιλοχωρούν και ενυπάρχουν τα πολυποίκιλα όσο και εγγενή, αρνητικά κατάλοιπα τα οποία μας κατατρέχουν ως έθνος από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους όπως η αδυναμία συγκρότησης μιας πολιτικής κοινωνίας όπως σωστά είχε παρατηρήσει ο Κορνήλιος Καστοριάδης :
«Όταν αρχίζει η Επανάσταση του 1821, διαπιστώνουμε από τη μια μεριά τον ηρωισμό του λαού και από την άλλη, σχεδόν αμέσως, την τεράστια αδυναμία να συγκροτηθεί μια πολιτική κοινωνία. Την επομένη της πτώσης της Τριπολιτσάς αρχίζουν οι εμφύλιοι πόλεμοι.
Η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται. Μπορούμε απλώς να διαπιστώσουμε ότι, όταν απουσιάζει μια τέτοια δημιουργία, τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης κατάστασης διατηρούνται ή αλλάζουν μόνο μορφή. Το αποτέλεσμα είναι η φαυλοκρατία ως μόνιμο χαρακτηριστικό. Βλέπουμε, επίσης, ότι οι πολιτικές κατατάξεις και διαιρέσεις είναι συχνά σχετικές με τα πρόσωπα των «αρχηγών» και όχι με ιδέες, με προγράμματα. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό είναι η στάση απέναντι στην εξουσία. Στην Ελλάδα, μέχρι και σήμερα, το κράτος εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο του ντοβλετιού, δηλαδή μιας αρχής ξένης και μακρινής, απέναντι στην οποία είμαστε ραγιάδες και όχι πολίτες. Δεν υπάρχει κράτος νόμου και κράτος δικαίου, ούτε απρόσωπη διοίκηση που έχει μπροστά της κυρίαρχους πολίτες».
Ο Καστοριάδης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτή η φαυλοκρατία αποτελεί την συνέχεια της αυθαιρεσίας των κυριάρχων και δυνατών. Ένα παρόμοιο μείγμα πολιτικής βιώνουμε και σήμερα στην Ελλάδα, όπου σχεδόν κανείς δεν αντιδρά πλέον για τίποτα από την επιβολή μιας οικονομικής δυσπραγίας έως τα ιστορικά κεκτημένα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, παρεισφρέουν και ευδοκιμούν πάσης φύσεως και μορφής κατακριτέες πραγματικότητες όπως οι ακμάζουσες ακροδεξιές και ακροαριστερές ιδεοληψίες στην πολιτική ζωή του τόπου.
Επίσης μέσα σε αυτό το πλαίσιο παρουσιάζεται καταφανώς η έλλειψη ενός σταθερού στρατηγικού σχεδιασμού για τα εθνικά ζητήματα. Τα αποτελέσματα είναι η πλήρης αποτυχία οργανωτικού μετώπου σχετικά με τα προαναφερθέντα και οι παλινωδίες όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων (καθώς και της τωρινής φυσικά), η αμάθεια, η αμετροέπεια και εν τέλει η φαυλοκρατία.
Είναι επίσης θλιβερό να ακούει κανείς τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο αυτές τις κρίσιμες ώρες να λέει ότι “αυτή την ώρα δεν χρειάζονται συλλαλητήρια και φωνές”. Η στάση αυτή είναι επικίνδυνα μυωπική καθώς εξισώνει επί της ουσίας όσους θελήσουν να συμμετάσχουν σε συλλαλητήρια για το ζήτημα της ονομασίας με άκρα στα οποία δεν ανήκουν όλοι αναγκαστικά. Για να διαχωρίζουμε και τα βασικά σε αυτό το σημείο, εκτός της πατριδοκαπηλίας και των εθνικισμών, υπάρχει και η καλώς εννοούμενη φιλοπατρία. Οι επιταγές και οι υποταγές δεν βοηθούν καθόλου στο σημείο που έχουμε φτάσει.
Να υπενθυμίσω ότι υπήρχαν και τα φωτεινά παραδείγματα συντονισμού του Μακεδονικού Αγώνα όπως ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος Καλαφάτης και ο Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης Αιμιλιανός Λαζαρίδης κ. Ιερώνυμε.
Η όλη κατάσταση θυμίζει την ρήση του Αμερικανού συγγραφέα Walter Lippmann για το «ζαλισμένο κοπάδι» (την πλειονότητα του πληθυσμού). Εν ολίγοις, υπνοβατούμε, ή ακόμα χειρότερα, αδυνατούμε να δούμε τα «όντως όντα» κατά το Πλατωνικό.
Για να ανακεφαλαιώσουμε ως προς το ζήτημα της ονομασίας του γειτονικού κρατιδίου, καμία ονομασία η οποία να περιέχει τον όρο Μακεδονία δεν θα πρέπει να γίνει δεκτή σε καμία διαπραγμάτευση. Ούτε «Νέα Μακεδονία», ούτε «Άνω Μακεδονία», ούτε Κάτω, πέρα - δώθε, εντός, εκτός και επί τα αυτά.
Είναι κάτι παραπάνω από εμφανές ότι οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη θα ενίσχυε και θα υποδαύλιζε και μελλοντικά τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων (κάτι το οποίο καταδεικνύεται ξεκάθαρα στους χάρτες της «Μεγάλης Μακεδονίας» των Σκοπιανών).
Θα μπορούσαν κάλλιστα να αναφέρονται ως «Σλαβο-Αλβανική Βαλκανική Δημοκρατία»
(Slavo-AlbanianBalkanRepublic), καθώς κατ'ουσίαν περί αυτού πρόκειται.
*Κωνσταντίνος Αδαμίδης
B.A. Πολιτικές Επιστήμες (ΕΚΠΑ)
M.S. Global Studies and International Relations (Northeastern University, Boston, Massachusetts, USA)
(Slavo-AlbanianBalkanRepublic), καθώς κατ'ουσίαν περί αυτού πρόκειται.
*Κωνσταντίνος Αδαμίδης
B.A. Πολιτικές Επιστήμες (ΕΚΠΑ)
M.S. Global Studies and International Relations (Northeastern University, Boston, Massachusetts, USA)
Σχετικά με τον συντάκτη της ανάρτησης:
Η ιστοσελίδα μας δημιουργήθηκε το 2008.Δείτε τους συντελεστές και την ταυτότητα της προσπάθειας. Επικοινωνήστε μαζί μας εδώ .
κανένα σχόλιο